Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
ΤΡΥΦ. Ότι δεν είσαι ερωτευμένος μαζή μου είνε φανερόν, διότι, δεν θα με παρημέλεις, αφού μ' έχεις εις την διάθεσί σου και δεν θα μ' έσπρωχνες όσες φορές έκαμα να σ' αγκαλιάσω και εις το τέλος έβαλες μεταξύ μας το φόρεμά σου ως τείχος διά να μη μπορώ να σου 'γγίξω. Ποια είνε λοιπόν αυτή που αγαπάς; Πες μου, και ίσως μπορέσω να σε βοηθήσω εις τον έρωτά σου, διότι ξέρω από τέτοια.
Ο Έφις στεκόταν στην πόρτα∙ εκείνη συνέχιζε να τον διώχνει. «Πρέπει να σου πω ότι δεν μπορώ να κάνω πια υπομονή, έτσι που με μεταχειρίζεστε. Ή θα με πληρώσετε μόλις λήξη η συναλλαγματική, τον Σεπτέμβρη, ή θα τη διαμαρτυρήσω. Και εάν η υπογραφή είναι ψεύτικη, θα το βάλω στη φυλακή το παλικάρι. Φύγε!» Έφυγε. Δεν επέστρεψε όμως στο σπίτι, περιπλανιόταν στο έρημο χωριουδάκι κάτω από τον ήλιο.
ΦΛΕΡΗΣ — Ανθυπολοχαγέ μου, τ' άσπρα μου μαλλιά σ' απατούνε. Δεν είμαι και τόσο γέρος όσο φαίνομαι. Μπορώ να κάνω ακόμα μερικές κουτουράδες. Ή όχι; ΑΝΘΥΠΟΛ. — Σας ορκίζομαι, κύριε Φλέρη, πως τα λόγια μου δεν κρύβανε κανένα πονηρό υπαινιγμό. Λυπούμαι πολύ που με παρεξηγήσατε. ΦΛΕΡΗΣ — Σου χωρατεύω, σου χωρατεύω, ανθυπολοχαγέ. Έπειτα το βέβαιο είναι πως δεν έχεις απολύτως άδικο.
Σου ορκίζομαι όμως στην ψυχή της μάνας μου πως εγώ την σεβάστηκα πάντα τη Νοέμι, σαν να ήταν κάτι το ιερό…. Και όμως, ναι, σου το λέω, επειδή ξέρω πως μπορώ να σου το πω, μόνο μια φορά, όταν εκείνη λιγοθύμησε κι εγώ έκλαψα επάνω από τα μάτια της, ναι, μπορώ να σου το πω, όπως θα μπορούσα να το πω και στη μάνα μου, με την ίδια αθωότητα , ναι, κοιταχτήκαμε… μέσα από τα δάκρυα, και ίσως τότε… ίσως τότε… Δεν ξέρω, να, δεν σου λέω άλλα.
Κι' ύστερα από τη λύση αυτή, έβγαλε κάποιο συμπέρασμα που δεν του φάνηκε να είναι έξω από τη λογική. — Είναι ευτύχημα που ήρθαν έτσι τα πράματα, γιατί τώρα μπορώ να νομίζω πως γίνομαι κάμποσα χρόνια μικρότερος. ...Το Σάββατο αμέσως από το μεσημερινό φαΐ ήρθεν ο κουτός γραφέας για να τον πειράξει. — Ακόμα να ετοιμαστείς για να βγεις έξω! του φώναξε.
Ο Σκούντας ήρπασε τον βραχίονά της και εβίασεν αυτήν να ανορθωθή. — Δεν μπορώ να περιπατήσω, Μάχτο, είπεν η νεάνις. Διατί δεν εμβαίνομεν εις αυτό το σπητάκι; — Είνε κλεισμένον, εμορμύρισεν ο Σκούντας. — Σπρώξε νανοίξης την πόρτα. Και η Αϊμά εδοκίμασε με τας τρεμούσας χείρας της να ωθήση αυτή την θύραν προς τα έσω. Αλλ' η αντίστασις ήτο ισχυρά. — Βοήθησε, Μάχτο, είπεν ικετικώς η νέα.
Μόλις μπορώ να πιστέψω πως δεν περάσανε από τότε ούτε δυο χρόνια. Μα εκεί που το διαβάζω τώρα, ζωντανεύουν όλα όσα γίνανε κ' αιστάνουμαι πάλι τα μαρτύρια της φοβερής αυταπάτης, που με συντηρούσε τότε. 4 τον Σεπτέμβρη Κάθουμαι δω και συλλογίζουμαι το μικρό Σβεν.
Αυτός εμίλησε για την ευχαρίστηση που θα έπαιρναν τα μικρά και για τον καιρό που ενόμιζε πως βρισκότανε στον παράδεισο όταν άνοιγε η πόρτα απροσδόκητα και έβλεπε ένα δένδρο στολισμένο με κέρινα κουβαράκια, γλυκίσματα και μήλα: — Και σεις, είπε η Καρολίνα, ενώ έκρυβε τη στενοχώρια της σ' ένα αγαπητό μειδίαμα, και σεις επίσης θα έχετε τα δώρα σας αν είσαστε πολύ φρόνιμος· ένα κέρινο κουβαράκι και ακόμη κάτι άλλο. — Και τι εννοείτε με το «φρόνιμος;·» είπε· τι να κάνω; πώς μπορώ να είμαι, καλή μου Καρολίνα; Την Πέμπτη το βράδυ, απάντησε αυτή, η βραδειά των Χριστουγέννων· τότε έρχονται τα παιδιά με τον πατέρα μου και παίρνει ο καθένας το δώρο του· τότε ελάτε και σεις — αλλά όχι προτήτερα. — Ο Βέρθερος έμεινε έκπληκτος. — Σας παρακαλώ, εξακολούθησε, δεν μπορεί να γείνη διαφορετικά· σας παρακαλώ χάριν της ησυχίας μου· αυτό δεν μπορεί να μείνη έτσι· όχι, δεν μπορεί! — Έστρεψα τα μάτια μου απ' αυτήν και επήγαινε στο δωμάτιο εδώθε κείθε και εμουρμούριζε μέσα από τα δόντια του: «δεν μπορεί να μείνη έτσι». Η Καρολίνα, που αισθάνθηκε την τρομερή κατάσταση που τον έβαλαν τα λόγια της, προσπάθησε με πολλές ερωτήσεις να δώση άλλο δρόμο στις σκέψεις του, αλλά του κάκου. — Όχι, Καρολίνα, ανεφώνησε, δεν θα σας ξαναϊδώ! — Γιατί λοιπόν Βέρθερε; αποκρίθηκε εκείνη· μπορείτε, πρέπει να μας ξαναϊδήτε μόνον κρατείστε τον εαυτόν σας.
Μπορώ να μη στενάξω τώρα που τέτοιαν σύντροφον μοναδική θα χάσω; Ούτε τραγούδι θ' ακουστή, ούτε χαρά θα λάμψη, ούτε στεφάνια συμποτών θα ιδούμε πια εδώ μέσα. Ούτε ποτέ την βάρβιτον θ'αγγίξω, ούτε ο νους μου θα θέλη με τον Λιβυκόν αυλόν να ξαποστάση, γιατί εσύ κάθε χαρά μαζί σου τήνε παίρνεις.
Πολλοί ωρίσθησαν διά τους ρόλους που θα έπαιζαν, μίαν εβδομάδα ή ένα μήνα προηγουμένως και πραγματικώς δεν υπήρχε καμμία αοριστία ως προς το ζήτημα αυτό, εξαιρέσει μόνον των όσα απέβλεπον αποκλειστικώς τον βασιλέα και τους επτά υπουργούς. Διατί εδίσταζαν; Δεν μπορώ να το είπω. Ίσως να ήτο και αυτό τρόπος ευθυμολογίας εκ μέρους των.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν