United States or Greece ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις το αναμεταξύ που αυτός ο φύλακας μας ωμιλούσε, βλέπομεν να φθάνη ένας μέγας αριθμός κόσμου από την χώραν με πολλές φύλαξες του Σουλτάνου, που έφεραν δύο νέους διά να τους βάλλουν εις τους πύργους. Βλέπετε, εφώναξεν, ετούτους τους νέους τρελλούς που τους φέρουν εδώ; βέβαια, λέγει ο φύλακας, η βασιλοπούλα Ρετζία κατά πως φαίνεται σήμερον παίζει το κοντάρι.

Είπε, και σφίγγει το λαμπρό κοντάρι του στον Αία, μα δεν τον ήβρε, μον το γιο του Μάστορα Λυκόφρο, 430 τον Κυθηριώτη, σύντροφο του Αίαπου φεβγάτος για φόνο οχ τ' όμορφο νησί στου Αία κατοικούσεαφτόν χτυπάει στην κεφαλή, εκεί στ' αφτί από πάνου, ενώστεκε κοντά κοντά στο γιο του Τελαμώνα· κι' έπεσε χάμου ανάσκελα ξερός μπροστά στο πλοίο. 435

Δε μούπες να μην πολεμάω με τους θεούς τους άλλους έτσι ανοιχτά, μον του Διός η κόρη, Αφροδίτη, 820 αν έρθει, να τρυπήσω αφτή με το βαρύ κοντάρι; Για αφτό ποδίζω τώρα εγώ, και τους λοιπούς Αργίτες τους πρόσταξα όλοι τους εδώ να μαζωχτούν σιμά μου, τι ξάνοιξα μες στους οχτρούς τον Άρη π' αρχηγέβει

Πήρε έπειτα τα δέκα του πελέκια ο γιος του Μέγη και πάει στα μισοπέλεκα ο ξακουσμένος Τέφκρος, που παίρνοντας τα ως το βαθύ τα κουβαλάει καράβι. Κατόπι του Πηλέα ο γιος μακρόδρομο κοντάρι φέρνει, και φέρνει απύρωτο πουλουδιστό λεβέτι 885 που ως ένα βόδι θ' άξιζε, και τ' απιθώνει χάμου Τότ' είπε ακοντιστάδες διο να βγουν με τα κοντάρια.

Και δίχως μήτε μέρα να χάση, φέρνει χρυσοχούς και τους προστάζει να του φτειάξουνε σταυρό απαράλλαχτο σαν το θείο σημάδι, όλο μάλαμα και πετράδια. Αυτή είναι η πρώτη αρχή της μυριοξάκουστης σημαίας που ονομάστηκε Λάβαρο. Είταν το λάβαρο κοντάρι μακρύ και χρυσωμένο, και ταπάνω του μέρος, σταυρός. Στην άκρη στεφάνι, μάλαμα και πετράδια.

Όσο θωράει ολόμπροστα το βασιλιά Αγαμέμνο π' όλο με τ' όπλο του χοιμάει και λόχους π' αλωνίζει, τόσο ας ποδίζει, κράζοντας στα παλικάρια, πίσω να περιορίζουν τους οχτρούς όσο μπορούνε πάντα· 190 μα από κοντάρι αν χτυπηθεί ή φάει καμιά σαΐτα και μπει στ' αμάξι, τότες πια θαν του χαρίσω νίκη να σφάζει, κι' ως στα γλήγορα να κυνηγάει καράβια, όσο να σκοτεινιάσει η γης και βασιλέψει ο ήλιος

Και χαρίζετε τη νίκη στο στρατό μας και στην πόλη σωτηρία και σταθήτε καλά έτσι θρονιασμένοι ανάμεσό μας, τις πικρές μας λιτανείες σπλαχνισθήτε. Τόσο μια πανάρχαιη πόλη, ω τι κρίμα! να τη στείλετε στον Άδη, κουρεσεμένη απ’ ενού Αχαιού κοντάρι, και να γένη μαζί μ’ όλους τους ναούς στάχτη θρύμμα.

Κι εκείνος με το χέρι αμπώχνει τ' αρχοντόπουλο αλάργα από κοντά του· κι' ο Αγαμέμνος μια ακόντια του ζάφτει στο λαγγόνι και τον ξαπλώνει ανάσκελα, και βάζοντας το πόδι στα στήθια απάνου, όξω τραβάει το φράξινο κοντάρι. 65

Είπε, και σιώντας τίναξε το χάλκινο κοντάρι και μες στη μέση αλάθεφτα του βρήκε την ασπίδα, 290 μα τ' όπλο πήδηξε μακριά. Τον πήρε τότε η λύπη που έτσι απ' τη χέρα του άδικα πετάχτη το γοργό όπλο.

Μα τότες δεν τον βοήθησε η σαϊτέφτρα η κόρη και τα σημάδια οπούτανε ως τότες προικισμένος, πάρα ο πολεμοδόξαστος Μενέλας σαν τον είδε 55 κι' έφεβγε ομπρός του, τούστειλε στους ώμους το κοντάρι, ίσα στη μέση, κι' αντικρύ τού τόβγαλε ως στα στήθια. Κι' έπεσε μπρούμτα, κι' άχησε βαριά η αρματωσά του.