Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025


Ήτο πολύ πτωχός ο κυρ Σταμάτης· είχε την καλύβα του εκεί κοντάτην ακροθαλασσιά, κατοικούσε εις αυτήν με την Φωτεινήν και την Βασιλικήν, μεγαλυτέραν αδελφήν της, και με την καλήν των μητέρα, η οποία εκείνας τας ημέρας είχεν αποκτήσει ένα μωρό, τον χαϊδευμένον απ' όλους Γιαννάκην. Χαρούμενος έφυγε το πρωί ο κυρ Σταμάτης, αλλά πόσον δυστυχής επέστρεψε το βράδυ!

Κι ως τόσο ένας τους — ο Εξαποδός πρέπει να τονε σκούντηξεβγήκε από το δρόμο του να μαζέψη για το ζω του χορτάρι. Και μαζεύοντας παίρνει το μάτι του το καλύβι! Ζυγώνει σιγανά σιγανά μην τύχη κ' είταν άντρες εκεί κοντά. Χτυπάει και ρωτάει ποιος κατοικούσε εκεί μέσα κι αν είχε άντρες. Πρόβαλε η γυναίκα από το παράθυρο κ' είπε όχι. Την προστάζει τότες να ξεμανταλώση την πόρτα.

Κατοικούσε στο χτήμα, στο ίδιο μέσα το καλύβι που γράφουνται αυτές οι φυλλάδες, χτισμένο σε χρόνους που δεν τους έφταξε μήτε κείνος. Και τώρα που είτανε χειμώνας, ανέβαινε στο χωριό. Έτρωγε, κουβέντιαζε, κ' ύστερα πλάγιαζε· και το πρωί, πρι να φέξη, είτανε φευγάτος με το ζεμπίλι του. Έμπαινε λοιπόν ο Βασίλης εκείνη τη βραδιά, κι από το συνηθισμένο του πιο γελαζούμενος.

Ποτέ δεν είταν τόσο ευτυχισμένη παρά όταν πήγαινε κι ο μπαμπάς εκεί κ' έμενε μαζί της. Εκεί κατοικούσε κι ο Σβεν και τι ομιλίες γινόντανε κει δεν το ξέρει κανένας. Κι όταν ακόμα διηγόταν η Έλσα κάτι από αυτές, εκείνο που έλεγε δεν είτανε τίποτε μπροστά στα λόγια, που άλλαζε κει μέσα με τον κόσμο του αγνώστου. — Δεν το πιστεύεις αυτό, μου είπε μια μέρα. Εγώ όμως το αιστάνουμαι.

Τον φώναξε όμως μια γνώριμη φωνή: ήταν η νεανική φωνή, λίγο λαχανιασμένη όμως, ενός αγοριού που κατοικούσε πλάι στο σπίτι των Πιντόρ. «Μπαρμπα- Εφισέ, μπαρμπα- Εφισέ!» «Τι τρέχει, Τζουαναντό; Είναι καλά οι κυράδες μου;» «Ναι, είναι καλά, μου φαίνεται. Με στέλνουν μόνο για να σας πω να γυρίσετε αύριο νωρίς στο χωριό, γιατί θέλουν να σας μιλήσουν.

Πίσω από την κρεββατοκάμαρα είταν ένα μικρό χώρισμα, που στην αρχή λογαριάζαμε να τα κάνουμε δωμάτιο τουαλέττας, μα έπειτα δεν ξέρω για ποιους λόγους δεν το κάναμε. Είτανε πολύ ακανόνιστο, τα παράθυρα ψηλά και τα φως λιγότερο παρότι στις άλλες κάμαρες. Εκεί κατοικούσε ο μικρός Σβεν. Εκεί είταν η κάμαρά του κ' η κάμαρα αυτή έμενε κλειστή.

Είχαμε μάθει πως ο καιρός σάρωσε και δω κάθε σημάδι από ό,τι υπήρχε μια φορά και τάλλαξε όλα. Στο μικρό ακρωτήριο, όπου βγήκαμε, κατοικούσε δω και μερικά χρόνια ένας γέρος ψαράς με τη γυναίκα του.

Καταλαβαίνεις; Σύριζα να γίνη η καταστροφή πρέπει ετούτης της σαπίλας. Για τη θρησκεία σας, για όλα τα εβραίικα αστεία σας, δεν δίνω ούτε κίνσον ένα. Και θα μπορούσε, μα την αλήθεια, ο Χριστός σας με τον Όσιρι να κατοικούσε και με τους άλλους Ολυμπίους.

Ήταν φίλος του παππά Συνέσιου, ο οποίος είχε τώρα την ανάγκη του για τον γάμο που εμελετούσε να κάμη. Γι' αυτό συχνά κατέβαινε στη χώρα, που κατοικούσε ο Σερέτης και αυτός πάλι συχνά ερχότανε στο Μοναστήρι για την ίδια δουλειά. Και τώρα γι' αυτό βρίσκεται απάνω να συνεννοηθή με τον 'γούμενο για ύστερη φορά. — Ήσκασα να σε περιμένω, του είπεν αυτός, άμα επλησίασε.

Συλλογίστηκα να πατήσω τις φωνές, ίσως έρθη κανένας και με γλυτώση, μα φοβήθηκα μην τύχη κ' είταν κοντά και τρέξη ο γέρος και τον σκοτώσουν και κείνον. Άλλος κανένας στη γειτονιά δεν κατοικούσε τέτοια 'ποχή. Ύστερα φοβήθηκα να μη δέσουν και το στόμα μου. Είδα λοιπόν πως εδώ χρειάζεται πονηριά.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν