Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Κι ως τόσο έμνησκαν καθώς φαίνεται ακόμα στον τόπο τόσα καλλιτεχνήματα της κλασσικής εποχής, που θωρώντας τα ο Παυσανίας, απορούσε τι να είτανε στα παλιά χρόνια η Ελλάδα! Θεόλαμπρος έφεγγε ακόμα ο Ελληνικός κόσμος όπου σώζουνταν πολιτείες, φωτισμένος ακόμα από την ιδέα της ομορφιάς, που αυτή κ' η γλώσσα κρατούσανε δίψυχο τον ξεθυμασμένον τον Ελληνισμό.

Πώς! έλεγε στο Μαρτίνο, είχα τον καιρό να περάσω από το Σουρινάμ στο Μπορντώ, να πάω από το Μπορντώ στο Παρίσι, από το Παρίσι στη Διέππη, από τη Διέππη στο Πόρτσμουθ, να παραπλεύσω την Πορτογαλία και την Ισπανία, να διασχίσω όλη τη Μεσόγειο, να μείνω μερικούς μήνες στη Βενετία, κ' η ωραία Κυνεγόνδη δεν ήρθε ακόμα! Συνάντησα, αντίς αυτήν, μιαν τιποτένια, κι' έναν περιγουρδίνο αββά!

Όταν αποκοιμηθήκαμε, ακούγαμε ακόμα το θόρυβο του ανέμου και των κυμάτων κι όταν έπαψε η ταραχή, μας ξύπνησε η γαλήνη. Εμπρός από τα παράθυρα μας απλωνόταν η θάλασσα ήσυχη και μεγάλη. Την ανάμνηση αυτή την είχα σημειώσει από χρόνια.

Εγώ, σαν τρελλοκόριτσο που ήμουν ακόμαείχα παντρευτή πολύ μικρή, καθώς σου είπα, και τώρα δεν θα ήμουν περαπάνω από δεκαφτά χρονώνξέχασα και άνδρα άρρωστο, και τάξιμο, κ' εκκλησιά, κ' επήγα ίσα προς το μέρος που έπαιζαν τα λαλούμενα κ' εγινόταν ο χορός, για να κάμω χάζι. Εστάθηκα εκεί ολίγην ώρα, ύστερ' απόστασα να στέκωμαι, κ' εκάθισα στα χορταράκια. Εύρισκα μεγάλη διασκέδασι.

Ξέστρηψα με κόπο την κάνουλα της βρύσης. Ω! συφορά μου! το νερό είχε κοπή. Σηκώνουμαι, σέρνουμαι ακόμα παραπέρα... Δεν θυμάμαι αν είχα πάρει μαζί μου το κορίτσι μου από την κούνια...» Εδώ η αφηγουμένη διεκόπη, και προσεπάθει ν' αναπολήση. Είτα επανέλαβε· «Ναι... όχι, δεν το πήρα μαζί μου... Είχα βγη έξω για προσωρινά.

Και τι μου είπε, θαρρείς; Αγαπώ, λέει, έν' αγόρι· είναι, λέει, ως δεκαφτά χρονών αγοράκι· και ταγαπώ λέει τόσο, που πάω να τρελλαθώ. Δεν είχα πια τώρα να χάνω καιρό. Άναβε μεγάλη φωτιά, κ' έπρεπε ή να μας κάψη και τους δυο, ή να τη σβύσω. Ίσως μου πεις πως είμουν ακόμα πιο μπόσικος απ' ό,τι θάρρεψα και τη δεύτερη τη φορά.

Τότες γυρίζει κι' απαντάει ο δυνατός Διομήδης «Σ' ένιωσα, αμάλαγη θεά, του Δία θυγατέρα, 815 και λέφτερα θενά σ' το πω, το λόγο δε θα κρύψω. Εμένα φόβος άκαρδος δε μ' έπιασε και δείλια, παρά δικές σου συμβουλές έχω στο νου μου ακόμα.

ΑΝΑΤ. Έγωγες να γένηςκαι ντε λες ετζι, μόνε λες νύφη και κοκκόνα; πολύ σασκίνι άντρωπω είσαι ατζαΐπικο μπουταλά είσαι, να μη σε κακοφανή.... εγώ έτσι σασκίνι άντρωπο ντεν είδα ακόμα.... καρδιά του τέλει καφφέ, και να υρεύει κοκόνα νύφηακόμα να ντιούμε τι τα υρίψης, λοής κοπής ανάποντα πράγματα.

Δε θα λησμονήσω ποτέ την απελπισιά, που με κυρίεψε, όταν κάθε βδομάδα που περνούσε παρατηρούσα ολοένα καθαρότερα πως όλα όσα έβλεπε γλυστρούσαν εμπρός της, σα να μην είτανε πραματικά γι' αυτή. Μου έκρυβε πολλά, μου έκρυβε ακόμα και τα δάκρυά της κ' εννόησα πως το έκανε γιατί είδε πως ζούσα μόνο με την ελπίδα να την ξαναφέρω στη ζωή κ' ήθελε να κρατήσω όσο το δυνατό περσότερο την ελπίδα αυτή.

Κ' ύστερα θάρχεσαι μέσα να πίνης ένα σερμπέτι. — Έφεντημ, θα μ' αβανιάζουν τότες πως τούρκεψα. Εμένα δεν με μέλει κι αν τουρκέψω για το χατίρι σου. Μα η γριά μουως τον τάφο καημό της θα τόχει». — Όχι, παιδί μου, του λέει ο Αγάς, εγώ ποτές μου δικό μας δε θα σε κάνω δίχως να θέλης. Ένα πράμα όμως σου λέω: Ανίσως και ταποφασίσης ποτέ σου, ψυχή να μη φοβηθής, σώνει να αναπνέη ακόμα ο Χασάν Αγάς.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν