Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Μία φορά επήγα να ψωφήσω από πλευρίτη στο Γερμανικό νοσοκομείο της Πόλης. Άλλη μία φορά στην κάθαρσι της Σινώπης έκαμα δύο μήνες από χολέρα. Στο Ταϊγάνι ένα χειμώνα έπεσα από το κατάρτι κατακέφαλα κ' έκαμα εφτά μήνες στο στρώμα. Μα πάντα μόλις έπαιρνα την καλήτερη, μονοφύσημα ετραβούσα για την πατρίδα. Και, στη θάλασσα που αρμενίζω, γλυκύτερες ώρες από εκείνες δεν εγνώρισεν ακόμα η ψυχή μου.

Είχε γιομόσει κόσμον η εκκλησία και μέσα και στην αυλή ακόμα. Η εικόνες δεν πρόφταιναν να πάρουν ανασπασμούς. Ο ουρανός άρχιζε να ξεκαθαρίζη απάνου. Ξεσυγνέφιασαν και η όψες των Χριστιανών, οπ' έλαμπαν τώρα τηρούμενες κι' αυλακωμένες κάπου κάπου από δάκρυα.

Και δεν ξαναήρθε από τότε που «έδεσαν της πανδριές;» — Δεν ξανάρθε, παιδάκι μ'. — Και δεν της στέλνει γράμματα; — Κάποτε της έστελνε. Ύστερα έπαψε. Θαρρώ πως έχει καιρό να λάβη γράμμα. — Κι' αυτή τον καρτερεί ακόμα; — Τον καρτερεί. — Ως πότε; — Αχ, παιδάκι μ', μη μ' ερωτάς πολλά. Η 'πομονή πούχουμε ημείς η γυναίκες είνε μεγάλο πράμμα.

Ο Μέλτος ο Μισακός, οπού ανήλθε προ μικρού να επιθεωρήση την βράζουσαν σικελικήν όρνιθα, επανελθών, φαιδρός και χαρούμενος πάντοτε, διέκοψε τας θλιβεράς αναμνήσεις του γέρω-Μπούμπα, ειπών: — Ακόμα θέλει λίγο, βρε παιδιά, η κόττα. Όσο να γένη, να μας πη τώρα ο καπετάν-Φαφάνας τι έπαθε μια φορά, τα Χριστούγεννα, από τον Μέλτον τον Μισακόν.

Σώνει μας να διαλέξουμε τον ένα δρόμο από τους δυο, κ' ή να ταφήσουμε καταμέρος τ' Απόκρυφα, ή, καθώς έκαμαν όλοι, να τακολουθήσουμε. Θα κάμουμε το δεύτερο, αν και δυσκολία ακόμα πιο μεγαλήτερή μας παρουσιάζεται.

Το πήρε στα χέρια της η κόρη, τόσφιξε μέσα στα μεστωμένα στήθη της, και το φίλησε, το φίλησε παράφορα.... Ύστερα ξαπλώθηκε στη βελέντζα της μ' έναν αναστεναγμό, πνιγμένο στη βοή της ανεμοζάλης που παράδερνε έξω ακόμα φριχτά.... Θαμπά, θαμπά ξυπνήσαμε. Η αυγή ξημέρονε κρύα και καθάρια, ο ουρανός έφεγγε λαγαρός.

Ο Σταύρος είν' έτοιμος να φύγη• νικά κάθε αδυναμία στοργής για την αδερφή και τη γιαγιά του και πάει στο μεγάλο δρόμο της εργασίας και της επανάστασης. Αιστάνεται κανείς πώς κάτω στο δρόμο του θα τον ακολουθήσουν μυριάδες ανθρώπων. Ο συγγραφέας δε μας αφίνει τίποτα να εννοηθή για το μέλλον. Χύνει το φως του στο παρόν• ξεσκεπάζει την αλήθεια. Κατεδαφίζουμε. Αυτό είναι ακόμα το έργο μας.

Που είσαι ακόμα όσο να φτάκης· Για ιδές τώρα^ πώς μου λες ; Να φουσκόσω ακόμα κι' άλλο; Λείπει, φίλε, περισσό· Τελοσπάντων για να σώση Σε Βοϊδιού κορμιού ποσό, Όσο γένεται με κόπο Και μ' αγώνα του ο καλός Ακατάπαυστα φουσκόνει, Ωσπού σκάζει σαν τρελλός. Έτζι όλοι αποχαλνιούνται Όσοι δεν ευχαριστιούνται, Να πορεύουν τη ζωή τους Κατά την κατάστασί τους.

ΚΟΡ. Και αν τύχη να διψά, μαμά; ΚΡΩΒ. Και τότε ακόμα. Έχει δε και τα λόγια της μετρημένα και δεν κοροϊδεύει κανένα από κείνους που συντρώγουν, αλλά προσέχει εις εκείνον που πληρώνει• κι' έτσι την αγαπούν όλοι. Εις δε το κρεββάτι ούτε λυσσασμένη φαίνεται, ούτε και κρύα, αλλά με κάθε τρόπον και μόνον ένα πράγμα επιδιώκει πώς να μαγεύη τον άνδρα και να τον κάμη να την αγαπήση.

Βέβαια εκεί θα εσταμάτησαν διά ν' αναψυχθούν και αναπνεύσουν πελαγίσον αέρα. — Για σου, παπά-Σακελλάριε, είσαι βλέπω καλό μιστρί, είπεν ο κυρ Πέρρος. Ακόμα και για μαλαχτάρι να σ' είχα θα μου έκανες, αν είχα για πιλάγωμα το καράβι, στο καρινάγιο. — Ως τόσον, εγώ σας υποσκέβομαι, ανίσως κ' έγεινε παρατιμωνία, όπως θα έλεες του λόου σου, καπετάν Μαυρογιαλή, πως δεν θα ξαναγείνη.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν