Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Είτα σηκώσασα το μικρόν σώμα, αφού απέθεσε τούτο επί της λιθίνης κρηπίδος, έκοψε κ' έπιασε την άλλην κορασίδα, την μεγαλειτέραν. Την έδραξεν από το κράσπεδον του φορέματός της, και από τον ένα πόδα, κ' ενώ ετράβα προς τα άνω το σώμα, η κεφαλή έμενε κάτω, όσον το δυνατόν μακροτέραν ώραν εντός του νερού.

Κι' οι άλλοι σε λιγάκι κοντοζυγώνουν, τα γοργά χτυπώντας άλογά τους. 275 Κι' έπιασε πρώτος του Λυκά ο γιος ναν του μιλήσει «Σκληρόκαρδε πολεμιστή, γιε του λαμπρού Τυδέα, λοιπόν δε σ' έφαγε η γοργή ρηξά, η πικρή σαΐτα· μα ας δούμε πάλι αν θα σε βρω με το κοντάρι τώρα

Τότε έπιασε ναν τον γυμνώσει ο Μέγης· μα του πλακώνει ο Δόλοπας, πολεμιστής ψημένος, 525 του Λάμπου ο γιος, που ξακουστός τον έκανε πατέρας, κι' από κοντά τού τρύπησε στη μέση την ασπίδα 528 με το χαλκό, μα τα γερά τον γλύτωσαν τσαπράζα που διπλοχουφτοτέριαστα τα φόραε.

Και μια ουράνια χαρά ήτανε χυμένη στο πρόσωπό του κ' ένα φως χρυσογάλαζο έλουζε τα βασιλεμένα μάτια του. Και καθώς μιλούσε έπιασε σφικτά το χέρι της αδερφούλας του και της είπε: — Έλα τώρα να σου πω μυστικά, πού πάει μονάχος μες στη γαλάζια σιγαλιά ο Αυγερινός, και τι μας στάζει στην καρδιά μας ο Αποσπερίτης κ' είναι γλυκό σαν μέλι.

Βασιληά Μάρκε, φθάνει ο όρκος; — Ναι, Βασίλισσα. Κι' ο Θεός ας φανερώση την κρίσι του την αληθινή. — Αμήν, είπε η Ιζόλδη». Επλησίασε στη φωτιά, χλωμή και κλονιζομένη. Όλοι σιωπούσαν. Κόκκινο ήτανε το καυτό σίδερο. Βύθισε τα γυμνά μπράτσα της μέσ' τη φωτιά, έπιασε το σιδερένιο ραβδί, έκανε εννιά βήματα κρατώντας το στα χέρια της σε σχήμα σταυρόν, ανοιχτά.

Επέστρεψε στις κυράδες του και ξάπλωσε στην ψάθα. «Έκανες καλά που ήρθες εδώ», είπε η ντόνα Έστερ σκεπάζοντάς τον με ένα χράμι και η Νοέμι έσκυψε κι εκείνη, του πήρε το σφυγμό, του έπιασε το μπράτσο προσπαθώντας να τον πείσει να μπει στο κρεβάτι. «Αφήστε με εδώ, ντόνα Νοέμι μου», βογκούσε χαμογελώντας, αλλά τα μάτια του ήταν απλανή σαν εκείνα ενός τυφλού, σκεπασμένα ήδη με τον πέπλο του θανάτου. «Εδώ είναι η θέση μου

&1866, Φλεβαριού 6&, μέρα Τετράδη, ήρθε δεσπότης στα Γιάννινα ο Παρθένιος ή Κόκκινος και τον εδεχτήκαμαν όλος ο κόσμος με μεγάλη παράταξη από την Αγία Κατερίνα ως τη Μητρόπολη. &1855, Τρυητή 15&, μέρα Πέφτη, στες 3 η ώρα έπιασε τρομερή βροχή με νερό καταπράσινο.

Γιατί είμαι αποσταμένος από το δρόμο και θέλω να κοιμηθώ για πάντα σιμά σου. Η βασιλοπούλα δεν αποκρίθηκε. Γύρισε και είδε τα τριαντάφυλλα και τα κρίνα του κορμιού της, που τάχαν μαράνει τα δάκρυά της. Και τότε την έπιασε ένα παράπονο κ' έκλεισε το παράθυρό της. Δεν είχε πια τριαντάφυλλα και κρίνα να χαρίση στον αγαπημένο της.

Τον έπιασε μαύρη μελαγχολία και δεν έλαβε μέρος στην όπερα alla moda ούτε στις άλλες διασκεδάσεις του καρναβαλιού· ούτε μια γυναίκα δεν τούδωσε τον παραμικρότερο πειρασμό.

Σαν ήκουσαν αυτό ο 'γούμενος και ο παππά Κρητικός, επήραν και οι δυο τον Κεριάκο από της μασχάλαις και τον πήγαν στην άλλη κάμαρα. Ο 'γούμενος ήγνεψε του Σερέτη κι' αυτός εσηκώθη, επήρε τον γαμπρό, που ετρίκλιζε, και τον έβαλε στη μέση. Η νύφη έτοιμη εστάθηκε δίπλα του· ο Κεριάκος σαν την είδε, της έπιασε το χέρι και της είπε με φωνή μεθυσμένου και μ' ένα κουτοχαμόγελο.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν