Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Σεπτεμβρίου 2025
Είχανε ως δέκα αφτά σειρές μαβρουδερό απ' ατσάλι, κι' από καλάι ως είκοσι, και δώδεκα χρουσάφι· 25 και δράκοι κατά το λαιμό, τρεις από κάθε μέρος, ατσάλινοι απλονόντουσαν, σα δόξες που στυλώνει ο Δίας μες σε σύγνεφο, προς τους θνητούς σημάδι. Έπειτα βάζει το σπαθί στους ώμους, που σφαντούσαν τ' ατόχρυσά του τα καρφιά, κι' είχε αργυρό τριγύρω 30 φηκάρι που με χρυσωτά λουριά 'ταν κρεμασμένο.
Ο Μαθιός τραβήχτηκε μουρμουρίζοντας φοβέρες. Σαν πήγε λίγο μακρύτερα κοντοστάθηκε κ' έβαλε τις φωνές, σαν ντελάλης: — Φταίω γω που σας λυπήθηκα παληοθηλυκά και δε σας τώλεγα καθαρά και ξάστερα. Από ποιόνε περιμένετε γράμματα; Ο γαμπρός σας δεν αδειάζει να σας γράψη... Παντρεύτηκε! Νάταν κι' άλλος. Μια νεκρική σιωπή χύθηκε τριγύρω. Μια φωνή γυναικεία ακούστηκε έπειτα: — Να φας τη γλώσσα σου! Ψεύτη!
Και σα θυμήθηκαν κι' οι διο, ο ένας τους το γιο του θρηνούσε, στ' Αχιλέα ομπρός τα πόδια 'να κουβάρι, 510 πικρά κι' ο άλλος έκλαιγε το γέρο του, ή και πάλι το βλάμη του, κι' οι στεναγμοί παντού τριγύρω αχούσαν.
Έτσι όλη νύχτα κάθουνταν στις στράτες του πολέμου 553 περήφανοι όλοι, κι' έκαιγαν πολλές φωτιές τριγύρω. Πώς τ' άστρα απάνου ολόλαμπρα, με το λεφκό φεγγάρι 555 στη μέση τους, φωτοβολούν σαν τύχει καλοσύνη, κι' όλες οι ράχες φαίνουνται, και χαίρεται ο τσοπάνης· 559 τόσες των πλοίων μεταξύ και των νερών του Ξάνθου 560 φωτιές θαρρούσες π' άναψαν μπροστά στο κάστρο οι Τρώες.
Και ο παπάς ακόμη βγήκε από την καλύβα του, κοίταξε τριγύρω, ήρεμος και κόκκινος σαν μωρό φαλακρό ακόμη και στη συνέχεια πήγε να καθίσει πλάι στις κυρίες Πιντόρ. «Ωραίο παλικάρι ο ανιψιός σας, ντόνα Ρουθ!»
Την νύκτα διώρισε και ετουφέκιζον κατά σύνθημα τριγύρω εις Πετροχώριον, άναψαν πολλάς πυράς, έκαμαν θορύβους και φανούς καθ' όλην την διάρκειαν της νυκτός, ώστε μόλις άρχισε να φαίνεται το φως της ημέρας, και οι εχθροί λαβόντες βιαίως εκ των πραγμάτων των όσα ήσαν ευμετακόμιστα, έφευγον αφήσαντες όλας τας σκηνάς και τας βαρυτέρας αποσκευάς· από δε τους Έλληνας άλλοι ερρίφθησαν εις τα εν Πετροχωρίω λάφυρα και άλλοι κατεδίωκον ακολουθούντες εξ οπίσω τους εχθρούς.
Γιατί έλαμψε απ’ του Παρνασού την κορυφή τη χιονισμένη χρησμός, όπου προστάζει μας να βρούμε το φονιά, γιατί συχνάζει στ’ άγρια τα δασωμένα μέρη, στ’ άντρα, στους βράχους και σαν ταύρος με το πόδι του, το δύστυχο ο δυστυχισμένος, το μάντευμα το Δέλφιον, που από τον ομφαλόν της γης εστάλη, μακριά να διώξη θέλει. Όμως το θεϊκό μάντευμα πετάει πάντα ζωντανό τριγύρω απ’ τον δυστυχισμένον. Στροφή β΄
Εγώ το θυμούμαι καλά· ίσια σε κείνη τη στιγμή περεχύθηκε γύρω τριγύρω μου η καταχνιά αφτή που πια δε μ' αφίνει και που με πνίγει. ................................................................. Κομματάκια! Κομματάκια! Κομματάκια! .................................................................
Κι όμως, θυμόταν εκείνο το γέλιο, εκείνο το πρόσωπο σκυμμένο επάνω του, εκείνη τη σκιά κι εκείνο το τρεμάμενο φως τριγύρω, και η καρδιά του χτυπούσε, χτυπούσε και πήγαινε να σπάσει. Η Λία, όπως ήταν τη νύχτα της φυγής, στεκόταν μπροστά του. «Κάτι ακόμη και τελειώσαμε.
Χαλνάει ο κόσμος τριγύρω τους, η όψη της γης αλλάζει, — και κείνοι μένουν ακλόνιστοι· μήτε τρίχα τους δεν αλλάζει. Έπρεπε, φίλε μου, να πιάσουμε από την αρχή τη δουλειά. Όχι από τον Πατριάρχη· στην Αγιωσύνη του πηγαίνουμε και κατόπι. Αρχή της δουλειάς μας έπρεπε να είναι τα &Γράμματα&. Αυτά είναι που κρατούν τις λαμπάδες και δείχτουνε στο Γένος το μεγάλο του δρόμο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν