Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
— Θα μου το πλήρωση ο μικρός Κλώσος, έλεγεν ενώ επέστρεφε. Θα τον σκοτώσω! Εκείνην την ημέραν είχεν αποθάνει η νόνα του μικρού Κλώσου. Ήτο κακή και ανάποδη γραία, αλλ' ο εγγονός της την ελυπήθη, την έβαλεν εις το κρεβάτι του, και την εσκέπασε ζεστά ζεστά με την ελπίδα ίσως την ζωντανεύση. Εκεί την άφησεν όλην την νύκτα, αυτός δε εκάθισε να κοιμηθή εις μίαν καθέκλαν.
— Πού 'ς το Σαϊτάνι φύτρωσες, μπρε! έλεγεν ο Ταχίρ εμπαικτικώς. — Εκεί που δεν έσπειρες· απήντα ο Ζάχος βράζων από τον θυμόν, — Τώχει, μπρε, η μάνα σου; — Τώχει μα δε 'ς το δίνει. — Έμεινε κι' άλλος από σας να με σκοτώση; — Θα σε σκοτώσω ατός μου! — Εσύ δε φελάς. . .
Αλλά μετ' ολίγον ο μικρός Κλώσος ελησμονούσεν ότι δεν έπρεπε να το λέγη, και εφώναζε. «Εμπρός όλα μου τ' άλογα!» — Να μη σ' ακούσω να το ειπής άλλοτε, εφώναξε θυμωμένος ο μεγάλος Κλώσος, διότι θα με κάμης να κτυπήσω το άλογόν σου κατακέφαλα, να το σκοτώσω, να μη το έχης μήτε αυτό! Δεν το μεταλέγω, είπε ταπεινά ο μικρός Κλώσος.
ΑΓΓΕΛΟΣ Φοβούμενος μη σου συμβούν ετούτα ζούσες από την Κόρινθο μακριά, άναξ Οιδίπου; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Φοβούμενος μη τον πατέρα μου ποτέ σκοτώσω. ΑΓΓΕΛΟΣ Γιατί λοιπόν την λύτρωσιν από τους φόβους τούτους εδώ δεν σου ’φεραν τ’ αγγέλματά μου; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Βέβαια χωρίς ανταμοιβήν δεν θ’ απομείνης. ΑΓΓΕΛΟΣ Γι’ αυτό κι εγώ να σου τα ’πω γλίγωρος ήλθα να ιδώ κι εγώ κάτι καλόν όταν γυρίσης.
Να τη μάγισσα, να τη νεράιδα, την ψέφτρα, να τη σκύλα που μπαίνει. Και πριν ανοίξη το χείλι, την αρπάζω από το χέρι. Εδώ! Αμέσως εδώ! Πέσε χάμου και φίλησε πόδι. Παρακάλειε να μη σε σκοτώσω και φώναξε, φώναξε δυνατά, να σ' ακούσω, πως με γέλασες, πως το σιχαμένο σου το στόμα ψεφτιές ξερνά και μόνο ψεφτιές. Από πού έρχεσαι; Πού κυλιούσουν; Πατσαβούρα!
Κι' ένα γυμνό σπαθί χωρίζει τα σώματά τους: «Θεέ! τι βλέπω; Πρέπει να τους σκοτώσω; Τόσον καιρό που ζουν μαζύ στο δάσος, αν αγαπιώντανε με τρελλή αγάπη, θάβαζαν να τους χωρίζη αυτό το γυμνό σπαθί; Και δεν ξέρει καθένας, ότι μια ολόγυμνη λάμα που χωρίζει δυο σώματα, είναι εγγύησις και φύλακας αγνότητος; Αν αγαπιώντανε με τρελλή αγάπη, θα κοιμώντανε έτσι τόσο αγνά; Όχι, δε θα τους σκοτώσω.
Μπας και μου τάμαθε ο παπούς τέτοια παραμύθια; Κ' έλεγα πως μ' αγαπούσε! Τι αγάπη είναι αφτή; Και πώς δεν πεθαίνει τώρα, σα μ' αγαπά, για να γλυτώσω εγώ; Τέσσερεις. Να σκοτώσω κανέναν κ' έτσι να γλυτώσω. Πρέπει να πεθάνη ο μουσαφίρης. Να, τώρα, γρήγορα θα πιαστή και το κεφάλι μου. Ίδρος, κρύος ίδρος με περεχύνει. Αφού πιαστή και το κεφάλι μου, δε θα νοιώθω τίποτις πια, δε θα νοιώθω τον πόνο.
— Αληθινά, είπε στον Κακαμπό, αν δεν είχα ιδεί με τα μάτια μου να κρεμάνε το δόχτορα Παγγλώσση κι' αν δεν είχα τη δυστυχία να σκοτώσω το βαρώνο, θα πίστευα, πως είναι αυτοί, που τραβούνε κουπί μέσα σ' αυτή τη γαλέρα. Μόλις ακούσανε τα ονόματα Παγγλώσσης και βαρώνος, οι δυο κατάδικοι βγάλανε μεγάλο ξεφωνητό, σταματήσανε πάνω στον μπάγκο τους, αφήνοντας τα κουπιά τους να πέσουνε.
Διότι δεν πρόκειται ν' ακούση ευχάριστα λόγια. Εγώ, διά ν' αφήσης τον άγιον βωμόν της θεάς, σε ηπείλησα με τον θάνατον αυτού του παιδιού και σε ηνάγκασα να έλθης εις τα χέρια μου, διά να σε σκοτώσω. Και αυτά μεν μάθε ότι είναι αποφασισμένα δι' εσέ. Ότι όμως αφορά εις αυτό το παιδί θα το αποφασίση η κόρη μου, αν θέλη να το σκοτώση, ή όχι.
Και όμως συ κατοικείς μαζί της, κάτω από την ιδίαν στέγην, και την ανέχεσαι να τρώγη εις το ίδιον μ' εσέ τραπέζι, και την αφήνεις να γεννά εις το σπίτι σου παιδιά, τα οποία είναι εχθροί; Και τώρα που εγώ, φροντίζων και δι' εσέ και δι' εμέ, θέλω να την σκοτώσω, την αφαιρείς μέσα από τα χέρια μου; Ας το σκεφθώμεν όμως μαζί — διότι δεν είναι εντροπή να γίνεται λόγος περί αυτού — αν η ιδική μου κόρη δεν γεννήση παιδιά, γεννηθούν όμως απ' αυτήν, θα ταφήσης να γίνουν βασιλείς αυτού του τόπου, της Φθιώτιδος; Και ενώ αυτά θα κατάγωνται από βαρβάρους θα βασιλεύσουν επί των Ελλήνων; Και έπειτα εγώ παραλογίζομαι σκεπτόμενος άδικα, ενώ συ είσαι φρόνιμος; Σκέψου και τούτο• αν έδιδες την κόρη σου γυναίκα εις ένα πολίτην κ' επάθαινε ό,τι έπαθε η ιδική μου, θα το υπέφερες σιωπών; Εν τούτοις χάριν μιας ξένης υβρίζεις τους συγγενείς και τους φίλους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν