Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Η Σοφία, έτεινεν ισχυρώς τα ώτα, και οι ψίθυροι εγίνοντο ευκρινέστεροι. Τότε εσηκώθη σιγά, επάτησε με τους πόδας γυμνούς δύο βήματα, και ήνοιξεν έν μικρόν συρτάρι εις χαμηλόν σκαμνοτράπεζον παρά τον τοίχον. Την στιγμήν που ήνοιξε το συρτάρι ενθυμήθη να επικαλεσθή τα θεία.

Ο Κωστής το ανεζήτει τώρα εις το ζεμπίλι, αλλ' εις το ζεμπίλι δεν ήτο, ούτε επήδησε μοναχόν του οπίσω, αφού άπαξ το είχε βγάλει εκείθεν. Εψάξαμεν πολλήν ώραν με το κερί, τέλος το ηύραμεν σιγά εις την βοοειοδυτικήν γωνίαν του εκκλησιδίου, παρά τας ανθοδόχας, όπου ευωδίαζον εκεί βασιλικά και ρεσμαρή και δενδρολίβανα. Εφάγομεν το λιτόν δείπνον μας, επίομεν, εδευτερώσαμεν με την φλάσκαν.

Αυτά 'παν κείνοι κ' έφυγαν κ' εγέλασε η καρδιά μου πως τ' όνομά μου απάτησε κ' η αλάθευτή μου γνώσι. και ο Κύκλωπας εστέναζε, με πόνους και με οδύναις, 415 και ψηλαφώντας σήκωσε τον λίθον απ' την θύρα, και αυτούτην θύρα κάθισεν απλόνοντας τα χέρια, κάποιον να πιάση, ως έβγαινετην μέση των προβάτων• πως θα 'μουν τόσο εγώ μωρός είχετον νου του ελπίδα. και ωστόσο τον καλήτερον τρόπον εζήτα ο νους μου, 420 ναύρω απ' τον θάνατον φυγή της συντροφιάς κ' εμένα. και απείρους δόλους ύφαινα, τέχναις πολλαίς, ως πρέπει για την ζωή• τι συμφορά μεγάλ' ήταν κοντά μας. και ιδού ποια συμφερώτερη τότε μου εφάνη γνώμη. ήσαν αρνιά καλόθρεφτα, εύμορφα και μεγάλα, 425 'π' ως το γιοφύλλι εμαύριζε το δασερό μαλλί τους. σιγά με βούρλα τα 'δεσα καλόστριφτ', απ' εκείνα 'που τα 'χε στρώμα ο Κύκλωπας, τ' άνομο εκείνο τέρας• τριπλά, τριπλά• το μεσινόν έφερνεν έναν άνδρα, τα δυοτο πλάγι εβάδιζαν κ' έσωζαν τους συντρόφους• 430 ώστ' έναν άνθρωπον τρι' αρνιά βαστούσαν και εις εκείνα κριάρ' είδα λαμπρότατο, κ' ευθύς από τα νώτα το 'πιασα εγώ, τυλίχθηκατην δασερή κοιλιά του, και από το πλούσιο του μαλλί πιασμένος με τα χέρια σφικτά κρατιούμουν, κ' έμενα μ' αδάμαστην καρδία. 435

Να ιστορία μια φορά· η καλλίτερη απ' ούλες, είπεν εκείνος. Μου εκεντήθηκε η περιέργεια και τον επαρακάλεσα να μου πη όσα ήξερε. — Δεν έτυχε ν' ακούσης για τη Δεκοχτούρ', αφεντικό; Δεκοχτώ, μαθές, την αγαπήσανε και κανένα δεν επήρενε. Και σιγά σιγά, με δικά του λόγια και με δικές του παρατήρησες, μου εδιηγήθηκε τη γνωστή ιστορία της Σμαραγδούλας. Και αφού εστάθηκε λίγο, είπεν ακόμα.

Σε λίγο σηκώνεται και προχωρεί σιγά σιγά, λίγο λίγο και ξανακάθεται κάπου και μετασηκώνεται, με το αλαφρό χαμόγελο στα άναιμα χείλια . . . Περνά, τρέχει από μπροστά της κανένα παιδί, αγέρας δροσερός, πολυθόρυβος, τα χείλια της γρηάς σαν ν' ανοίγωνται περισσότερο, σαν κάτι να αισθάνεται χαροπό και συνάζει τα ψύχαλα της ζωής που της έμεινε και πηγαίνει μπρος . . .

Άρχισε να το διαβάζει, με το πανί κρεμασμένο στο μπράτσο και τα μάτια ακόμη υγρά από τα δάκρια της αγάπης. «Εν ονόματι της Μεγαλειότητός του Βασιλέως ….» Το χαρτί είχε κάτι το μυστηριώδες και φοβερό: έμοιαζε να προέρχεται από κάποια δύναμη του κακού. Σιγά σιγά, όσο διάβαζε και καταλάβαινε, η Νοέμι νόμιζε ότι ονειρεύεται. Πήγε πάλι να καθίσει και ξαναδιάβασε καλύτερα.

Προσέχει περισσότερον, ανοίγει σιγά το παράθυρον, εξάγει την κεφαλήν του, και βλέπει μολοσσόν υπερμεγέθη γοερώς ωρυόμενον, και σύροντα παταγωδώς επί του λιθοστρώτου κολοσσιαίον αγγείον εκ λευκοσιδήρου, προσηρτημένον εις την ουράν του.

Όλοι για παιχνίδι την έπαιρναν τη βαθειά και την τρυφερή εκείνη την αγάπη! Έκαμαν το σταυρό τους σαν άκουσαν την είδηση, κ' η μάννα μου, κ' η Αννούλα. Έκαμαν το σταυρό τους, και σύχασαν. Άμα είταν άγιος στη μέση, λόγος δεν έπεφτε κανενός. ...Σιγά σιγά ξανάρχισαν πάλι την ομιλία.

Έκυπτον δε μαζή του οι εκ δεξιών και αριστερών γείτονές του, περίεργοι, θαυμάζοντες και μειδιώντες, ανταλλάσσοντες δε σιγά τας εκ του παραδόξου θεάματος εντυπώσεις των. Έτυχε να κάθημαι όπισθέν του την ημέραν εκείνην, και πολλήν ησθάνθην περιέργειαν να ίδω τι εκίνει τον θαυμασμόν των γειτόνων του Σοφή.

Οι γυναίκες της αριστοκρατίας έχουν για μένα ακατανίκητα θέλγητρα και είνε μεγάλη τιμή για μένα, τιμή, που είμαι πρόθυμος να την αγοράσω ακριβώτατα. Πήγαινε σιγάσιγά να κρυφακούσης. ΔΟΡΑΝΤ Ύστερ' από λίγο θ' απολαύσετε την παρουσία της και τα μάτια σας για πολλή ώρα θα χορταίνουν.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν