Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


«Δαίμονες, τα υπερήφανα λόγια ν' αφήστε τώρα όλα μαζή, μήπως κανείς και μέσα τ' αναφέρη. 775 και ας σηκωθούμ' έτσι σιγά, και ας δώσουμ' εμείς τέλοςαυτό, 'που εβουλευθήκαμε και αποφασίσαμ' όλοι».

Ο Μανώλης ήθελε να κάμη τον θυμωμένον και να φύγη· αλλά δεν είχε τόσην δύναμιν θελήσεως και αντί ν' απομακρυνθή επλησίασε και σιγά- σιγά εκάθησεν εις το «σανίδι» του τελάρου.

Κατάρραχα το βουνό της Καστρίτσας ανοίγεται απλωτό και καλόχτιστο και πέφτει σιγά σιγά κι ομαλά κατά την άκρα του προς τη λίμνη.

Μακρυά της, ήξερε ότι ο θάνατός του ήτανε βέβαιος και προσεχής. Καλλίτερα να πέθαινε με μιας, παρά σιγά- σιγά κάθε μέρα. Όποιος ζη με πόνο είναι σαν πεθαμμένος. Ο Τριστάνος επιθυμεί το θάνατο, θέλει το θάνατο. Αλλ' ας μάθη τουλάχιστον η Βασίλισσα ότι πέθανε για την αγάπη της. Ας το μάθη! Ο θάνατός του θα είναι έτσι πειο γλυκός.

Νόστιμα κι αθώα σαν τη βαρκούλα που σου λέω, κάμε το ταξιδάκι σου τώρα, σιγά σιγά, με τα γλυκά σου τα χαμογέλοια, με την πανάγαθή σου ψυχή, κάμε το ταξιδάκι σου και χαίρου άτρεμα τον Ωκεανό· είναι καλός ο καπετάνιος. Και τι μας μέλει εμάς για τη δόξα; Και μήπως έχει νόημα κανένα; Η δόξα τίποτις δεν είναι· η αγάπη όλα τα κατορθώνει. Γιατί θέλω τη δόξα για σένα; γιατί σ' αγαπώ.

Εκεί τόνε ξαπλώνει, κι' οχ το μερί τη χάλκινη φαρμακερή σαΐτα με το μαχαίρι τούκοψε, και τούπλυνε το αίμας 845 με χλιαρό νεράκι· απέ μια ρίζα με τα χέρια τρίβει και βάζει του, πικρή πονοκοιμήτρα ρίζα. Έτσι όλοι πια του λούφαξαν οι πόνοι, κι' η πληγή του σιγά σιγά ξεράθηκε και τούπαψε το αίμας.

Ησθάνετο βάρος εις την κεφαλήν, τα ώτα του εβόιζον φρικωδώς, οι οφθαλμοί του ήσαν νωθροί και κάθυγροι εκ του πυρετού. Σιγά σιγά, αργοβατών κατήλθε μετά πολλού κόπου εις το λαγκάδι του Μπάστα.

Ο Κέβης δε και ο Σιμμίας συνομιλούν σιγά μεταξύ των και ο Σωκράτης, αφ' ού είδεν αυτούς τους δύο ομιλούντας, ηρώτησε: Τι ελέγετε μεταξύ σας; Μήπως σας φαίνεται ότι ωμίλησα ελλιπώς; Διότι το ζήτημα έχει ακόμη πολλάς αμφιβολίας και αντιρρήσεις, αν πρόκειται να διαπραγματευθή κανείς αυτά τα πράγματα αρκετά. Και ο Σιμμίας είπε· και όμως, ω Σώκρατες, θα σοι είπω την αλήθειαν.

Μα εγώ πάντα τόλεγα πως έχεις κεφάλι του λόγου σου, έχεις γερό κεφάλι!... Και τι φούρκα που θαν την πάρουνε! του πρόσθεσε γελώντας και σέρνοντάς τον ευχαριστημένον στην τραπεζαρία. — Τα κατάφερες; — μπράβο σου! της είπε σιγά ο Δημητράκης. — Τι να κάμης; στα παιδιά πρέπει να μιλάη κανείς παιδιάτικα... Στο τραπέζι κάθισαν ένας κ' ένας οι επίσημοι.

Και ο Διονυσόδωρος πάλιν μου ψιθυρίζει σιγά εις το αυτί: — Να ιδής, άλλο πάλιν αυτό, Σωκράτη, σαν το πρώτο. — Αλλά και η πρώτη, μα τον Δία, ερώτησις ήτο πράγματι ανταξία υμών. — Όλο τέτοια ερωτήματα κάνομ' εμείς, που δεν ημπορεί κανείς να τα βγάλη πέρα. — Και αυτό βέβαια εξηγεί πως έχετε τόσον κύρος μεταξύ των μαθητών σας.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν