Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Οι πόρτες, τα υποστυλώματα και το κάγκελο του μπαλκονιού ήταν φτιαγμένα από ξύλο λεπτοσκαλισμένο. Όλα όμως ήταν ετοιμόρροπα και το ξύλο σαρακοφαγωμένο, μαυρισμένο, λες και θα γινόταν σκόνη με το παραμικρό χτύπημα, σαν να το κομμάτιασε αόρατο τρυπάνι.

ΣΩΚΡ. Γιατί; Δεν νομίζεις ότι είνε θεός ο σκύλος; Δεν γνωρίζεις ότι ο Άνουβις ο θεός των Αιγυπτίων είνε κυνοκέφαλος, επίσης δε ο Σείριος εις τον ουρανόν και ο Κέρβερος εις τον Άδην; ΑΓΟΡ. Καλά λες, το λάθος είνε δικό μου. Αλλά κατά ποίον τρόπον ζης; ΣΩΚΡ. Κατοικώ εις μίαν πόλιν την οποίαν κατεσκεύασα διά τον εαυτόν μου, μεταχειρίζομαι δε πολίτευμα εντελώς ιδιαίτερον και νόμους δικούς μου.

ΑΝΑΤ. Έγωγες να γένηςκαι ντε λες ετζι, μόνε λες νύφη και κοκκόνα; πολύ σασκίνι άντρωπω είσαι ατζαΐπικο μπουταλά είσαι, να μη σε κακοφανή.... εγώ έτσι σασκίνι άντρωπο ντεν είδα ακόμα.... καρδιά του τέλει καφφέ, και να υρεύει κοκόνα νύφηακόμα να ντιούμε τι τα υρίψης, λοής κοπής ανάποντα πράγματα.

Πες μου, ψυχούλα μου Έφις, πού είναι.» «Πώς μπορώ να σας το πω, αφού ούτε εγώ το ξέρω;» «Πες το μου, πες το μου», επέμενε, σκύβοντας επάνω από το Έφις, ενώ έπιανε τα κολιέ της λες και ήθελε να τα βγάλει και να του τα προσφέρει. «Τον διώξατε; Τον έδιωξε η ντόνα Νοέμι;….. Πες το μου, εσύ το ξέρεις. Η Γκριζέντα μου θα πεθάνει…

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ναι, μα όταν λες ο , τι κάνεις; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Κάνω αυτό που μου είπατε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ω! τι φρίκη, όταν έχη κανείς να κάνη με ζώα! Ανοίγεις τας σιαγόνας και πλησιάζεις τας δυο γωνίας των χειλέων, ο , βλέπεις; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Αλήθεια, πολύ ωραίο είν' αυτό! Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θαυμάσιο! ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Διαφορετικά θα έκανες, αν έλεγες ένα ι , και ένα δα, δα και ένα φα, φα . Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι κουταμάρες είν' αυτές;

Μου παρουσιάζεσαι ακόμη μια φορά, όχι τέτοιος, όποιος είσαι τώρα μέσα στη σκοτεινιά του Άδου, αλλά τέτοιος &που έπρεπε να είσαι&, σκορπίζοντας σ' όλους τους ανέμους μιαν ύπαρξι γεμάτη μεγαλοπρέπεια και όνειρα, μέσα στην σκοτεινήν πόλιν των οραμάτων, στη Βενετία σου, στον γεμάτον από άστρα αυτόν παράδεισον κοντά στη θάλασσα, με τα παλάτια της που στο πνεύμα του Παλλάδιο χρωστά, τα παλάτια της με τα μεγάλα παράθυρα, που λες και ρεμβάζουν επάνω στα μυστηριώδη και σιγηλά νερά της.

Καθ' ην στιγμήν είχεν εισέλθει ο Γύφτος εις την καλύβην και προτού να εξέλθωσιν οι δύο νέοι εξ αυτής, ο ξένος ήρχισε συνδιάλεξιν με την Γύφτισσαν. — Δεν μου λες, μαστόρισσα, εκείνη εκεί... Και έδειξε την Αϊμάν. — Τι; είπεν η Γύφτισσα. — Εκείνη η κόρη, επανέλαβεν ο ξένος. — Ποία είνε; — Ποία είνε; — Ναι. — Είνε η Αϊμά. — Αϊμά; — Ναι. — Είνε το όνομά της; — Βέβαια. — Και τι όνομα είνε αυτό;

Βέβαια. — Τότε περίμενε να έβγη έξω απ' εκεί. — Και πότε θα έβγη; — Όποτε θέλη. — Την πάθαμε, είπε μετά κωμικής χειρονομίας ο Τρέκλας. — Υπομονή. — Μα είσαι ψεύτης τέλος πάντων. Δεν το πίστευα να λες τέτοια ψέμματα. — Αφού ειμπορείς να του τα πης ο ίδιος του αφέντη μου... — Διατί δεν έχεις υπομονήν; — Έτσι; — Αλλά με βιάζεις να του πω εγώ αυτά οπού συνέβησαν; — Ποία;

Περμ. Για λόγου σου να τα λες αυτά, κι όχι για μένα πουΠιπ. Που τα γνώριζες μαθές όλα εσύ! Χαγιάτι της Δέσπως. Νύχτα. Η Δέσπω κάθεται στο μιντέρι και κλώθει. Πλάγι της πλέχνει η Αρετούλα. Ο Κωσταντής κάθεται κοντά σε παράθυρο και κοιτάζει κάποτες έξω. Δέσπω. Τι να είτανε μαθές αυτό τόνειρο! Ένα καράβι, θεόρατο καράβι, και μέσα κόσμος αμέτρητος, κι όλο το σπιτικό μας μαζί.

Ο δε Μανώλης, όστις εις την φωνήν του πατρός του διέκρινεν απειλήν, απήντησεν εκ της κρύπτης του με παράπονον, ως να ήτο έτοιμος να κλαύση: — Δε θέλω να μου λες τέτοια πράμματα, αλλοιώς ... . Αλλά δεν συνεπλήρωσε την απειλήν, μη τολμών πλέον ούτε να διανοηθή ότι θα επανήρχετο εις τα βουνά διά να εξακολουθήση τον πρότερον βίον.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν