Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Τ' άλογα περπατούσαν κουρασμένα γλυστρώντας στα φύλλα, αφίνοντας τα πέταλά τους φωτιές και σπίθες στα στουρνάρια και στα χαλίκια, οι στρατοκόποι άλλοι πεζοί κι άλλοι καβάλλα βουβοί, αμίλητοι τραβούσαν πάντα μπροστά, κουρασμένοι, με πένθιμη όψη.

Το Μικρό Χωριό, εξόν της Κώσταινας, όλο έγεινε άνω-κάτω, γιατί δε μπορούσε να καταλάβη, αν ο άνθρωπος, που είταν καβάλλα στο μουλάρι, κι' έφερνε γύρα το χωριό, είταν άνθρωπος ή ίσκιωμα.... Άνθρωπος δεν είταν δυνατό να είταν, γιατί, ως άνθρωπος, θα είχεν ανάγκη για ζέστα, για θροφή και για ύπνο. Κι' επειδής φαίνονταν ότι δεν είχε ανάγκη απ' όλα αυτά, είταν χωρίς άλλο ίσκιωμα!..

Κι' οχ το φόβο μη του φύγη Αν τα φέρη αυτός τη γύρα, Εστοχάστη στο κυνήγι Ν' αποκλείση πάσα θύρα. 320 Στην κορφή οχ τον καθρέφτη Απηδόντας ανηβαίνει· Της κοιλιάς καβάλλα πέφτει Και του λόγου του συσταίνει· Διο απέδω, διο απέκει 325 Τα ποδάρια του κρατάει· Με μεγάλην έγνια στέκει, Μουλυχτά παραφυλάει.

Αλλά την άλλη μέρα καθώς υποπτευότανε την απάτη, πήρε μαζύ της τον ακόλουθό της, τον ξανθό Περινίς, και την Βραγγίνα, την νεαρά υπηρέτρια και σύντροφό της, και οι τρεις μαζύ πήγαν καβάλλα μυστικά κατά την σπηλιά του θερίου, μέχρις ότου η Ιζόλδη παρατήρησε στο δρόμο κάτι ίχνη με περίεργο σχήμα. Έπειτα ηύρε το θερίο χωρίς κεφάλι και το νεκρό άλογο: δεν ήτανε σελωμένο κατά τα έθιμα της Ιρλανδίας.

Ήτο ένας ροδόξανθος και ροδοκόκκινος νέος. Καβάλλα εις άσπρο εύμορφον άλογον, στολισμένον με χρυσαίς φούνταις εις το στήθος. Αρματωμένος ο άγιος με όλα τα άρματά του τα ολόχρυσα. Χρυσοπράσιναις δόξαις άστραφτεν ο θώρακάς του. Κόκκινη, βασιλική, η σέλλα του αλόγου. Με το ασημένιο το κοντάρι του, το μακρύ, μ' ένα μαλαμματένιον σταυρόν εις την άκρην επάνω. Τροπαιοφόρος και ρωμαλέος ο άγιος.

Κι' όταν το παιδί πήγαινε καβάλλα μαζύ με τους νεαρούς ιπποκόμους, θάλεγε κανείς ότι το άλογό του, τα όπλα του κι' αυτό το ίδιο δεν ήτανε παρά ένα, κι' ότι ποτέ δε θα χωριζόντανε. Βλέποντάς το τόσο ευγενικό και περήφανο, με τους πλατειούς ώμους του και τη λεπτή μέση, δυνατό, πιστό και αντρείο, όλοι παινούσαν τον Ρόχαλτ που είχε ένα τέτοιο γυιό.

Κατά την αυγή, οι τέσσερες σύντροφοι ανέβαιναν στο Λιντάν, όταν είδαν νάρχεται πίσω τους ένας άνθρωπος που ακολουθούσε τον ίδιο δρόμο καβάλλα στο άλογό του που πήγαινε βήμα σιγά σιγά. Ερρίχτηκαν πίσω από τα δέντρα, κι' ο άνθρωπος πέρασε χωρίς να τους δη γιατί ήταν κοιμισμένος. Ο Τριστάνος τον ανεγνώρισε. — Αδερφέ, είπε σιγανά στον Καερδέν, είναι ο ίδιος ο Ντινάς ντε Λιντάν. Κοιμάται.

Ο ναύτης, που ήταν στη βάρκα, άφησε τα κουπιά, σήκωσε την τσέργα από τον άνθρωπο, που ήταν καβάλλα, και την έστρωσε κάτω. Κατέβηκαν και οι άλλοι από πάνω. Έπιασαν με προσοχή τον άνθρωπο, που ήταν κουβαριασμένος απάνω στο λαιμό του ψηλού ανθρώπου, και τον ακούμπησαν στη βάρκα. Τον κουκκούλωσαν με την τσέργα και κάθησαν σκυμμένοι από πάνω του.

Ραβδί και κεφάλι έσπασαν μαζύ κομμάτια, κι' ο Περινίς, ο Ξανθός, ο Πιστός, έσπρωξε με το πόδι το πτώμα μέσα στο λάκκο τον σκεπασμένο με φύλλα. Την ωρισμένη μέρα, ο Βασιλιάς Μάρκος, η Ιζόλδη και οι βαρώνοι της Κορνουάλλης, καβάλλα στα υπερήφανα άλογά τους, έφθασανλαμπρή συνοδείαστον Άσπρο Κάμπο, μέχρι τον ποταμό.

«Καβάλλα απάνω σ' ένα γερό, ώμορφο και ψηλό άλογο, και κουκουλωμένος με μια μεγάλη καππότα, έμπαινα με μεγάλη χαρά στα πολυπόθητα σύνορα του χωριού μου, ύστερα από νυχτοπερπάτημα δέκα πέντε ωρών, δρόμο δέκα πέντε μερών και ξενιτειά δέκα πέντε χρονών, μακρυά, πολύ μακρυά, σε ξένα σύνορα και σε ξένα βασίλεια....

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν