Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
Τ' είν' αυτό που ασπρίζει; — Είναι χέρια. Δεν βλέπεις; Δυο χέρια γυμνά που κτυπούν το χώμα. — Δεν ακούς; — Ακούω. Ο άνεμος βογγάει μέσα στο πένθος του κάμπου. — Όχι, δεν είν' ο άνεμος. Η φωνή φωνάζει κάποιον να βγη απ' το χώμα : «Έλα! Έλα !. .. » Τον φωνάζει. — Ναι, ακούω τώρα. Φωνάζει: «Έλα! Έλα.... Τα χέρια κτυπούν το χώμα. Τα μαλλιά σέρνονται χάμω. Η φωνή φωνάζει: «Έλα ! Έλα....»
Να σου κι ο Κουρδουκέφαλος με το φουσάτο του· γιόμισαν οι ράχες· μπροστά τα κανόνια, πίσω ιππικόν του. — Δος μου το σπίτι να μη χυθή άδικα αίμα· μου ξαναλέγει. — Έλα ναν το πάρης τ' απαντώ, μολών λαβέ! — έτσι μίλαγαν οι πάποι μου.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Έχω το παράδειγμα της Φουλβίας.... Στρέψε, σε παρακαλώ, το πρόσωπον, και κλαύσε δι' αυτήν· αποχαιρέτησέ με έπειτα, και ειπέ ότι τα δάκρυα ταύτα χύνονται χάριν της βασιλίσσης της Αιγύπτου. Έλα, σε παρακαλώ, παίξε πρόσωπον δεξιού υποκριτού και κατόρθωσε να φανής αισθανόμενος λύπην ακραιφνή. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Αρκεί· θα μου ανάψης το αίμα.
Τώρα πηγαίνετ' απ' εδώ, σεις όλοι, τραβηχθήτε. Συ, Καπουλέτε, μοναχά έλα μαζή μου τώρα· και το απόγευμα και συ να έλθης, ω Μοντέκη , τι άλλο απεφάσισα κι' ορίζω να το μάθης. Φύγετ' ευθύς, ή θάνατος θα είναι η ποινή σας! ΜΟΝΤΕΚΗΣ Ποιος ξαναέβαλε φωτιάν 'ς την παλαιάν μας έχθραν; Ήσουν εδώ απ' την αρχήν, ανεψιέ; Ειπέ μου.
ΑΡΙΕΛ. Δεν προφθαίνεις να πης άμε κ' έλα, να πνεύσης δύο φορές, και να φωνάξης ν α, ν α· και καθένας τους ακροπηδώντας είναι δω με χάρες και με νεύματα. Μ' αγαπάς, Κύριε; όχι. ΠΡΟΣΠ. Πολύ, αξιόλογε Άριελ μου. Μη σιμώσης πριν με ακούσης να σε κράξω. ΑΡΙΕΛ. Πολύ καλά σ' εννοώ. ΠΡΟΣΠ. Πρόσεξε να 'σαι αληθινός· χαλίνωσε κομμάτι το παιγνίδισμα· οι φοβερώτεροι όρκοι είν' άχυρα για φωτιά του αίματος.
Κι' εκείνοι οι διο δεν ξέφυγαν το μάτι του βροντολάλητου Διός σαν πρόβαλαν στον κάμπο, Μον είδε και συμπόνεσε το γέρο ο γιος του Κρόνου, κι' αμέσως είπε στον Ερμή το γιο του εκεί μπροστά του «Ερμή, π' απ' όλους πιο πολύ σούναι χαρά σου εσένα 335 χωριό να κάνεις με θνητούς και συνακούς σαν κράζουν, έλα να πας, κι' ως τα γοργά τον Πρίαμο καράβια σύρε τον έτσι, π' Αχαιός να μην τον δει πριν άλλος, να μην τον νιώσει καν κανείς, πριν φτάσει ως στ' Αχιλέα.»
Δεν είναι δίκαιο, έτσι, χωρίς κανένα κέρδος να χάσω κοντά του τα ωραιότερα χρόνια της ζωής μου. Έλα, Τουανέττα, ας πάρωμε πρώτα όλα τα κλειδιά του. ΜΠΕΛΙΝΑ Α α α α! ΑΡΓΓΑΝ Μάλιστα, κυρία γυναίκα μου, έτσι μ' αγαπάς! ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Μπα! ο μακαρίτης δεν ήταν πεθαμένος! Αυτό θα με διδάξη και μένα να βάλω γνώσι στο εξής και θα μ' εμποδίση να κανω και πολλά άλλα.
Τώρα έλα βάλε, Πάτροκλε, τα ξακουστά άρματά μου να πας στη μάχη τα παιδιά που λαχταρούν κοντάρι, 65 τι μάβρο σύγνεφο, οι οχτροί, δες! πλάκωσαν τα πλοία βαριά, κι' είναι όλοι οι Δαναοί ρηγμένοι στ' ακροβράχια άκρη άκρη· λίγο κι' ο γιαλός θαν τους χωνέψει πίσω.
Επλησίασεν αυτός προς την γραίαν και την ερωτά, αν οι σκλάβες ήτον διά πούλημα. Ναι, είπεν η γραία· μα ετούτες, με όλον που είναι εύμορφες, δεν είναι διά λόγου σου αλλ' επειδή σε βλέπω πως είσαι ένας ευγενής άνθρωπος, επιθυμώ να σε κάμω να διαλέξης, την πλέον ωραίαν που να σου αρέση, από άλλες που έχω εις το σπήτι μου, και αν θέλης έλα κοντά μου διά να τις ιδής.
Ίσως περιπατούν έξω εις τον δρόμον και περιμένουν να σβύση το φως από την σάλα, και ύστερα να μβούνε. Άιντε, παιδί μου, για να μην ανησυχή περισσότερο η χανούμισσα, έλα να σε δείξω πού θενά πλαγιάσης. Μετά τινας ματαίας παρηγορίας προς την ταλαίπωρον Οθωμανίδα η μήτηρ μου προηγήθη, μικρόν ελαιόλυχνον κρατούσα, και εγώ την ηκολούθησα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν