United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δε θα μου είνε εύκολο, βέβαια, να νικήσω τον έρωτα που αισθάνομαι για σένα. Θα μου κοστίση πολύ, δεν είνε ζήτημα, θα υποφέρω κάμποσο καιρό, μα θα το κατορθώσω. Και προτιμώ να σχίσω την καρδιά μου παρά να υποχωρήσω. ΛΟΥΚΙΛΗ Πολύς θόρυβος για το τίποτα! Θα σου εξηγήσω αμέσως, Κλεόντ, ποιος ήταν ο λόγος που σε απέφυγα σήμερα το πρωί. Όχι· δε θέλω ν' ακούσω τίποτα. Σήμερα... ΛΟΥΚΙΛΗ Άκου λοιπόν.

Άκου κτύπους στα Χανιά, άκου τση κεπά κοντά, είπεν ο Σαϊτονικολής, επαναλαμβάνων μίαν παροιμιώδη φράσιν. Όταν έφθασαν εις το χωριό, είχεν ήδη δύσει ο ήλιος και εμφανισθή η νέα σελήνη· αι δε γυναίκες ατενίζουσαι προς αυτήν, εσταυροκοπούντο και έλεγον: Προσκυνώ σε νιο φεγγάρι Κιαπού σέπεμπεν ομάδι.

Οι γυναίκες μάλλον διασκέδασαν με τις διαβεβαιώσεις του και μετά από λίγη συζήτηση συμφώνησαν να μείνει, μια και ανάμεναν ότι η συντροφιά του θα ήταν ευχάριστη. «Μα, άκου φίλε μου» είπε η Ζωηδία. Θα ικανοποιήσουμε την επιθυμία σου μόνο αν είσαι απόλυτα ευγενικός και αν διαφυλάξεις το μυστικό μας που έμαθες τυχαία. Μετά κάθισαν στο τραπέζι, που η Αμινά είχε καλύψει με τα πιάτα που ψώνισε.

Ομπρός, παιδιά, τι μείνατε έτσι πίσω; Μα άκου, ένα λόγο θα σας πω που θα σας τύχει κιόλας. 410 Δεν έχει χάδια πια για σας στο γονικό μας στάβλο, Μον θα σας κόψει αλύπητα ο λάζος τα λαρύγγια αν πιο αχαμνά απ' τον όκνο σας κερδίσουμε βραβείο. Μα δρόμο καταπόδι τους! Κι' εγώ έννια σας, δουλιά μου415 έχω το νου μουστο στενό να προσπεράσω πρώτος

Άκου, πιστεύεις πραγματικά ότι ο Τζατσίντο θα παντρευτεί την Γκριζέντα;» «Ναι, είναι σίγουρο» «Πότε θα παντρευτούν;» «Πριν από τα ΧριστούγενναΕκείνη χαμήλωσε το φως, σαν να ήθελε να δει καλύτερα το πρόσωπό του κι έτσι φώτισε καλά το δικό της. Πόσο χλωμή ήταν και πόσο νεανικό και ταυτόχρονα γερασμένο ήταν το πρόσωπο της!

Και πήρε με βαριά ψυχή την αμμουδιά άκρη άκρη του πολυτάραχου γιαλού, κι' έτσι όλο με κατάρες 35 της πυκνοπλέξουδης Λητός το γιο περικαλούσε «Άκου με, αργυροδόξαρε, εσύ που διαφεντέβεις την Κίλλα με το τόσο βιος και το νησί της Χρύσας, και που φυλάει την Τένεδο τ' ανίκητό σου χέρι.

Μον έλα τώρα σήκω! μήπως τις φλόγες δεις και καιν σε λίγο την πατρίδαΤότες ο θεοκάμωτος απολογιέται Πάρης «Έχτορα, σα με μάλωσες όχι άδικα, μον δίκια, για αφτά θενά σ' το ξηγηθώ· Μον άκου με και κρίνε. Εγώ όχι τόσο από θυμό ή φταίξιμο των Τρώων 335 κλείστηκα εδώ, μον ήθελα τη λύπη να χορτάσω.

Κι' άρχισε πρώτα ο Ποσειδός ναν του μιλάει και τούπε «Μη φέβγεις, του Πηλέα γιε, και μην παρατρομάζεις, τι τέτιοι εμείς θεοί ήρθαμε βοηθοί σου εδώ στον κάμπο με στέρξιμο του Δία, εγώ κι' η Αθηνά η Παλλάδα. 290 Έτσι δεν είναι η μοίρα σου ποτάμι να σε πνίξει, Μον τώρα θα λουφάξει αφτός, κι' εσύ θα σύρεις πίσω. Τώρα να πιά 'ναι η συβουλή που θα σου πούμε, κι' άκου.

Σκεπτόμενος λοιπόν κ' εγώ χωρίς να κλείσω μάτι, ευρήκα ένα διαβολικό στο τέλος μονοπάτι, όπου να μπη μέσααυτό, αν ίσως και τον πείσω, θα βρω την σωτηρία μου. Αλλά να τον ξυπνήσω πρέπει προτήτερα. . . Μα πώς;... Να βρούμε κάποιον τρόπο να μη του κάνη κόπο. Άκουσε, Φειδιππίδη μου! άκου, Φειδιππιδάκη! Ε, τι πατέρα; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ένα λόγον για πες μου: μ' αγαπάς πολύ εμένα;

Έγνοια σου, θυγατέρα μου, έγνοια σου, Μαργή μου, της είπε πραϋντικώς η χήρα, κεγώ θα μιλήσω του κυρού του. Άκου τον κουζούλακα πράμματα που τα κάνει! Αφού δ' εσκέφθη ολίγον είπε πάλιν ως να εμονολόγει: — Μα εχαλάσαν τα με τσοι Θωμαδιανούς; ... Παράξενο πράμμα! Να σου πω, μωρή παιδί μου, καλός νέος είνε, κιάν είνε αλήθεια και τα 'χάλασε με τη Θωμαδοπούλα ...