Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Γι' αυτό, σε λέγω, μην τον ζητάς μέσα στην Πόλι, μην τον ζητάς στα μακρυά. Θενάναι κανένας χωριανός, κανένας εδικός σου. Η μεγάλη περιέργεια μεθ' ης προσείχον εις τα γινόμενα μ' έκαμε φαίνεται να λησμονήσω, ότι ήμην κατάσκοπος μέχρι τούδε και να ερεισθώ βαρύτερόν πως επί της θύρας του κηπαρίου. Πριν ή το εννοήσω, η θύρα ηνοίγη μετά τρυγμού, κ' εγώ εφωράθην ιστάμενος όπισθεν αυτής.
— Και ο άνθρωπος εκείνος φέρει μαζή του μίαν πενταετή ή εξαετή κόρην, ήτις πρέπει να είνε μικρά... Ο αρχηγός κατέστη σύννους. — Πού είνε ο κατάσκοπός σου, είπε προς τον ιππότην, όστις ανεκάλυψε ταύτα; Επεθύμουν να τον εξετάσω εγώ ο ίδιος. — Το είχα προβλέψει, αρχηγέ, απήντησεν ο ιππότης, και διά τούτο τον έφερα μαζή μου. Διαταγήν μόνον της γενναιότητός σας περιμένει διά να παρουσιασθή.
Και πρωτόπαθες νέες σκλάβες, με γιομάτη την καρδιά απ’ της συμφοράς τη νέα την τύχη, περιμένουν κάποιου αφέντη εχθρού κρεβάτι όποιος λάχη ο νικητής που θα τους τύχη. Μα είν’ ελπίδα η νύχτα η σκότεινη να σώση απ’ τα ολόκλαυτα δεινά να με γλυτώση. Να, του στρατού ο κατάσκοπος, αν δε γαλιούμαι, κάποια καινούγιαν είδηση, φίλες, μας φέρνει με βία τ’ αδράχτια στρέφοντας των ποδαριώ του.
Αλλ' όμως η συνδιάλεξις αύτη μοι εφάνη αλλόκοτος και εκέντησε την περιέργειάν μου. Καθημένη επί τινος ξυλίνου σκίμποδος, με τας χείρας κατεσκεύαζον το ξαντόν, με τα ώτα δε ηκροώμην, και με τους οφθαλμούς έβλεπον εις την θύραν, δι' ης έμελλε να εισέλθη ο κατάσκοπος. Τέλος εισήλθεν ούτος.
Δεν είναι διά κατάσκοπος το ανθρωπάριον τούτο. Δεν τα έχει σωστά. Είναι κουτός ο δυστυχής! Και εξηκολούθησε ταπεινότερα τη φωνή μεταξύ των ο περί εμού λόγος, αλλά δεν ήκουα τι έλεγον. Ο Αράπης μ' έσυρεν έξω της σκιάδος και με ωδήγησε πάλιν εις την φυλακήν. Δεν ήτο εκ των καλλιτέρων νυκτών μου εκείνη, ούτε η επομένη, αναγνώστα μου.
Ούτω διά του θαύματος του Αγίου απαλλαγείς του ανοήτου πάθους του και άχρηστος ήδη ων ημίν ως ήρως μυθιστορήματος, καθίστατο από της στιγμής εκείνης χρησιμώτατον της κοινωνίας μέλος, λ ί α ν κ α τ ά λ λ η λ ο ς, αν έζη σήμερον, να ε ξ α σ κ ή σ η οιονδήποτε επάγγελμα, να γείνη γραμματοκομιστής, κατάσκοπος, βουλευτής, προικοθήρας ή θεσιδιώκτης, να κρατή τα κατάστιχα Χίου εμπόρου ή τους πόδας αγχονιζομένου καταδίκου.. Αλλά κατά την εποχήν εκείνην τα Κ ύ ρ ι ε ε λ έ η σ ο ν ήσαν η καλυτέρα τέχνη, και καλώς ποιών έμεινε καλόγηρος, ως πρότερον ο Φρουμέντιος.
Καθένας τους είναι εις του άλλου την εξουσία· πλην η υπόθεση πάρα γοργά προχωρεί, και χρειάζεται να την δυσκολέψω, μήπως το ευκολοκέρδιστο πράμμα φανή αψήφιστο εύρεμα. — Ένα λόγο, κύριε, — σου λέγω να μ' ακούσης· — του λόγου σου εδώ κλέφτεις ένα ξένο όνομα, κ' εμπήκες εις τούτο το νησί κατάσκοπος, να μου το πάρης εμένα, που είμαι ο κύριός του. ΦΕΡΔΙΝ. Όχι, σε βεβαιώνω, ωσάν άνδρας.
Αφτός λοιπόν του Έχτορα του λέει μπροστά στους Τρώες «Έχτορα, ναι! η ατρόμητη μου λέει καρδιά μου εμένα πέρα να πάω ατά μελανά καράβια και να μάθω. 320 Μον σήκωσε έλα το ραβδί, κι' ορκίσου μου στο Δία πως χαλκοπλούμιστη άμαξα θα μου χαρίσεις κι' άτια, αφτά που παν στον πόλεμο τον ξακουστό Αχιλέα, κι' εγώ άκαρπος κατάσκοπος δε θα φανώ σου ή ψέφτης· γιατί ίσα τόσο ως το στρατό θα σύρω, όσο να φτάσω 325 το πλοίο το βασιλικό, που εκεί οι αρχόντοι τώρα θάχουν βουλή αν θα μείνουνε ή κάλια να μισέψουν.»
― Άδειαν να πουλήσω εις τα χωρία την πραγματείαν μου. Εκεί Αράπης οπλοφόρος πλησιάζει τον Αγάν με την χείρα επί του στήθους και την κεφαλήν προς το έδαφος. ― Αγά μου, λέγει, ο νέος αυτός φορεί υποδήματα φραγκικά και θα είναι κατάσκοπος. Και δεικνύει διά της μαύρης χειρός του τους πόδας μου. Εστράφησαν προς αυτούς οι οφθαλμοί όλοι και τα ιδικά μου συγχρόνως βλέμματα.
Μα ο θεϊκός Δυσσέας τον νιώθει καθώς ζύγωνε και κάνει του Διομήδη 340 «Κάπιος, Διομήδη, ροβολάει — τήρα — μακριά απ' τους Τρώες, δεν ξέρω, καν κατάσκοπος των καραβιών καν θέλει καμιά να κλέψει αρματωσά απ' τα νεκρά κουφάρια. Μον άσ' τον πρώτα δίπλα μας να προχωρήσει λίγο όξω απ' τη στράτα, κι' έπειτα ορμάμε εμείς, κι' αμέσως 345 τον πιάνουμε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν