Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Λοιπόν κύριε Αριστόδημε· το χέρι σας; για τελευταία φορά· του είπε ο Περαχώρας, μπαίνοντας στο γραφείο με το καπέλλο στο χέρι. — Και σας ευχαριστούμε για την τόση σας φιλοξενία! επρόσθεσε ο Γκενεβέξος από πίσω του. — Ω κύριοι· εψιθύρισε ο Αριστόδημος, σκύβοντας ταπεινότατα το κεφάλι του. Λυπούμαι πολύ που χάνω την πολύτιμη συντροφιά σας.

Μερικοί εκ των κυρίων μας είχαν καταβή διά να καπνίσουν ήσυχα· και η επίλοιπος συντροφιά δεν εναντιώθηκε, όταν η ξενοδόχος επρότεινεν την συνετήν ιδέαν να μας παραχωρήση έν δωμάτιον, το οποίον είχε παραθυρόφυλλα και παραπετάσματα. Μόλις εισήλθαμεν εκεί, ότε η Καρολίνα κατεγίνετο να σχηματίση κύκλον από Καρέκλας και αφού η συντροφιά κατά παράκλησίν της εκάθησεν, επρότεινεν ένα παιγνίδι.

Ως κ' η άγια εκείνη η πέτρα στον τόπο της μένει. Και το χωριό; Και το σπίτι; Θα τα ξαναδούμε και κείνα, σαν αρχίσουμε τα παραμύθια μας, τα ταξίδια μας. Κάθε βράδυ τώρα κι εμπρός, αγνώριστε πατριώτη και κληρονόμε, θα την έχω την καλή σου τη συντροφιά. Θα ταξιδεύουμε κάθε βράδυ. Ταξίδια της φαντασίας ήσυχα και κρυφά. Θα βλέπουμε και θακούμε. Αχ, τι θα δούμε, και τι θακούσουμε! Μια ρωμιωσύνη αλάκερη!

Ο καυγάς άναψε: Ο Μαρτίνος αρπάζει τον παπά από τον ώμο και τον πετάει όξω· αυτό προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο και τους κάνανε αγωγή. Ο Αγαθούλης έγιανε· και κατά την ανάρρωσή του είχε πολύ καλή συντροφιά στο φαγητό του. Παίζανε δυνατό παιχνίδι. Ο Αγαθούλης απορούσε πολύ, πώς ποτέ δεν του ερχόντανε οι άσσοι· ο Μαρτίνος δεν απορούσε καθόλου!

Άνοιξε το στόμα της κεράς κ' έπεσαν βροχή πολίτικα λόγια, που τάκουγα κ' έλεγα, τι θάλεγε ανίσως κι άκουγε τις δικές μας τις χωριανές να μιλούνε! Παρακάτω στα λόγια δεν πήγαινε μήτε η μικρή. Και να μην τα πολυλογώ, σε κείνη τη συντροφιά εγώ είμουνα το κορίτσι.

Ολόγυρά του και μέσα του βασίλευε νέκρα και σιωπή. Μοναχά το ποτάμι μούγγριζε δίπλα του, σα να τούλεγε ότι το μούγγρισμ' αυτό θα νάχη από δω και πέρα συντροφιά και κουβέντα του, ως που ο καιρός κ' η βροχές θα να το σωριάσουν στα ρέματά του. Ο Φώτος είχε τραβήξει με τάλογο φορτωμένο κατά το δρόμο της Λάκκας.

Οι ιεροκήρυκες κηρύττουν κατά πολλών άλλων ελαττωμάτων, είπα· αλλά δεν ήκουσα ποτέ έως τώρα να πολεμήσουν από του άμβωνος περί της δυσθυμίας . Τούτο πρέπει να κάμνουν οι ιερείς των πόλεων, είπεν· οι χωρικοί δεν ηξεύρουν τι είναι δυσθυμία· δεν θα έβλαπτεν όμως ενίοτε, θα ήτο τουλάχιστον έν μάθημα διά την γυναίκα του και διά τον κύριον έπαρχον. — Η συντροφιά εγέλασε και αυτός δε μαζί μας εγκαρδίως, έως ότου τον έπιασε βήχας, που διέκοψε την συζήτησίν μας δι' ολίγον· τότε ο νέος έλαβε πάλιν τον λόγον: — Εκαλέσατε την δυσθυμίαν ελάττωμα· μου φαίνεται ότι τούτο είναι υπερβολή. — Καθόλου, του αποκρίθηκα, εάν εκείνο, με το οποίον βλάπτει κανείς τον εαυτόν του και τον πλησίον του αξίζη αυτό το όνομα.

Αλλά το ατμόπλοιον παρήλθε προ αυτού και προσωρμίσθη, όπως εσκόπευε, εις την Βεβαί. Η μικρά συντροφιά από εδώ εβάδισε προς τον ανήφορον μέσα από τους λευκούς ηλιολούστους τοίχους οι οποίοι περιβάλλουν τας προ της ορεινής πόλεως Μοντρέ αμπέλους· συκαί την οικίαν του χωρικού σκιάζουν, δάφναι και κυπάρισσοι αυξάνουν εις τους κήπους.

Πονείς ποθές; — Όι, αποκρίθηκα, δεν πονώ ποθές. Ο φόβος μου όμως δεν κράτησε πολύ και το πείσμα μου ξανάρθε με την αυθάδειά μου. Κείπα στη μητέρα μου: — Μη μου λες να μην πάω να την αποχαιρετήξω. Αυτό που θες δεν είνε καλό κιάνε μου το ξαναπής, θαρχίξω να πιαίνω κάθα μέρα να τση κάνω συντροφιά. — Συντροφιά!.. Παναγία Παρθένα!

Σαν που ταφήκα παιδί, το ξαναβρήκα και γέρος. Τη θάλασσα, τη θάλασσα κοίτα! Η θάλασσα είναι λεύτερη, αλυσίδα δεν τηνε δένει τη θάλασσα. Η θάλασσα χάφτει καράβι καθώς άνθρωπος χάφτει σπειρί άνιθο. Αρμάδες αλάκερες καταπίνει. Να, εκεί, κατά ταριστερά, έκαμε μια φορά η φωτιά συντροφιά με το κύμα, και μοιράστηκαν ένα καράβι ανάμεσά τους. Ένας Παππανικολής την έφερε τη φωτιά.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν