Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Και πριν ακόμα να συστηθή το Βυζάντιο, βρίσκουμε Μεγαρίτες αποκαταστημένους αντίκρυ, στην Καρχηδόνα. Ή όμως είταν ξυπνότερη η νέα η συντροφιά πούρριξε το σίδερο στο Κατάστενο μέσα, ή τους άνοιξε τα μάτια το Μαντείο με την πολύτιμη εκείνη συβουλή του, να στήσουν αποικία κατάντικρυ στους Τυφλούς.
Σα μπήκε στα Γιάννινα κ' είδε τα ψηλά εκείνα τα σπίτια με τα πολλά παραθύρια, τους δρόμους, τα μπεζεστένια, το παζάρι, τα μαγαζιά, τα κάστρα, τα σαράγια, τον κόσμο, την κίνηση, μαθημένος αυτός από τα χαμηλά του γρέκια, από τη συντροφιά του κοπαδιού κι από την ερημιά του βουνού και του χειμαδιού, έμεινε ολόρθος, κ' έχασκε σαν αλλαλιασμένος.
— Ε, βρε παιδιά, τι να γένη! είπεν ο ναύκληρος ο Γιάννης ο Μπύρρος, έχων τάξιμον ν' αγρυπνή πάντοτε την νύκτα των Χριστουγέννων, όπως-όπως, οπού και αν ευρίσκετο. Συντροφιά με την θάλασσαν, βρε παιδιά, θα τα πούμε τα Χριστούγεννα. Επάνω στο κύμα· σιμά 'ς τον αφρόν.
Τότε εισέρχεται ο έντιμος Α . . . , βγάζει το καπέλλο του, ενώ με προσβλέπει, έρχεται κοντά μου, και λέγει σιγά σιγά: — Σου συνέβη κανένα δυσάρεστον: — Εμένα; είπα. — Ο κόμης σε έδιωξεν από την συντροφιά. — Να την πάρη ο διάβολος! είπα· ευχαριστήθηκα που βγήκα εις τον καθαρόν αέρα. — Καλά, είπε, που το παίρνεις ελαφρά!
Την έκτην ώραν ανηγγέλθη το γεύμα. Ο αμφιτρύων μου με ωδήγησεν εις μίαν μεγάλην τραπεζαρίαν, όπου ήτο συγκεντρωμένη μία μεγάλη συντροφιά από 20 — 30 πρόσωπα εν όλω. Ήσαν άνθρωποι περιωπής, όπως μου εφάνη, και βεβαίως καλής ανατροφής, αν και η περιβολή των εφαίνετο υπερβολικού πλούτου, πολυτελείας και αρχαϊκής μεγαλοπρεπείας.
Δεξιά τα Ρημονήσια, γιγάντια κήτη, νομίζεις, αναδύσαντα εκ του βυθού, μαυρογάλανα, οζώδη, φαλακρά. Πλέουσι, θαρρείς, εν μακρά γραμμή, κατά σειράν, εν εξαισία παρατάξει, συντροφία γιγάντων, να προσκυνήσουν τον ιερόν Άθωνα, αποκαλύψαντα την πολιάν κορυφήν του ως προς υποδοχήν, ενώ από τους μαύρους βοστρύχους του κρέμανται μοναί και ασκητήρια, καλιαί αββάδων.
— Ευρέθη μουστερής δι' όλον τον χρόνον. — Αλήθεια; — Αλήθεια. Τρέξατε. Ο Μάχτος μετέβη προς την θύραν. Ο Βούγκος έμενεν έτι εντός, και ησχολείτο, κεκυφώς εις το έδαφος, εις την τοποθέτησιν εργαλείου τινός. — Πηγαίνετε λοιπόν γρήγορα, τρέξε, Βούγκο! Η μάννα σου φοβούμαι μη μας τον χαλάση με την ανοησίαν της. Σύρτε να του κρατήσετε συντροφιά.
Μείνε εσύ εδώ με την βασίλισσαν, απεκρίθη ο Ρουσκάδ προς τον Αλή, και κάμε της συντροφιά, και εγώ παίρνω το βάρος διά να φθάσω τον βασιλέα, και να τον φέρω εις τούτον τον τόπον. Έτσι λέγοντας εκαβαλλίκευσε το άλογόν του ο Ρουσκάδ, και ευθύς έτρεξε διά να φθάση τον βασιλέα της Θέμπας.
Πόθεν ήλθον; Πού πηγαίνουν οι φίλοι μου, οι κάτασπροι γλάροι; Είνε γλάροι της Μιτυλήνης; Είνε γλάροι της Λήμνου; της Τρωάδος είνε οι γλάροι η της Τενέδου; Τους έβλεπον τάχα και οι Αχαιοί; Ω! η λευκή, η καλή συντροφιά μου, οι γλάροι του Αιγαίου! Καταμεσής 'ς το πέλαγος αναμένουν να χαιρετίσωσι τους ταξειδεύοντας. Άγγελοι του αισίου πλου, υπάρξεις ποθηταί εν κρυερά του πόντου ερημία.
Ετραβήχτηκε σιγά σιγά από την συντροφιά και μέσα στης νύχτας το σκοτάδι έγεινε άφαντος. Το πρωί ο καλόγερος δεν ήτανε στο Μοναστήρι· επήρε το φτωχικό του δέμα κ' έφυγε· έφυγε γρήγορα, γρήγορα, να μην τον ιδούν, σαν να τον έδιωχταν! Δεν ήθελε ν' αντικρύση πλιο το μασκαρένιο πρόσωπο του υποκριτή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν