United States or American Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς λοιπόν κατοικούμεν εις τα βαθουλά μέρη της χωρίς να το καταλαμβάνωμεν, και νομίζομεν ότι κατοικούμεν επάνω εις την επιφάνειάν της, καθώς αν ένας, ο οποίος κατοικεί εις το μέσον του βυθού της θαλάσσης, ήθελε νομίζει ότι κατοικεί επάνω εις την επιφάνειαν αυτής, και βλέπων διά μέσου του νερού τον ήλιον και τα άλλα άστρα ήθελε νομίζει ότι η θάλασσα είναι ουρανός, ένεκα δε του βάρους και της αδυναμίας του ποτέ να μη έχη φθάσει εις τα επάνω επάνω μέρη της θαλάσσης, ούτε εξήλθέ ποτε και επρόβαλε το κεφάλι του έξω από την θάλασσαν, ώστε να έχη ίδει εις τον εδώ τόπον πόσον είναι καθαρώτερος και ωραιότερος από εκείνον, εις τον οποίον ευρίσκεται, ούτε έχει ακούσει περί αυτού κανένα άλλον, όστις τον έχει ίδει· έτσι λοιπόν και ημείς έχομεν πάθει το ίδιον.

Αγάπησα το πρόσωπο της θάλασσας, τους κόρφους, τα νησιά, τους θυμούς και τη γαλήνη της, μα τους θησαυρούς του βυθού της όχι· ποτέ! Από μικρός αισθανόμουν ανίκητη αηδία και τρόμο παράξενο εμπρός σε μια μηχανή. Δεν ξεύρω πώς μου εφαινόταν, δεν θυμούμαι πώς την επαρόμοιαζα, όχι όμως ποτέ με πλεούμενο, ευχή του θεού και καμάρι της θάλασσας.

Εξημέρωσε τέλος η κυριακή, η ημέρα της δημοπρασίας, λευκή, χιονισμένη. Του ουρανού αιθριάσαντος, αι Σποράδες εφαίνοντο ως τεράστια κήτη αναδύσαντα εκ του βυθού, με παλλεύκους χλαίνας. — Ας τα πάρουν κι' άλλοι, γέροντά μου, να ιδούν την γλύκα! Επανελάμβανε τότε ο κυρ-Δημάκης, απολέσας πλέον πάσαν ελπίδα μεταβάσεως εις Σκόπελον, και αυτοπαρηγορούμενος. — Ναι! Ναι! Επεδοκίμαζεν ο ερημίτης.

Ταύτα εβεβαίου ο θησαυροφύλαξ· εγώ όμως αγνοώ εάν έλεγεν αλήθειαν. Εκ της δοκιμής δε ταύτης συμπεραίνω ότι θα υπάρχωσιν εκεί ισχυραί δίναι αίτινες αναβαίνουσι και εξωθούσι το ύδωρ μεταξύ των ορέων μετά τοσαύτης ορμής ώστε η βολίς να μη δύναται να φθάση μέχρι του βυθού.

Αλλά και αι Νηρηίδες ανελθούσαι εκ του βυθού της θαλάσσης συνώδευον ιππεύουσαι επί δελφίνων, ημίγυμνοι αι περισσότεραι και χειροκροτούσαι• επίσης το γένος των Τριτώνων και όλαι αι άλλαι θαλάσσιαι θεότητες, όσων η όψις δεν είνε φοβερά, εχόρευον πέριξ της κόρης.

ΙΡΙΣ. Όχι, Ποσειδών, διότι η Ήρα επέβαλεν εις την γην διά μεγάλου όρκου να μη παραχωρήση εις την Λητώ τόπον διά τον τοκετόν της, μόνον δε αυτή η νήσος δεν μετέσχεν εις τον όρκον διότι ήτο αφανής. ΠΟΣ. Εννοώ. Λοιπόν στάσου, ω νήσος, και έξελθε πάλιν εκ του βυθού και παύσε να φέρεσαι προς το βάθος και μείνε ακίνητος και δέξου, ευδαιμονεστάτη, τα δύο τέκνα του αδελφού μου, τους ωραιοτέρους των θεών.

Τω όντι, επάνω εις την ωραιοτέραν του λιμένος θέσιν, επάνω εις το υψηλότερον του χωρίου μέρος, επάνω εις ένα βράχον λευκόν, λευκότερον από το κύμα, το οποίον τον έλουεν ημέραν και νύκτα, οι τηνιακοί τέκτονες έκτισαν πάλλευκον καλόν μέγαρον, ως εξαφρισθέν εκεί υπό νηρηίδων από του βυθού, με δύο ορόφους, με ογκώδη και υψηλήν πύλην, με μεγάλα παράθυρα, με μαρμάρινον πάγκαλον εξώστην, όπου καθήμενος ο καπετάν-Τσούρμας ο Παπαργυρός εκάπνιζε τα τσιμπούκι του κ' εκαμάρωνε, δίπλα του αραγμένας, της δύο σκούναις του, ότε κατέπλεον, περνώσαι μόνον και μόνον ίνα τον χαιρετίσουν και τας χαιρετίση, επειδή δεν εταξείδευε πλέον, παραδώσας την κυβέρνησίν των εις τον μονογενή αυτού υιόν.

Την είχα δει με τεράστια κύματα μεγαλωμένα από την παιδική φαντασία ως το αφάνταστο. Είχα δει τα φύκια, τις μέδουσες και τα θαλασσινά αστεράκια, ολάκερη την πλούσια ζωή του βυθού στους ρηχούς κόρφους και κοντά στους σταχτιούς σκοπέλους.

Εγώ είδα τα κόκκαλα κ' εγώ άκουσα για τις φρεγάδες τις βασιλικές. Από τα τόσα τέρατα μόνον εκείνες ηύραν την αθανασία! Αφού παράδειραν για χρόνια στ' ανοιχτά εκατέβηκαν σύγξυλες στους ξανθούς άμμους του βυθού. Η μία βρίσκεται στης Κρήτης τα νερά· η άλλη κάπου στη Ρόδο και οι άλλες δύο ανάμεσα στα Δωδεκάνησα.