Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Πέφτουν καταπάνω σ' ένα σώμα Βασιλικό ιππικό, πατείς με πατώ σε. Παίρνουν κατόπι από δίπλα ταριστερά της πεζούρας, τους κουβαριάζουν, και τους σπρώχνουν κατά το κέντρο. Ζουλήγουνται όλοι τους πήττα. Του κάκου φώναζαν οι αξιωματικοί· όλος ο στρατός κατάντησε φοβερή μάζα. Βλέποντας το Βασιλικό το ιππικό πως ελπίδα σωτηρίας δεν είχε, ξεκόβουν. Κατάλαβαν τότες οι πεζοί το τι κακό τους πρόσμενε.
Στέκοντας εκεί είχες τα τούρκικα τα σπίτια καταδεξά λίγο παρακάτου, τα τούρκικα τα λιόδεντρα πάνωθέ τους από την ίδια μεριά, ολόγυμνα καταρράχια και βοσκιές πίσωθε, χαμόδεντρα πάλε και κουμαριές και θυμάρια κατά ταριστερά. Μέρος που το σύχναζαν οι βοσκοί, το σύχναζαν κι όσοι βγαίνανε στους λαγούς ή στο χορτομάζωμα.
Προχωρούσε ο στρατός με μπροστοφυλακή από «ψιλούς» στρατιώτες κατά ταριστερά, να προφυλάγη το στρατό από τη μεριά της στεριάς. Από τα δεξιά πάλε αρμένιζε γιαλό γιαλό ο στόλος. Έφτασαν έτσι ως τη Γράσση, τη βασιλική εξοχή των Βαντάλων, και την κυριέψανε.
Η τράπεζα επί της οποίας έφαγον το λιτόν γεύμα των, τέσσαρες ξύλιναι καθέκλαι και είς ψάθινος καναπές ήσαν τα μόνα έπιπλά του. Ο καναπές ήτο άντικρυ της εστίας. Απέναντι της εισόδου, εις μεν την προς τα δεξιά γωνίαν του τοίχου ήτο η θύρα του κοιτώνος, εις δε την προς ταριστερά η θύρα του κήπου.
Εντός ολίγου έκαμψε προς ταριστερά, παρά τας υπωρείας γυμνού λοφίσκου, και είδε μακρόθεν ο ιερεύς μίαν κέδρον εκεί μονήρη, υπό δε την σκιάν της τους τοίχους της καλύβης του λεπρού. Προ δεκαπέντε ετών υπό τους κλώνας της κέδρου εκείνης είδεν ο Νάρκισσος τον δυστυχή ερημίτην, όστις προ πολλών και τότε ετών κατώκει εκεί.
Η μάχη ως τόσο αυτή δε φαίνεται να είταν αποφασιστικιά καθώς η άλλη της Δάρας, επειδή οι Σαρακηνοί που είχε μαζί του, και που κρατούσαν τα δεξιά του, κώλωσαν και τσακίστηκαν. Οι πεζοί του όμως από ταριστερά δείξανε στήθος. Τέλος ξεκαβαλλίκεψε κι ο ίδιος ο Βελισάριος, και με τέτοιο πείσμα και τέχνη κυβέρνησε τη μάχη, που τους έκαμε τους Πέρσους και τραβηχτήκανε.
Μετ' ολίγον εφάνησαν πολλαί νήσοι• πλησίον και προς ταριστερά η Φελλώ, όπου εκείνοι επορεύοντο, πόλις κτισμένη επί μεγάλου και στρογγυλού φελλού• μακρύτερα και μάλλον δεξιά πέντε πολύ μεγάλαι και υψηλαί, από τας οποίας ανεδίδοντο μεγάλαι φλόγες• προς την πρώραν μας εφαίνετο άλλη, πλατεία και χαμηλή, η οποία θα είχεν έκτασιν όχι μικροτέραν των πεντακοσίων σταδίων.
— Να τα πω εγώ τάλλα, λέγει τότε ο Μέλτος ο Μισακός, για να σε ξεκουράσω. Ο Μέλτος ο Μισακάς τότε εξηκολούθησε την συνέχειαν με σοβαρότητα κωμικήν του ευλογιοκομμένου και σπανού προσώπου του: — Εγώ στεκόμουνα εκεί 'ς ταριστερά, κοντά στον ψάλτην. Άμα είδα το τάλλαρο του δημάρχου, και της ρεγγίναις των αξιωματικών, και τάλλα ασημένια, βρε, λέγω, εδώ είνε δουλειά.
Σαν που ταφήκα παιδί, το ξαναβρήκα και γέρος. Τη θάλασσα, τη θάλασσα κοίτα! Η θάλασσα είναι λεύτερη, αλυσίδα δεν τηνε δένει τη θάλασσα. Η θάλασσα χάφτει καράβι καθώς άνθρωπος χάφτει σπειρί άνιθο. Αρμάδες αλάκερες καταπίνει. Να, εκεί, κατά ταριστερά, έκαμε μια φορά η φωτιά συντροφιά με το κύμα, και μοιράστηκαν ένα καράβι ανάμεσά τους. Ένας Παππανικολής την έφερε τη φωτιά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν