United States or Latvia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανάθεμά σε, ξενητειά, με τα φαρμάκια πώχεις! Θα πάρω έναν ανήφορο να βγω σε κορφοβούνι, Να βρω κλαράκι φουντωτό και ριζιμιό λιθάρι, Να βρω και μια κρυόβρυσι, να ξαπλωθώ 'ςτόν ίσκιο, Να πιω νερό να δροσισθώ, να πάρω 'λίγη ανάσα, Ν αρχίσω να συλλογισθώ της ξενητειάς τα πάθη. Να ειπώ τα μαύρα ντέρτια μου και τα παράπονά μου. Άνοιξε θλιβερή καρδιά και πικραμένο αχείλι.

Θέλει να μας αναγνώση απόψε μίαν νέαν ραψωδίαν της Τρωάδος, είπε, και με προσκαλεί να υπάγω. — Έχω μόνον διαταγήν να εγχειρίσω την επιστολήν, είπεν ο εκατόνταρχος. — Βεβαίως, δεν χρειάζεται απάντησις. Αλλά κάθησε ολίγον να πιής κάτι. — Σε ευχαριστώ, ευγενή άρχον· θα πίω εις την υγείαν σου· αλλά δεν δύναμαι να καθήσω, διότι είμαι εν υπηρεσία. — Ειξεύρω, είπεν ο Πετρώνιος κατά των χριστιανών.

— Ε, δεν μιλάς· δεν θα πάρης κ' εσύ το 'δικό σου, γέρω Μάρτη; είπεν εις αυτόν ο Φλεβάρης, ο γείτων του. — Αμ τι να πάρω εγώ, ο παληόγερος· εδωπά θ' ανοίξω τον πύρο μου να πιώ λιγάκι. Και άνοιξε μεγάλην τρύπαν εις το κατώτατον μέρος του βαρελιού.

Αλλά τι σε πειράζει αυτό; Ή φοβείσαι ότι θ' αποθάνης από δίψαν; Δεν βλέπω να υπάρχη άλλος Άδης εκτός τούτου ή θάνατος απ' εδώ εις άλλον τόπον. ΤΑΝ. Σωστά, αλλά και αυτό είνε μέρος της καταδίκης, να επιθυμώ να πιω ενώ δεν έχω ανάγκην.

Αχ! και δεν έκαμα να φτάσω ένα κεράσι, να δροσίσω το στόμα μου, που είνε φαρμάκι. Ξέχασα να πιω μια σταξιά νερό πριν φύγω . . . Ας φτάσω στη βρύσι, μια! Τότε μόνον ενθυμήθη ότι δεν είχε πίη νερόν πριν εξέλθη από το κατωγάκι, όπου είχε διέλθει ολίγας αλλά τόσον μακράς εναγωνίους ώρας.

Ωρθούτο επί των ποδών του, ατενίζων μακράν πέριξ, μή που διακρίνη καμμίαν πηγήν, κανένα ρύακα, καμμίαν σταγόνα νερού, αγνήν και ακίνδυνον να βρέξη τα φλέγοντα χείλη του, παρετήρει αγωνιών τα σύννεφα άτινα διήρχοντο άνωθεν του σοβαρά, μη ρίπτοντα ούτε μίαν σταγόνα, ενώ εφαίνοντο φουσκωμένα και κατάμαυρα, πλήρη υετού. — Δεν βαστάω, Μάρω μου, έσκασα· είπε τέλος. — Τι θα κάμης; — Θα πιω.

Μη συχίζεσαι με το τίποτε. Εγώ δε σε σιχαίνομαι βλέπεις. Θα πιώ στο ποτηράκι σου κ' εσύ δε θα πιής καθόλου. Ας αφίσουμε τα χωρατά. Είναι ανάγκη να τα κόψης όλα τούτα τα δηλητήρια. Χρειάζεται λίγη θέληση. Με λίγη θέληση νικάει κανένας όλους τους πειρασμούς, να σε χαρώ. ΦΛΕΡΗΣΩραία, μα το Θεό, αυτή η θεωρία για τη θέληση. Να κάνη κανένας την ευχαρίστηση τη δική του δεν είναι θέληση.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Πλησιάζομεν. — Ας κρούσωμεν τα ποτήρια. — Ε! Πίνω εις υγείαν του Καίσαρος. ΚΑΙΣΑΡ. Επεθύμουν να το αποφύγω. Μου είναι έργον επίπονον, διότι όσω περισσότερον πλύνω τον εγέφαλον, τόσω θολώτερος γίνεται. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Πρέπει να συμμορφώνεσαι με τας περιστάσεις. ΚΑΙΣΑΡ. Καλά λοιπόν, θα πίω κ' εγώ εις υγείαν σου.

Χάσου, βρωμόκουκλα! τι εγώ δε φέβγω, δε σ' αφίνω να μας πατήσεις το καστρί, και να μας πάρεις στ' Άργος 165 τα τέρια μας· σου τάζω πριν πως θα σ' το πιω το αίμας

Ξενιτεμένη έπλενε στην άκρη στο πηγάδι Κι ένας διαβάτης στάθηκε στο μαύρο του καβάλλα, Την εχαιρέτισε γλυκά και της μιλάει με πόνο. — Βγάλε τρεις σίκλους, λιγερή, να πιώ κι' εγώ κι' ο μαύρος, Και θα σου δώσω μάλαμμα για τον καλό σου κόπο. — Σου βγάζω ξένε μου νερό, να πιής κι' εσύ κι' ο μαύρος, Το μάλαμμά σου κράτα το, σ' εμένα δεν περνάει, Έχω τον άντρα μου μακρυά, στης Ξενιτειάς τα μέρη, Χρόνους εννιά τον καρτερώ και τρεις θα τον προσμένω, Κι αν ως τα τότε δεν ερθή, θα κόψω τα μαλλιά μου Θα βάψω τα σκουτάκια μου και καλογριά θα γένω. — Απέθανεν ο άντρας σου και μην τον περιμένης.