Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Όμως ο Βεζίρης έκανε ότι δεν έβλεπε, και γύρισε το κεφάλι του από την άλλη μεριά. Η Ζωηδία έμεινε για αρκετή ώρα στο μέσο της αίθουσας, μέχρι που τελικά η Σεραφεία πήγε κοντά της και την παρακάλεσε να καθίσει, μια που και αυτή έπρεπε να παίξει τον ρόλο της.

Οι υπερέτριές μας δεν είταν από κείνες που σκοτίζουνται πολύ· κι όταν τονέ φωνάξανε μερικές φορές και δεν πήραν απάντηση, ησυχάσανε με την ιδέα πως θαρθή, άμα πάρη να σκοτεινιάζη. Ο Σβεν λοιπόν βρήκε περίσταση να φύγη και πήγε και κάθησε μόνος του στην αποβάθρα. Δεν ήξερε σωστά την ώρα που θαρχότανε το βαπόρι κ' έτσι έπρεπε να περιμένη εκεί πολύ.

Κοπιάστε, Κύριοι, εσείς που καταγίνεστε στις Επιγραφές, και ξεδιαλύνετέ το. «Μη δυσανασχέτει, έσο βεβαία περί της σήμερον». Πως κάτι θα γίνη σήμερα, δε χρειάζεται δα και Οικονομίδης να μας το πη. Καταλάβαμε και πως πρέπει να πέρασε θυμωμένη νυχτιά. Μήτε στο κατώφλι δεν πήγε να προβοδίση τον άντρα της. Προσοχή, γιατί την ακούγω κι ανεβαίνει. Δεν έρχεται μέσα ως τόσο. Στην άλλη την κάμαρα τρύπωσε.

Μόνο λέγανε πάλι μια με την άλλη: «Πού να βρίσκεται ο καϋμένοςΚαλοκαίρι κι’ άνοιξη οι γυναικούλες, γυρίζοντας απ' τα χωράφια, μιλούσανε για τον τρελλό, που χάθηκε και κανένας δεν ξέρει πού να πήγε. .... Ένας χωρικός γύρισε με χρόνια από μακρυνή και πλούσια πολιτεία. Ο νεοφερμένος ιστορούσε στους συντοπίτες του μια παράξενη ιστορία. Την ιστορία ενός Προφήτη.

Μαυρίζουν τα μαντρόσκυλα που τρώνε τους διαβάτες, Έρχονται πρόθυμοι σιμά, πινάκι γάλα φέρνουν Και για την πέτρα θλιβερό τέτοιο αρχινάνε μύθο. Όλοι αγαπούν της τάξης τους ανύπαντρα κοράσια, Μα ο Λάμπρος, πιστικός φτωχός και τσέλιγγα κοπέλι, Πήγε κι' αγάπησε ο ζαβός τ' αφέντη του την κόρη, Την κόρη την μονάκριβη, τη Χρύσω την πανώρια.

Αλλά πηγαίνετε να τον βρήτε, ωραία φίλη, μιλήστε του, κυττάχτε αν θα τον αναγνωρίστε». Η Βραγγίνα πήγε στη σάλα όπου ο τρελλός μεινεμένος μονάχος, είχε καθήσει σε έναν πάγκο. Ο Τριστάνος την ανεγνώρισε, άφησε κάτω το ρόπαλο κ' είπε: «Βραγγίνα, άδολη Βραγγίνα, σας εξορκίζω στο Θεό, λυπηθήτε με! — Βρωμερέ τρελλέ, ποιος διάβολος σας είπε τόνομά μου;

Εκεί το νέβρο ο Πάρης 375 πίσω τραβάει του δοξαριού και ρήχνει, κι' η σαΐτα έτσι άδικα απ' το χέρι του δεν πήδησε, μον βρήκε το χτένι του δεξιού ποδιού, και διάβηκε ως αντίκρυ στη γης και μπήκε. Γέλασε με την καρδιά του ο Πάρης, κι' οχ την ποδόχη πήδηξε και τούπε φαντασμένα «Σε κάρφωσα, άδικα η ρηξά δεν πήγε!

Και βιαστικός τους έβγαλε τα τεχνικά άρματά τους 110 γνωρίζοντάς τους, τι και πριν μες στο καραβοστάσι τους είδε, τότε απ' το βουνό π' ο Αχιλιάς τους πήγε.

Αλλ' η θεια-Αννούσα ως να επεριπατούσεν εν τω χωρίω της, ως να εκάθητο εν τω οικίσκω της, ή και εις τον φούρνον ακόμη, περιμένουσα να φουρνίση, έλεγε τι έπαθε μια φορά που πήγε ν' αργολογήσητο αμπέλι τον Μάιον και ηύρε μια φωλιά με οχιαίς, κ' αυτή ενόμισε πως ήσαν μισιργούδια, κ' επήγε να τα πιάση, και μόνον πώς δεν την δάγκασαν· και όταν πάλιν το κύμα της άρπαξε δυο σινδόνια, που πήγε μία φορά να λευκάνητο Ξάνεμο, και μόνον που δεν επνίγηκεν έως να τα πιάση· πώς υπήγεν, ένα κοντόγιορτο, 'ς το Κάστρο, να λειτουργήση, 'ς τον Άη Γιάννη, και ξέχασεν από την βίαν της την λειτουργία, κ' ελειτούργησε, λέει, ο παππάς με ψωμί . . .

Λέγανε πως του είχαν κάνει μάγια. Τον είχαν μαγέψει, ναι! Μάγια αγάπης. Μέχρι που πήγε στην Ολιένα να συμβουλευτεί μια μάγισσα. Τελευταία, την περασμένη εβδομάδα, πήγε προσκύνημα στην Παναγία στο Γκονάρε και έκανε τάμα τρία σκούδα για να κάνει το θαύμα της. Αυτά λένε οι κακές γλώσσες

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν