Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Και γιατί να μην τα κλείση τα μάτια της η κόρη, μόνο ναφήση να τηνέ σύρη το γλυκό σας φέγγος κάτω απ’ τουρανού σας το λουλουδένιο μεθύσι . . . Και παραμέρισε τα βάτα η Λιόλια και πήγε κάτω απ’ τις μυγδαλιές . . και ξέχασε όλα γύρω της: τον κάμπο με τα λουλούδια και τις μέλισσες που ηθέλανε να την τσιμπήσουν και τις πεταλούδες που την πείραζαν και το Νίκο που την είχε φιλήσει.. και ξεφώνισε από λαχτάρα για τους ανθούς τους άσπρους. . . Λιόλια μου!
Τα νερά έφτακαν ως το Νιοχώρι και τα καΐκια πάγαιναν ως το χάνι της Ασφάκας. 1879 . Η πείνα πήρε ποδάρι. Τ' αλεύρι πήγε γρόσια 4 ως 4 1/2 την οκά. 1880, 7 Γενναριού , πάγωσε η λίμνη. Και το χιόνι βάσταξε 15 μέρες καταγής. 1880, Φλεβαριού 27, έπεσε η μονέδα της Τουρκιάς. Το μετζίτι από γρόσια 23 ήρθε 19.
Ήταν ωραία που πηγαίναμε έτσι, σαν να ήμασταν γίγαντες. Έτσι ζήτησε σε γάμο τη Γκριζέντα κι έτσι, με τη βοήθεια του Θεού, θα παντρευτούνε.» «Από ποιόν τη ζήτησε σε γάμο;» «Δεν ξέρω∙ από την ίδια!» «Πες μου Τσουαναντόνι, ο ντον Τζατσίντο πήγε στις θείες του, στις κυράδες μου;» Το αγόρι δίστασε πάλι. «Ναι», είπε έπειτα, «πήγε.
Τότες είναι που ο Χρυσόστομος πήγε και στάθηκε ανάμεσα στο λαφιασμένο Ευνούχο και στους αγριεμένους στρατιώτες που αγωνιζόντανε να τονέ σύρουν από τάσυλό του, Σαββάτο μέρα· και την αυριανή είχε λειτουργία και διδαχή του ξακουσμένου ρήτορα.
Άλλοι είπανε πως έπεσε στη θάλασσα, άλλοι πως πήρε τα βουνά, άλλοι πως πήγε στο Άγιον Όρος να καλογερέψη. Το πιστεύω. Δεν έμενε άλλος τόπος γι' αυτόν... Ήλθε το βαπόρι και μπαρκάρησα. Μέσα στη βάρκα ένα παιδάκι μούφερε ένα γράμμα κ' έφυγε. Τώβαλα στην τσέπη μου χωρίς να προσέξω. Σαν ξεκίνησε το βαπόρι, θυμήθηκα το γράμμα κ' έβγαλα να το διαβάσω. Ήτανε του Κυρ-Νικολάκη.
Εφτά χρόνους κατόπι θάμπωσε ο ήλιος σε τόσο βαθμό, που μόλις, λέει, έφεγγε σα φεγγάρι, κι όχι μονάχα τα πωρικά δεν ωριμάσανε, μα πήγε να παγώση κι ο κόσμος σάνε χειμώνιασε. Αυτό φυσικά πρέπει νάρθουν άλλες επιστήμες να το ξηγήσουν, καθώς και τάλλο, που στα 551, χινόπωρο καιρό, έσκανε ο τζίτζικας από τη ζέστα, ξαναβλάστησαν κι άνθισαν τα δέντρα και γέμισαν ταμπέλια σταφύλια!
Όμως αδιάφορος κι' ο γιος δεν έμεινε του Πάνθου άμα ο λεβέντης Πάτροκλος σκοτώθηκε, μον πήγε 10 κοντά του εκεί και στάθηκε και του Μενέλα τούπε «Θεόσπαρτε τ' Ατρέα γιε, Μενέλα πολεμάρχη, πίσω!
Αμέσως την άνοιξα κι αμέσως πήγε το μάτι μου σ' ένα μέρος που είτανε λόγος για ζηλοτυπία . Πολύ μου άρεσαν όσα διάβασα για τη ζηλοτυπία· είχαν κάμποση νοστιμάδα, είταν και γεμάτα ξυπνητάδες. Να σου πω την αλήθεια, δε νοιώθω γρυ από ψυχολογία· μην προσμένης να σου αραδιάσω φιλοσοφίες και σοφίες. Θυμήθηκα όμως, εκείνη την ώρα, δυο μου φίλους, δυστυχισμένους και τους δυο.
Είμαι σαν τον στρατιώτη που πήγε στον πόλεμο: επιστρέφω, αλλά δεν μπορώ να φοράω αυτά τα ρούχα.» «Πες μου τουλάχιστον, πού πήγες;» «Τίποτε το σπουδαίο, θέλησα να γυρίσω λίγο τον κόσμο.
Τότες στης Λήμνος το νησί τον πήρε και τον πήγε 40 ναν τον πουλήσει, κι' έδωκε τα γρόσα ο Καλοκράσης. Εκεί ένας βλάμης του, ο Αητιός, ξαναγοράζοντάς τον με χρήματα πολλά, αντικρύ τον πήγε στην Αρίσβα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν