Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Πιθυμούσε να το εννοήσω βαθιά πως το μόνο χρέος μου είτανε να στέκω στο πλευρό της σα φίλος και να της κρατώ το χέρι μοιράζοντας πάντα μαζί της το συναίστημα του σκοταδιού, που θαρχότανε και που το ποθούσε κ' η ίδια. Αγαπούσε τόσο βαθιά ο ένας τον άλλο μας, ώστε δεν ήθελε κανένας μας να παραιτήση τόνειρο που είχε να δη το στοχασμό του άλλου σύμφωνο με το δικό του.

Χαρά σ' εκείνονεάντρα ή γυναίκαπου θ' αγρυπνάη και θα περιμένη· και πάλι, ντροπή σ' εκείνονε, που θα τον πάρη ο ύπνος και θα κοιμηθή στη μεγάλη την ώρα. Και η Ταρσίτσα αγρυπνούσε μήνες και χρόνια, γιατί της είχε καρφωθή η ιδέα πως ο «Νυμφίος» θαρχότανε νύχτα, όπως το λέει το τροπάρι.

«Ωραίε γλυκέ φίλε, λέει ο Τριστάνος, είμαι σε ξένον τόπο όπου δεν έχω μήτε φίλο μήτε συγγενή κανένα, εκτός από σε. Μόνον συ μούδωσες χαρά και παρηγοριά σ' αυτή τη χώρα. Πεθαίνω. Θα ήθελα να ξαναϊδώ την Ιζόλδη την Ξανθή. Μα πώς, με τι τέχνασμα να κάνω να μάθη τη θέσι μου; Α! αν είχα έναν απεσταλμένο, που νάθελε να πάη κει πέρα, αμέσως θαρχότανε η Ιζόλδη, τόσο πολύ μαγαπάει.

Όταν καθότανε κανείς στη μικρότερη βεράντα και κοίταζε τις βελανιδιές και τον ήσυχο κόλπο πέρα από τον κήπο, δεν μπορούσε να μη στοχαστή πως όλα, όσα είτανε χτισμένα και καλλιεργημένα εδώ, θα χανόντανε μια φορά και πως θαρχότανε μια μέρα, που νέοι άνθρωποι θα βρίσκανε κρυμμένο στη γις ό,τι στέγασε τη χαρά και τη λύπη κ' έδωσε τροφή στο σώμα ανθρώπων ξεχασμένων από καιρό.

Σε μια σχισμάδα χαμηλά στο βράχο, είχε φυτρώσει μια χαρουπιά με πολλές παραφυάδες και σκέπαζε πολλή έκταση. Κάθησα κάτω από το δέντρο, με τρόπο που να με κρύβουν οι παραφυάδες. Η ιδέα ότι θαρχότανε το Βαγγελιό να με συναντήση, διάλυσε τους άπιστούς μου λογισμούς και την περίμενα με συγκίνηση, σα να μην είχε ταράξει και ψυχράνη τίποτε την αγάπη μου. Αλλά δεν περίμενα πολύ.

Μα τι ώφελος κι' αν έρριχνε τώρα, καλοκομμένα ξυλάκια στο νερό της πηγής; Η Ιζόλδη δε θαρχότανε πεια. Με φρόνιμα και αλαφρά βήματα, από το μονοπάτι που έπερνε άλλοτε η Βασίλισσα, ετόλμησε να πλησιάση στο Παλάτι. Στο δωμάτιό της, στα χέρια του Μάρκου αποκοιμισμένου, έμενε άγρυπνη η Ιζόλδη.

Μολαταύτα δεν είχε διαβάσει στάστρα ότι η Βασίλισσα θαρχότανε κείνο το βράδυ κάτω από το πεύκο; Ξέρει χίλια πράγματα. Πάρτε συμβουλή απ' αυτόν». Τρεχάτος ήρθε ο καταραμένος καμπούρης. Ο Ντενοαλέν τον αγκάλιασε. Ακούστε τι άτιμη προδοσία συμβούλεψε στο Βασιληά.

Ίσως να είταν αφορμή πως τώρα είχα τη βεβαιότητα πως ο αγώνας είτανε στο τέλος του. «Θε μου, να πεθάνημουρμούρισα· «να πέθαινε χωρίς πόνους τουλάχιστοΚι απορούσα πάντα πως μπορούσα να είμαι τόσο ήσυχος. Κοίταξα γύρω μου, άμα σταμάτησε τα τραίνο. Νόμισα πως θαρχότανε κάποιος να με περιμένη, μα δεν είτανε κανείς εκεί. «Τότε θα ζη ακόμα», συλλογίστηκα με την ίδια παράξενη ησυχία.

Οι υπερέτριές μας δεν είταν από κείνες που σκοτίζουνται πολύ· κι όταν τονέ φωνάξανε μερικές φορές και δεν πήραν απάντηση, ησυχάσανε με την ιδέα πως θαρθή, άμα πάρη να σκοτεινιάζη. Ο Σβεν λοιπόν βρήκε περίσταση να φύγη και πήγε και κάθησε μόνος του στην αποβάθρα. Δεν ήξερε σωστά την ώρα που θαρχότανε το βαπόρι κ' έτσι έπρεπε να περιμένη εκεί πολύ.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν