United States or Dominican Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δεσπότης ο Φιλόθεος εβαρέθη στο λαιμό, στον πόλεμο, και σε δέκα μέραις επρίστηκε και πέθανε και ο Κούρμας εσκοτώθη. Ήρθαν οι Τούρκοι και έδιωξαν τους Βενετσιάνους και εγώ με άλλους πολλούς αγκαλά και μας έταξαν οι Τούρκοι με όρκο να μη μας πειράξουν, έφυγα με το αδέρφι μου το Γηώργη και με κάτεργο του καπετάν Στάθη Βλαστού ήρθα σε τούτο το νησί της Ζακύνθου.

Αυτά 'πα, και τα εδέχθηκεν η ανδρική ψυχή τους. και όλον τον μήνα ακοίμητος Νότος εφύσα ουδ' άλλος 325 απ' τους ανέμους έπνεεν, Εύρος ειμή και Νότος. και όσο είχαν σίτον και κρασί κόκκινο οι σύντροφοι μου, τα βώδια δεν επείραξαν φοβούμενοι τον χάρο• αλλ' όταν όλαις η τροφαίς απ' το καράβι ελείψαν, και απ' την ανάγκη εγύριζαν κυνήγι αναζητώντας, 330 ψάρια, πουλιά, και ό,τ' εύρισκαν, με κύρτ' αγκίστρια πιάναν, η πείνα ως τους βασάνιζε• και τότε μέσα επήγα εις το νησί, να δεηθώ των αθανάτων, ίσως μου δείξη κάποιος των θεών του γυρισμού τον δρόμο. και αφούτα μέσα του νησιού, μακράν απ' τους συντρόφους, 335 εις μέρος ήλθ' απάνεμον, ενίφθηκα τα χέρια, κ' ευχήθην όλων των θεών των ολυμποκατοίκων• κ' εκείν' ύπνον γλυκύτατοντα βλέφαρά μου εχύσαν, κ' έκαμν' αρχή γνώμης κακής ο Ευρύλοχοςτους άλλους• «'ς ό,τι θα ειπώ προσέξετε, πολύπαθοί μου φίλοι• 340 όλ' είναι οι θάνατοι πικροί των άμοιρων ανθρώπων, αλλ' ο πολύ φρικτότερος, της πείνας ν' αποθάνης• του Ηλίου ταις καλήτεραις ας σύρουμ' αγελάδαις, προς τους θεούς να σφάξουμε τους ουρανοκατοίκους. και αντην Ιθάκη φθάσουμε, την ποθητήν πατρίδα, 345 του Ηλίου του Υπερίονα κτίζουμ' ευθύς ωραίον ναόν, και μέσ' ατίμητα πολλά κρεμάμε δώρα. αλλ' αν για βώδια ορθόκερα χολιάση και θελήση το πλοίο να συντρίψη αυτός, κ' οι άλλοι θεοί το στέργουν, κάλλιοτο κύμα χάσκοντας με μια να ξεψυχήσω, 350 παρά να τήκωμαι καιρούς εις ένα ερημονήσι».

Μόνη της η γριά, καλή γριά, προσπαθεί να θυμηθή κανένα παραμύθι. Οι άλλοι ξέρουνε, μα τι τους μέλει; Αδιαφορία και για τον κόπο το δικό σου και για την επιστήμη που σ' έφερε ως εκειδά. Ναγόραζες σμυρίγλι, θα τους βαστούσες όλη νύχτα στο ποδάρι. Θέλεις να φύγης, να πας σ' άλλο νησί. Βαπόρι δεν έχει.

Τότες στης Λήμνος το νησί τον πήρε και τον πήγε 40 ναν τον πουλήσει, κι' έδωκε τα γρόσα ο Καλοκράσης. Εκεί ένας βλάμης του, ο Αητιός, ξαναγοράζοντάς τον με χρήματα πολλά, αντικρύ τον πήγε στην Αρίσβα.

Και τρίτη σειρά κάστρα έσκιζε Μακεδονία και Θράκη και πήγαινε ως τα Θρακικά φρούρια κι ως τις οχυρωμένες πολιτείες, καθώς Ροδοστό, Ηράκλεια, Σηλυβριά. Κι άλλοι πάμπολλοι μικρότεροι πύργοι σκόρπιοι ανάμεσα στις τρεις εκείνες οχυρωμένες σειρές, ως τα μεσηβρινά της Μακεδονίας και ως την Ήπειρο. Απάνω στο νησί πάλε της Καστοριάς Λίμνης χτίστηκε η Ιουστινιανούπολη με μεγάλα οχυρώματα.

Αυτή η γνώμη ήρεσε του Σαέδ, και ευθύς εμισεύσαμεν εις το παραθαλάσσιον. Θεωρούμεν εκεί ότι ήτον ένα πλοιάριον ενός ψαρά Μώρου, δεμένον εις ένα παλούκι· ημείς με ογληγωρότητα το λύομεν, και εμβαίνοντας μέσα εξεμακρύναμεν πολλά απ' εκεί, κουπίζοντας με δύο ξύλα· ευρεθήκαμεν εις πλατειάν θάλασσαν, και εχάσαμεν το νησί από τα μάτια μας πριν έλθη η νύκτα.

Αυτά 'πε κ' εγώ προς αυτόν απάντησα και είπα• Γνωρίζεις, γέρε, — τι ερωτάς τούτα, να με πλανέσης; — 465 'πουτο νησί τόσους καιρούς κρατιούμαι, και ουδέ τέλος δύναμαι ναύρω, και η καρδιά της συντροφιάς μου λυόνει. αλλά συ 'πέ μου,—και οι θεοί γνωρίζουσι τα πάνταποιος μ' εμποδίζει των θεών, και μ' έδεσε εις τον δρόμο, και πώς, το μέγα πέλαγος σχίζοντας, να γυρίσω. 470

.... Ανήμερα τ' Άη-Γιαννιού η «Αθηνά», καμαρωτή και περήφανη, με γάπιες και παπαφίγκους, έβγαινε πρίμα από το λιμάνι για το πρώτο της ταξίδι. Καπετάνιος ο Μοναχάκης ο Κουμιώτης. Όλο το νησί είχε κατεβή κάτω στο γιαλό. Ο Μαστρο-Γιαλής κάτω στην αμμουδιά κουνούσε το μεγάλο κόκκινο μαντήλι του. — Ώρες καλές! Καλορρίζικα, Μοναχάκη! Την καλύτερη κοπέλλα της Σκιάθος εσύ την πήρες.

Μα η Άσπρη θάλασσα είνε απέραντη. Αρχίζει από το Γιβραλτάρι, και φτάνει στη Συρία. Σε ποιο μέρος της Άσπρης ήταν αυτός; Άρχισαν οι νησιώτες άντρες και γυναίκες, θαλασσινοί απόμαχοι και γυναίκες γλωσσοκοπάνες να δαιμονίζονται. Με τη φαντασία εψαχούλεψαν κάθε νησί της, κάθε χωριό, κάθε συνοικία· έπιαναν κάθε ξενοπάτη και τον εξέταζαν: — Μπρε καλέ μου, μπρε άρχοντα!