United States or Brunei ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και, πράγμα περίεργο, δεν ένοιωθε πια υποταγή στη ντόνα Έστερ ούτε φόβο στη ντόνα Νοέμι, ήταν σαν τον απελευθερωμένο δούλο που έγινε πλούσιος σε σύγκριση με τα φτωχά του αφεντικά. «Μπορώ να τις βοηθήσω, μπορώ ακόμη να τις βοηθήσω και ακόμη δεν το θέλουν…. Αύριο…» Περίμενε με αγωνία το αύριο∙ να γιατί δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Αύριο θα μιλήσει με τη Νοέμι.

Τότε ο βασιλεύς, ο οποίος πολλά την αγαπούσε, φοβούμενος τον κίνδυνον που ήτον επήγε διά να την ιδή, και εκεί την εβεβαίωσε πως δεν θέλει της μιλήσει πλέον περί ταύτης της υπανδρείας. Ετούτο δεν φθάνει, απεκρίθη η βασιλοπούλα, απεφάσισα διά να αποθάνω, οπόταν δεν μου ήθελες κάμει εκείνα, που έχω διά να σου ειπώ, με όρκον, που να μη με παρακούσης.

Είνε να μη γελάσω; Κάλλια που γελάω εγώ, πάρα να γελάνε οι ξένοι. Καληνύχτα. Έχω και λειτουργία το πρωί και παρακαθήσαμε με τις κουβέντες. Καληνύχτα, ξαδέρφισσα, κι' ο Θεός να σε φωτίση ναρθής στα λογικά σου. Σηκώθηκε βιαστικά ο παπάς, ξεδιάλυνε τα γένεια με τα δάχτυλά του και τράβηξε κατά την αντικρινή πόρτα. Η Ταρσίτσα έμεινε στον τόπο σαν νεκρωμένη. Ποτέ δεν της είχε μιλήσει έτσι ο παπάς.

Ο ψεύτικος τυφλός άκουγε και κρατούσε σφιχτά επάνω του το κλεμμένο δισάκι. Άρπαξε το χέρι του Ιστένε και του είπε: «Μείνε μαζί μου, διάολεΈμειναν έτσι με τα χέρια ενωμένα, όπως τους είχε δει ο Έφις να βγαίνουν από την καζάρμα του Φόνι, και έμοιαζε να τον περιμένουν κάπως προκλητικά να μιλήσει.

Έφτασε μπροστά στη Νοέμι και βλέποντάς την αναστατωμένη σταμάτησε, ενώ εκείνη ακουμπούσε βαριά με το ανοιχτό της χέρι στον τοίχο για να μην πέσει, τόσο πολύ την είχαν ταράξει η επιθυμία και ο τρόμος να μιλήσει στον διαβάτη. Εκείνος όμως ρώτησε. «Τι συμβαίνει, ΝοέμιΚι εκείνη ένιωσε να λιγοψυχά, να θέλει να φωνάξει βοήθεια. «Πρέντου, κάνε μου μια χάρη.

Είναι αδύνατο να μην αισθανώμεθα μια δυνατή προκατάληψη εναντίου ενός ανθρώπου, που μπορούσε να δηλητηριάση τον Lord Tennyson ή τον Γλάδστωνα ή τον Master of Balliol . Αν όμως ο άνθρωπος είχε φορέσει κοστούμι διαφορετικό ή μιλήσει γλώσσα διαφορετική από τη δική μας, αν είχε ζήσει στην αυτοκρατορική Ρώμη ή στον καιρό της Ιταλικής Αναγεννήσεως ή στην Ισπανία τον δέκατον έβδομον αιώνα ή σ' όποιαν άλλη χώρα ή εποχή εκτός από τη δική μας, θα είμαστε εντελώς ικανοί να εκτιμήσουμε δίχως προκατάληψη τη θέση και την αξία του.

Ύστερα ο κλονισμός που είχε νοιώσει στη θέα της λουρίδας της γυναικείας κνήμης άρχισε να πλημμυρίζει την ύπαρξή του, και να τον σέρνει σε μια ακατανίκητη ανάγκη να μιλήσει και να νοιώσει κοντά του, δική του τη γυναίκα. Έτρεξε στο ντουλαπάκι του, πήρε τ' απαιτούμενα και κάθισε σ' ένα πάγκο μπροστά στο τραπέζι του συσσιτίου, για να γράψει.

Είπε, κι' εκείνος χάρηκε σαν άκουσε το λόγο, και μες στους Τρώες τρέχοντας τους λόχους σταματούσε, τ' όπλο απ' τη μέση σφίγγοντας. Και στάθηκαν οι λόχοι. Μα άρχισαν κείθε οι Δαναοί ναν τόνε σημαδέβουν, και σαϊτιές του ρήχνανε και τον πετροβολούσαν. 80 Τότε έκραξε με μια φωνή μεγάλη ο Αγαμέμνος «Σταθείτε, παλικάρια μου! Αργίτες, μη βαράτε! Σα να ζητάει ο Έχτορας να μας μιλήσει κάτι

Ο Έφις ένοιωσε πόνο στην καρδιά αλλά δεν μπορούσε να μιλήσει. Είπε μόνο: «Τζατσιντί, το ’χεις ρίξει έξω, μου φαίνεται!» «Τι να κάνω; Να πάω να κρεμαστώ

Κι' οι άλλοι σε λιγάκι κοντοζυγώνουν, τα γοργά χτυπώντας άλογά τους. 275 Κι' έπιασε πρώτος του Λυκά ο γιος ναν του μιλήσει «Σκληρόκαρδε πολεμιστή, γιε του λαμπρού Τυδέα, λοιπόν δε σ' έφαγε η γοργή ρηξά, η πικρή σαΐτα· μα ας δούμε πάλι αν θα σε βρω με το κοντάρι τώρα