Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Ένα είναι βέβαιο, πως την αγαπώ. Την αγαπώ. Αφτό είναι βέβαιο. Είναι το μόνο βέβαιο. Να πάρης μια ώρα από τη ζωή μου, ό τι ώρα θέλεις, να την κόψης, να την κάμης κομμάτια, κομματάκια, ακόμη πιο μικρά κομματάκια, δε θα βρης ένα ψίχουλο καιρό που να μην είναι και κείνη μέσα· πάντα και πάντα εκείνηνα συλλογιούμαι. Γιατί και στον ύπνο μου μπήκε.
Εγώ έμεινα επάνω εις το νερόν κολυμβώντας όσον ηδυνάμην κατά το επίλοιπον της ημέρας· έφθασεν όμως μία νύκτα σκοτεινή με άνεμον σφοδρόν και άρχισε να βοά η θάλασσα από τα κύματα και εγώ σχεδόν έχασα τας δυνάμεις μου, όταν αιφνιδίως ένα κύμα σφοδρόν με έφερεν εις το περιγιάλι του νησιού και με έρριξεν έξω, επάνω εις την άμμον και όταν επάτησα στερεάν γην, με γρηγορότητα έτρεξα διά να μην έλθη άλλο κύμα και με σύρη μέσα· ως τόσον εβγήκα υγιής εις το νησί· και την αυγήν όταν εξημέρωσεν, περιτριγύρισα όλο εκείνο το νησί και αγκαλά το εύρον έρημον, και ακατοίκητον και μακράν από την στερεάν έως ογδοήντα μίλια, το οποίον με ελύπησεν αρκετά, ήτον όμως γεμάτο από διάφορα χόρτα και δένδρα καρποφόρα· όθεν παρηγόρησα ολίγον την πεινασμένην και ταλαιπωρημένην κοιλίαν μου με τα οπωρικά που εύρον.
— Δεν πειράζει, Μάρω μου· πήγαινε μέσα· είπεν ο Γιάννος εννοήσας τας σκέψεις της. — Μάνα σ' αφήσω μοναχόν;. . . . . — Δεν πειράζει· κ' εγώ θα κοιμηθώ. . . . . . Ο Γιάννος ελυπείτο την αδελφήν του κ' ήθελε πολύ να την αφήση να κοιμηθή· μία νύκτα ήτο, όπως περάση ας περάση και αυτός. Ευθύς όμως άμα έμεινε μόνος, η δειλία ήρχισε να τον κυριεύη.
Οι κώδωνες της εκκλησίας εσήμαινον προς αυτόν ως να ήθελον να του σημάνουν με τους ήχους των: «καλώς ώρισες εις την πατρίδα σου!» Η καρδιά του έπαλλε δυνατώτερα, ωγκούτο τόσον, ώστε η Μπαμπέττα για μια στιγμή εξηφανίζετο καθ' ολοκληρίαν εκεί μέσα· τόσον μεγάλη εγίνετο η καρδιά του, τόσον εγέμιζε με αναμνήσεις.
Κάποιος την θύραν μας κτυπά· ακούεις; — Έλα μέσα· 'λίγο νερό την πράξιν μας αρκεί να την ξεπλύνη· τόσον αρκεί! Τι έγεινε το παλαιόν σου θάρρος; Άκουε! Εξακολουθεί ο κρότος εις την θύραν! Το νυκτικόν σου φόρεσε, μη πρέπει να φανώμεν κ' ιδούν πως δεν 'πλαγιάσαμεν. — Μη χάνεσαι εις σκέψεις! ΜΑΚΒΕΘ Να 'ξεύρω το τι έκαμα! Ας ήτο να μη 'ξεύρω την ύπαρξίν μου! Κτύπα συ!
Εκτός λοιπόν τούτων, στέλλουν προς τούτοις τα παιδιά και εις τον παιδοτρίβην, διά να έχωσι τα σώματα καλύτερα, διά να υπηρετώσιν αυτά τον καλόν νουν, και να μη υποχρεώνωνται να δειλιάζουν ένεκα της αδυναμίας των σωμάτων και εις τους πολέμους και εις τας άλλας πράξεις, και κάμνουν αυτά εκείνοι οι οποίοι έχουν περισσότερον τα μέσα· έχουν δε τα μέσα περισσότερον οι πάρα πολύ πλούσιοι· και τα παιδιά τούτων, αφ' ου αρχίσουν εις πολύ μικράν ηλικίαν να πηγαίνουν εις διδασκάλους, παύουν να πηγαίνουν εις πολύ μεγάλην ηλικίαν.
Έτσι ακριβώς πρέπει λοιπόν τώρα να κάμω και διόλου πλέον να μη αναβάλω. Πρώτον λοιπόν από όλα ας αναμνησθώμεν, ότι εννέα το όλον χιλιάδες έτη έχουν περάση, αφ' ότου εκηρύχθη πόλεμος μεταξύ εκείνων οι οποίοι κατοικούν έξω από τας στήλας του Ηρακλέους και εκείνων όπου κατοικούν μέσα· το οποίον πρέπει τώρα να σας εκθέσω απ' αρχής μέχρι τέλους.
— Τι τον ήθελε τέτοιον όχτο ; είπε στην Ελπίδα· είνε σα να κλει την πόρτα να μην περάσουμε πια στο πατρικό μας· σα ν' αρνιέται τα δίκαιά μας. — Μη φοβάσαι διόλου· απάντησε ήσυχα ο Δημητράκης από μέσα· τα δίκαιά μας τίποτα δεν παθαίνουν· να είσαι βέβαιος.
Εγώ ο ίδιος εις το βάθος του λάκκου εδιάλεξα τα πλέον μεγαλύτερα και τα εκλεκτότερα, που ευρίσκονται εκεί μέσα· και ιδού που είμαι φορτωμένος και έχω γεμάτους κόρφους και τσέπες, και του τα έδειξα.
Οι σύντροφοι του με κολακίες και γλυκόλογα ζητούσανε να τον κρατούν ήσυχο. — Τα σκοτεινά πράμματα δε μ' αρέσουν εμένα· αν είνε γάμος θέλω κ' εγώ να ξέρω· εφώναζε δυνατά. Και εζήτηξε να σηκωθή, μα δυο σύντροφοι, ο ένας δεξιά κι' ο άλλος ζερβά, τον βαστάξανε. — Μην κάνης σαν παιδί, καϋμένε Στέφανε· ήντα σε κόφτει; ας κάμουν ό,τι θένε μέσα· βάλε να πιούμε. Και του εγέμισε το ποτήρι του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν