Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Είκοσι χρονών παιδί, καλή ώρα σαν το Γιαννιό τον αρραβωνιαστικό σου. Ποιο λεβέντης ακόμα. Τον καιρόν εκείνο είμαστε καλύτεροι από τους σημερινούς. Όσο πάει και ξεπέφτει η γενηά. Ας είνε... Ας είχα τα χρόνια του κι' ας ήμουνα κ' ο μισός απ' αυτόν. Γελάς ε; Έτσι γελούσε κ' η μάννα σου σαν της μιλούσαν για μένα. Καλότυχη! Όμορφη και καλή ήτανε μα κ' οι Βενετσάνες ήταν ωμορφότερες.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ Αχ! κλαίω ό,τι προσφιλέστερο και ό,τι πολυτιμότερο μπορούσα να χάσω στη ζωή μου, κλαίω το θάνατο του πατέρα μου. ΚΛΕΑΝΘΗΣ Θεέ μου! τι δυστύχημα! τι απροσδόκητη ατυχία! τώρα που είχα κ' εγώ παρακαλέσει το θείο σου να σε ζητήση για μένα κ' ήρθα να παρουσιαστώ στον πατέρα σου και να προσπαθήσω με σεβασμό και με χίλια παρακάλια να τον πείσω να μην αρνηθή.

Στο σχολείο του με πήγαν σηκωτό, διότι δεν ήθελα να πάω· κέκλαιγα κεσφάδαζα σόλο το δρόμο. Αλλ' ο δάσκαλος μένα κομμάτι καντιοζάχαρη εγλύκανε τη φοβερή ιδέα πούχα για το σχολείο. Αντικαταστάτη του Ηρακλή μας φέραν ένα παλιό δάσκαλο ονομαζόμενο Ράλιο.

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πως; τι θα κάμω; πες το συ κ' εγώ θα το τολμήσω. ΚΡΕΟΥΣΑ Εις την Αθήνα, σαν θα 'ρθη στο σπίτι το δικό μου. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Δεν τώπες ούτε συ καλά, κ' ύστερα λες για μένα. ΚΡΕΟΥΣΑ Πώς; τάχα εμάντευσες εσύ τ' ήλθε στο νου μου μέσα; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Συ θα περάσης για φονιάς, χωρίς να το σκοτώσης. ΚΡΕΟΥΣΑ Σωστά• λέν' πως η μητρυιές τους προγονούς μισούνε.

Στο χωριό μας, αν και ορεινό, δεν έλειπε το βλάβος, δηλαδή η ελονοσία· κιαν δεν ήτον η αρρώστεια του Βαγγελιού, ο νους της μητέρας μου θα πήγαινε αμέσως στο ρίγο, δηλαδή τον κοινό πυρετό· και θα μεταχειριζότανε σε μένα τις συνειθισμένες θεραπείες του πυρετού.

Έπειτα προσθέτει: Βασιληά, όταν εσκότωσα το δράκοντα και κατάκτησα την κόρη του Βασιληά της Ιρλανδίας, σε μένα την έδωκαν. Ήμουν κύριος να την κρατήσω, μα δεν το θέλησα. Την έφερα στον τόπο σας και σας τήνε παράδωσα. Μολαταύτα μόλις την πήρατε γυναίκα σας, οι προδότες σας έκαμαν να πιστέψετε τα ψέμματά τους. Απάνω στο θυμό σας, ωραίε θείε και κύριέ μου, θελήσατε να μας κάψετε χωρίς δίκη.

Φαινότανε καλά, πως δεν είχε μορφωθή από τον δόχτορα Παγγλώση, Στο τέλος των τριών μηνών, αφού έχασε τα χρήματά του κι' αφού με χόρτασε, με πούλησε σ' έναν Εβραίο ονομαζόμενο δον Ισσάχαρ, που εμπορευότανε στην Ολλανδία και στην Πορτογαλλία και που αγαπούσε με πάθος τις γυναίκες. Αυτός ο Εβραίος αφοσιώθηκε πολύ σε μένα, αλλά δεν κατώρθωσε να με νικήση.

Αξιότιμε κύριε, Σήμερα το πρωί έλαβα το γράμμα σας· σήμερα το πρωί ήθελα να σας στείλω ένα γράμμα μου και γω. Είταν έτοιμο και μου φάνηκε πως τέτοιο μου ζητήξατε. Το βάζω μέσα στον ίδιο πλίκο. Σας παρακαλώ να μου στείλετε όσους αριθμούς βγάλατε ως τώρα με ιντερβιού. Ο πρώτος έλεγε μερικά άτοπα για μένα, κι ο δέφτερος ακόμη. Θα μου άρεζε να διώ τι λεν κ' οι άλλοι.

Όχι· έφυγε μια ώρα μπροστήτερα από μένα. — Για δω; — Για δω·Και πώς δεν ήρθε; — Πώς δεν ήρθε μαθές; — Τι γείνηκε; — Τι γείνηκε, σ' ερωτώ κ' εγώ! Εναγώνιος ανησυχία εκυρίευσε τας δύο γυναίκας. Η Αφέντρα συνήψε τας χείρας εν απογνώσει. — Τι να έπαθε τάχα; — Πού είνε τος; — Γιατί δεν ήρθατε μαζί, αφού ήσουν για νάρθης και συ; ήρχισε να παραπονήται η Αφέντρα.

Καλέ, χριστιανή, αυτός είναι μιάμιση φορά μακρύτερος από μένα, πώς θέλεις να τον φορτωθώ στην ράχη μου! — Πιάσ' απ' εκεινά, σε λέγω, γιατί ξέρεις; Αν σε βαστά μην το κάμης! Έπιασα λοιπόν και με φόρτωσε τον Τουρκαλά στην ράχη μου κ' επήραμε τον δρόμο. Ο ΓεροΜούρτος έλιαζε την κοιλιά του έξω από την θύρα του χανιού.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν