Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Ιουνίου 2025


Από αυτήν διακρίνεται μια γωνία, ένα Λ πιο μικρό ή πιο μεγάλο, ποτέ όμως τόσο μεγάλο ώστε το μάτι να σταματά και να βρίσκει το τέρμα της ικανοποίησής του. Από τα λόγια των δύο γυναικών, ξεχώριζε τα κομμάτια αυτά τακτικά, και στον ίδιο συρμένο και γλήγορο ήχο: — Καϋμένη! — Έλα δα λοιπόν.,, — Ναι στη ζωή μου.,, Κύττα κει! — Αχ!.,, Μα τι περίεργο.,,

Εκείνη φίλησε τον Αγαθούλη και τον αδερφό της: οι δυο τους τη γριά: ο Αγαθούλης τις ξαγόρασε και τις δυο. Υπήρχε ένα μικρό χτήμα κει κοντά· η γριά πρότεινε στον Αγαθούλη να εγκατασταθούν εκεί, περιμένοντας ώσπου όλοι τους να βρούνε καλύτερη τύχη.

Ας είνε καλά ο αδερφός της που τη μάτιασε κει πέρα, και πήγε και τους αγόρασε και τους δυο πρι να τη στείλουν ως το Μισίρι. Κ' έτσι σαν πέρασε η φουρτούνα και κατεβήκαμε στο ρημαγμένο μας το χωριό, μου την έφεραν πάλι πίσω τη Φωτεινή με το στεροπαίδι της. Τανοίξαμε πάλε το σπιτικό μας. Αχ και τι σπιτικό!

Στο τέλος, οι ναυτικοί παρατήρησαν μέσα από τη μαύρη καταχνιά μια ακτή που ύψωνε τους γκρεμούς της και της ξέρες της: κομμάτια θα τους έκανε κει απάνω η θάλασσα. Μετάνοιωσαν. Γνωρίζοντας ότι ο θυμός της θάλασσας ερχότανε από αυτό το παιδίπου, ώρα μαύρη, είχαν αρπάξειαποφάσισαν να το ελευθερώσουν, και τώβαλαν σε μια βάρκα για να το βγάλη στη στεριά. Αμέσως έπεσαν οι άνεμοι και τα κύματα.

Ταις διαβάζω εγώ ταις Πράξεις, εγόγγυσεν ο Γαβριήλ, όστις εζήλευεν άμα έβλεπεν έκτακτον βοηθόν ή ψάλτην εν τω ναΐσκω. — Εσύ, Γαβριήλ, θα κάμης περισσότερα λάθη από όσαις λέξεις είνε τυπωμέναις μες το βιβλίο. Μόνον να μας κάμης δυο καλούς καφέδες, ιδιορρυθμίτικους , και να μας τους φέρης από 'κεί. Ορίστε, κυρ Κωνσταντέ, να περάσουμε στο κελλί το άλλο.

Έτσι και μια γυναίκα, είνε περισσότερ' από μια ώραήρθε και εγονάτισε στο μνήμα· θάκαμε ως φαίνεται, λάθος. — Ποια γυναίκα; είπεν ο Κλέων. — Την είδα από κει κάτω, από τη γωνιά μου, μα όσο να έρθω να ιδώ έφυγε . . . Μια πολύ αδύνατη, μου εφάνηκε. — Ά! είπεν ο ιατρός. Και απεμακρύνθη βραδυπορών. Εβάδισεν επί πολύ εν ταραχή.

εκείνον ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «Θάρρου· ως προς τούτο παντελώς ας μη φροντίση ο νους σου·το σπίτι τώρ' ας έμπουμε, 'πού 'ναι σιμάτον κήπο· κει πρώτα τον Τηλέμαχον και ομού τον χοιροτρόφον και τον βουκόλον έστειλα, τα γεύμα να ετοιμάσουν». 360

Κρύψου, Τύχη, αισχρή γυναίκα! και, Θεοί, σεις όλοι αντάμα πάρτε αυτής την εξουσίαν, και τ' αδράχτια του τροχού της σπάστε ομού και το στεφάνι, και από τ' ουρανού την άκρην τ' ολοστρόγγυλο φανάρι εις τα Τάρταρα κυλήστε κει 'πού κλειούνται οι κολασμένοι. ΠΟΛΩΝΙΟΣ Τούτο είναι πολύ μακρύ.

Μα ο Κωσταντής επίμενε και κάθε ημέρα εσυχνόλεγε της γριάς του: Δός τηνε μάνα μ' δος τηνε την Αρετή στα ξένα Στα ξένα 'κεί που περπατώ στα ξένα που πηγαίνω, Να 'χω κ' εγώ παρηγοριά να 'χω κ' εγώ κονάκι. Μα της μάνας η καρδιά δειλή και φιλύπωπτη πάντα δεν θέλει ν' ακούση τα λόγια του πραγματευτή και σοφά του απαντά: Φρόνημος είσαι Κωσταντή κι' άσχημ' απελογήθης.

Οι γονιοί σου μονάχα τα ξέρουνε. Είναι πολλές ώρες μακριά από δω το χωριό μας. Το καημένο το χωριό μας! Δεν το ξαναείδ' από τότες! Το καλυβάκι μας δεν είτανε μες το χωριό, είταν όξω, μέσα σε λόγγο δέντρα γεμάτο. Παραπάνω είταν η βοσκή, και κει έβοσκε τα γίδια του ο θειος μου ο Νικολής. Αμ' αυτός δα με προίκισε και με πάντρεψε. Εγώ είμουνα χρόνια ορφανοκόριτσο. Με πήρε και μου έδωσε το Γιωργή μου.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν