United States or Zambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' έβγαιναν τον ανήφορο οι Αγγλογάλλοι, πλήθος πολύ, καβαλλαρία, Δραγώνοι τους λέγανε, και φαντάροι, που φορούσαν κάτι πουτούρια και τους λέγανε Ζουάβους· κι' άλλοι με κατακόκκινες γιακέταις, κάτι φοβεροί, θεόρατοι, άνδρες ως 'κεί 'πάνω, με άντζες γυμνές, που φορούσαν κάτι σαν φουστανέλλες· κ' έβγαιναν κατά την πλατέα κ' εφοβέριζαν τον Όθωνα.

Σαν απέθανε όμως η Ευφημία, από δω είχε από κει είχε, κατάφερε το θειο του τον Αυτοκράτορα να βγάλη νόμο που άφινε συγκλητικούς να παντρεύουνται κι άτιμες, σώνει ναλλάζουν αυτές διαγωγή σαν παντρεύουνται. Άμα βγήκε αυτός ο νόμος, οι πρώτοι που τον ωφελήθηκαν είταν ο Ιουστινιανός κ' η Θεοδώρα.

Τότες σα μπήκαν στη γραμή, ορίζει τα σημάδια ο Αχιλέας πέρα κει στου κάμπου την ισάδα, και λέει του γέρο-Φοίνικα να πάει και ναν τους γίνει 360 σκοπός, και το σωστό να πει τηρώντας πώς θα τρέξουν.

Είταν η βιομηχανία της χώρας, αυτή. Κακή ψυχρή όμως, την υποστήριζαν ακόμα όσοι δεν είχανε χαμένη την αγάπη της αρχαίας θρησκείας, κι αυτό δίχως άλλο έκαμε τον Ιουλιανό και καταχάρηκε σαν έμαθε πως για κει τον τοίμαζε ο Κωστάντιος. Ο Ιουλιανός, καθώς είπαμε, δεν είταν άνθρωπος δίχως αξία. Το χαρακτήρα του όμως τον έπλασαν αλλόκοτο τρία σπουδαία περιστατικά της νεανικής του ζωής.

"Δος τηνα, μάννα, δος τηνα την Αρετή στα ξένα, Στα ξένα 'κει που περβατώ, στα ξένα που πηγαίνω, Νάχω και γω παρηγοριά, νάχω και γω κονάκι.„ "Φρόνιμος είσαι, Κωσταντή, κι άσκημ' απηλογήθης.

Φυσώντας τα κοντά, σκιστά ρουθούνια του έστεκε κει και κοίταζε πώς ο Σβεν γέμιζε με άμμο ένα τενεκεδένιο κουβαδάκι αργά και προφυλαχτικά, ή πως κάποτε άλλαζε το παιγνίδι αυτό με τη λιγότερο ταιριαστή διασκέδαση να τσαλαβουτά μέσα στο βαρέλι με το νερό.

Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να βοηθά τη γυναίκα μου στα συγύρισμα αυτής της κάμαρας, κανείς δεν είχε το δικαίωμα να πειράζη τίποτε κει μέσα. Όλα έπρεπε να τα κάνη μόνη. Κρέμασε λευκές κουρτίνες στο μικρό παράθυρο και στο άδειο του παράθυρου πίσω από τις κουρτίνες έβαλε ένα τραπέζι.

Θα κάμη τέσσερα παιδιά από την ίδια ρίζα, που τόνομα του καθενός η τέσσερες θα πάρουν φυλές, οπού το βράχο μου 'κει πέρα κατοικούνε.

Αφού λοιπόν έπεισε μερικούς να πάνε μαζί του, και τους είπε πως σε λίγες μέρες έρχεται κι από τη Ρώμη βοήθεια, και τέλος τους έκαμε και κατάλαβαν πως εδώ είναι ζωή ή θάνατος, τους μοίρασε σε μικρές παρέες, τους έκρυψε σε σύδεντρα ξοχικά κατατόπια, κι από κει ξεχύμιζαν και κόβανε Γότθους. Τέλος και στην Αθήνα μέσα ώρμησαν, τους ξάφνισαν απάνω στα ξεφαντώματά τους και τους ανεμοσκόρπισαν.

Άλλο δεν τραγουδούσε παρά τα θεία λόγια του Σολωμού· γιατί την καρδιά του καθρέφτιζαν. Πετιέται κατόπι άλλος, ύστερ' άλλος. Ο λαός τους ανέβασε όλους στα ύψη του Παρνασσού, γιατί ο λαός, όσο αλυσοδεμένο κι αν τον κρατούσαν οι δεύτεροι τύραννοί του, αποθαμμένος δεν είταν, και γύρευε ποίηση ζωντανή. Από δω είχαν οι δάσκαλοι, από κει είχανε, βάλανε στο χέρι το Ζαλακώστα.