United States or Japan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το φαρμάκι τον βασανίζει, ω αγωνία! — και περιμένει το θάνατο. Κάλεσε κρυφά τον Καερδέν να του πη τον καϋμό του, γιατί κι' οι δύο αγαπιώντανε με μια άδολη αγάπη, θέλησε να μη μείνη κανείς μέσ' το δωμάτιο, εκτός από τον Καερδέν, και μάλιστα ούτε στα γειτονικά δωμάτια να μη μείνη κανείς. Η Ιζόλδη, η γυναίκα του, θαύμαζε μέσα της γι' αυτό το αλλόκοτο θέλημα.

Καθόλου, είπε ο Μαρτίνος· δε βλέπω τι παράξενο υπάρχει σ' αυτό το πάθος. Έχω δη τόσα αλλόκοτα πράγματα, ώστε δεν υπάρχει πλέον τίποτε αλλόκοτο.

Αυτό το σκοτεινό, αλλόκοτο, κι' αηδιαστικό ποίημα περιφρονήθηκε στη γέννησή του· το θεωρώ σήμερα, όπως το θεωρήσανε στην πατρίδα του οι σύγχρονοί του. Το κάτου-κάτου λέγω ό,τι σκέπτομαι και πολύ λίγο με μέλει, τι σκέπτονται οι άλλοι για μένα. Ο Αγαθούλης ήτανε λυπημένος απ' αυτά τα λόγια· σεβότανε τον Όμηρο, αγαπούσε λίγο το Μίλτωνα.

Συνειθισμένος; Κανένας μήτ' εγώ ο ίδιος δεν θα μπορούσα να γράψω παρόμοια γράμματα κάθε μέρα, ήταν η απάντησή του. — Τελοσπάντων, αυτό το γράμμα είναι αλλόκοτο. — Μα εγώ προσπαθώ πάντα να μη γράφω παρά αλλόκοτα πράγματα! Για κάποιο άσεμνο φυλλάδιο, που είχαν εξακριβώσει ότι συγγραφέας του δεν ήταν ο Wilde, τον ερώτησαν: — Παραδέχεσαι λοιπόν ότι τούτο εδώ είναι ανήθικο;

Απελπίζετο η καϋμένη η θεία της με τον χαραχτήρα της τον παράξενο, τον αλλόκοτο! Πού ευρήκε αυτή την υπερηφάνεια, κόρη ναυτικού, καθώς ήταν η περισσότερες συνομίληκες και φιλενάδες της; Εκείνη πάλι η ακαταδεξία, η ψυχρότητά της; Μάρμαρο η ευλογημένη, ενώ είνε τόσον έμμορφη τόσον ελκυστική, οπού δεν έμεινε παλληκάρι να μη την ποθήση, να μη την κυνηγήση.

Υπήρχε κει γύρω ένας δερβίσης περίφημος, που θεωριότανε ο καλύτερος φιλόσοφος της Τουρκίας· πήγανε να τον συμβουλευτούνε· ο Παγγλώσσης έλαβε το λόγο κ' είπε: — Διδάσκαλε, ερχόμαστε να σας παρακαλέσουμε να μας πήτε για ποιο λόγο πλάστηκε αυτό το αλλόκοτο ζώο ο άνθρωπος. — Τι σ' ενδιαφέρει; του είπε ο δερβίσης· αυτό δεν είναι δική σου δουλιά!

Ήταν πιθανώτατα πολύ κοινοί τύποι με τίποτε που να ήταν αλλόκοτο ή αξιοπαρατήρητο ή φανταστικό στην όψη. Ο μεσαιών, όπως τον εγνωρίσαμε στην Τέχνη, είναι απλώς μία ωρισμένη μορφή ύφους και δεν υπάρχει κανείς λόγος γιατί ένας καλλιτέχνης μ' αυτό το ύφος να μην έπρεπε να γεννηθή στον δέκατον ένατον αιώνα. Κανένας μεγάλος καλλιτέχνης δεν βλέπει τα πράγματα όπως ακριβώς είναι.

Το μουλάρι θα τρόμαξε βέβαια από τον αλλόκοτο αναβάτη, αλλά και με τέτοια μανία το κτυπούσε ο καταχανάς με τη ξιφολόγχη, που το ζώον άρχισε να τρέχη σαν τρελλό. Ο καταχανάς όμως στεκότανε καλά στο σαμάρι. Κατόπιν του έτρεξε κένα πλήθος, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι τον κεφαλοχωρίου. Άλλοι από συγγενικό ενδιαφέρο, άλλοι από περιέργεια κένας από συμφέρο. Ο χωρικός πούχε το μουλάρι. Αυτός πήγαινε πρώτος.

Για μια τάξη που καλοδέχεται τους ανικάνους με προθυμία γεμάτη συμπάθεια και συγχέει το αλλόκοτο με το ωραίο και το πεζό με το αληθινό, είναι εξαιρετικά υπέροχοι.

Είταν η βιομηχανία της χώρας, αυτή. Κακή ψυχρή όμως, την υποστήριζαν ακόμα όσοι δεν είχανε χαμένη την αγάπη της αρχαίας θρησκείας, κι αυτό δίχως άλλο έκαμε τον Ιουλιανό και καταχάρηκε σαν έμαθε πως για κει τον τοίμαζε ο Κωστάντιος. Ο Ιουλιανός, καθώς είπαμε, δεν είταν άνθρωπος δίχως αξία. Το χαρακτήρα του όμως τον έπλασαν αλλόκοτο τρία σπουδαία περιστατικά της νεανικής του ζωής.