Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Είπε, του σύρτη από σιμά της θύρας κείνο εβγήκε, και εις των ανέμων ταις πνοαίς εσκόρπισε• και η κόρη του Ικαρίου ξύπνησε, και ιλάρωσε η ψυχή της, 840 'π' όνειρον ολοφάνερον της ήλθεν εις το δείλι.

Κείνοι ετράβηξαν τον ανήφορο, κι' αυτός εκρύφθη μέσ' το ορμάνι. Κείνοι εκύτταζαν τον δρόμο τους, κι' αυτός είχε το μάτι κολλημένο στον πεύκο. Σαν αλαργάρισαν εκείνοι, αυτός εζύγωσε, κι' ανέβη αλαφρός στο δένδρο, κ' εκαβαλλίκεψε στους κλώνους, κ' εξεκρέμασε κείνο που εφαίνετο σαν δισάκκι αραχνιασμένο, μια χαρά, και το δισάκκι σάπιο έρρεψε όλο, και τα κολοννάτα πετάχθηκαν σωρός, κάτω στο χώμα.

Εσείς, βλοημένοι, έρχεσθε κ' οι δυο μαζί, και δεν μπορεί κανείς να . . . Ακουσίως αμφότεροι αι ψηφοκάπηλοι εγέλασαν, μαντεύσαντες τι ήθελε να είπη ο Σπληνογιάννης. — Κείνο που σου λέω εγώ ! . . . — Κείνο που σου λέω εγώ! ανέκραξε με οξείαν φωνήν η γυνή. Ησθάνετο δε τώρα ενισχυομένην την θέσιν της εκ της επικουρίας ην παρείχεν αυτή η παρουσία του Μανώλη και εγίνετο θρασυτέρα.

Συζήτηση για τούτο και για κείνο δε θέλει. Και τόνομα των παππούδων του ακόμα δεν το πιάνει στο στόμα, παρά σαν είνε να τον συντρέξη στο σκοπό του. — Αλήθεια· εψιθύρισε ο Χαγάνος συλλογισμένος.

Έξω βρήκα τη Δρακογιώργαινα και μούπε πως το Βαγγελιό ήτον ακόμη άρρωστη κιόλο στο χειρότερο πήγαινε. Πετσί και κόκαλο είχε γίνει, Από κείνο που μούπε η μάνα μου, ότι δεν πιάνει άθρωπος χρυσό μήλο από τα χέρια τση κιαπ' όσα μούπε η γυναίκα του Δρακογιώργη, το Βαγγελιό παρουσιαζότανε στη φαντασία μου σε θλιβερώτατη κατάσταση.

Έτσι άρχιζα να νιώθω κείνο, που μούχε πη η μητέρα μου, πως θα γινόμουν τανεμπαίγνιδο του χωριού. Αλλ' η κακογλωσσιά καταδίωκε περισσότερο το Βαγγελιό κεμένα με θεωρούσαν θύμα της, για να την κατακρίνουν περισσότερο. Τώρα έβλεπα και γιατί αυτή η δύστυχη τόσο φοβότανε τη γλώσσα του κόσμου. Αλλ' αντί γιαυτό να τη συμπαθώ, εύρισκα νέα πρόφαση για το αποτράβηγμά μου.

Κιόταν μια φορά ο παπάς τούκαμε την παρατήρηση και τούπε πως ήτο πολύ «ταμακιάρης», δηλαδή πλεονέκτης, ενώ, ως άτεκνος που ήτο, δεν είχε πολλές ανάγκες, ο Σιφογιάννης κύταξε γύρω, για να μην ακούση κανείς κείνο που θάλεγε, κέπειτα σιγά: — Δε θωρείς τα πλούτη μου, γέροντα; είπε. Δουλεύγω και σάλιο δεν έχω στο στόμα. Δεν έχω παιδιά, μάχω αφεντικά.

Πήγα λοιπόν κι άρχισα να τον ορμηνεύω: όχι τούτο, όχι κείνο· έτσι τούτο, έτσι κείνο. Μα αυτός τη δουλειά του· δεν ήθελε να μ' ακούση... — Δεν τον άφινες να κάνη ό,τι θέλει· του είπε η Ελπίδα. — Ό,τι θέλει! πως θα τον αφήσω να κάνη ό,τι θέλει! Πιάνω, που λες, μια μηλιά που είχε φυτεμένη δίπλα σε καρυά, την ξερριζώνω και τη βάνω παραπέρα. — Να, μωρέ κουλούκι, του λέω· εδώ είν' η θέση της.

Όπως ο Beaudelaire, αγαπούσε πολύ τις γάτες και σαν τον Gautier μαγεύονταν από κείνο το «γλυκό μαρμάρινο τέρας» διπλού φύλου, που μπορούμε και τώρα να ιδούμε στη Φλωρεντία και στο Λούβρο. Υπάρχει φυσικά πολύ μέρος στις περιγραφές του, και σε όσα υποβάλλει σχετικά με τη διακοσμητική, που δείχνει πως δεν ελευθερώθηκε τελείως από το ψεύτικο γούστο της εποχής του.

Σα να πίστευε πως βάδιζε προς κάποια μεγάλη ευτυχία, τόσο έλαμπε η όψη της καθρεφτίζοντας το ζωντανό αίστημα, που έδενε μαζί εκείνο που υπήρξε με κείνο που υπήρχε. Και μου πέρασε στην ψυχή ένα τόσο θλιβερό συναίστημα με την ιδέα πως μπορούσε ναληθέψη η προαίστησή μου, ώστε μου ήταν αδύνατο να κρατήσω τους στοχασμούς μου. — Είσαι βέβαιη πως θα είναι, όπως το περιμένεις; ρώτησα.

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν