United States or Peru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μωρέ! φώναξε ο Χαγάνος, ανατριχιάζοντας από κείνο το κύτταγμα. Πίστεψε πως βρέθηκε πίσω, σε καιρούς που έμαθε από παιδί να τους φοβάται.

Και γι' αυτό από την ημέρα κείνη την άτυχη, ούτε σε σένα, ούτε σε κείνο έγραψα. Μόνο αργά και που εμάθαινα από ένα φίλο μου στην Αμερική, τι γίνεσθε. Έξαφνα ολίγες μέρες πριν από τους αγώνας έλαβα ένα τηλεγράφημα που μούλεγε πώς ο γυιός μου έφυγε με τους αθλητάς για τους αγώνας. Μ α ρ ί α. Ποίος; Ο κ. Δέρβυ ίσως...

Αυτά 'πα' εστέναξε βαθειά και μ' απαντούσ' εκείνος• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, 60 οργή θεού και τ' άμετρο κρασί μ' εξολοθρεύσαν. λησμόνησ', αφού πλάγιασατο μέγαρο της Κίρκης, απ' την υψηλήν κλίμακα να καταιβώ, 'π' ανέβην• αλλ' απ' την σκέπην έπεσα κατάντικρα, κ' εκόπη ο τράχηλός μου, και η ψυχή ροβόλησε εις τον Άδη. 65 και αχ! να σου ζήσουν οι ακριβοί, 'που ο κόσμος έχει ακόμη, η σύντροφός σου και ο γονειός, που σ' έχει θρέψει βρέφος, και ο μόνος σου Τηλέμαχος, πώχειςτο σπίτι αφήσει,— τι ξεύρ' ότι γυρίζοντας εδώθε, από τον Άδη, θ' αράξης το καράβι σουτην νήσο την Αιαία,— 70 όταν κει φθάσης, έχε μετον νου σου, ω βασιλέα• να μη μ' αφήσης άθαπτον και αδάκρυτον οπίσω φεύγοντας, μη σου γείνω εγώ θείας οργής αιτία. αλλ' έπαρε και κάψε με μαζή με τ' άρματά μου, κ' εμένα μνήμα σήκωσε σιμά 'ς τ' αφράτο κύμα, 75 να 'ναι γνωστός και εις τους εξής του αμοίρου εμένα ο τάφος. κάμε μου τούτα, και κουπίτο μνήμα επάνω στήσε κείνο, 'που ζώντας έλαμνα μαζή με τους συντρόφους».

Ήταν ατός του σαραβαλιασμένος κι ανήμπορος. Κ' έτσι όμως κατώρθωσε να σηκωθη κ' ετοιμάστηκε να τιμωρήση τον αδικητή του. Μα την ίδια στιγμή χύμησε μιαν αρκούδα στη μέση. Γούρλωσε τα μάτια της, άνοιξε το αιματοστάλαχτο στόμα της κ' έβγαλε τρανταχτό ούρλιασμα. Από κείνο το ούρλιασμα ξύπνησε ο Χαγάνος χλωμός και παγωμένος. Ώρα πέρασε και δε μπορεί να συνέρθη ακόμα.

Και για τους ανθρώπουςπώς να σου το πω; — ποτέ μου δε γελάστηκα, είχα πάντα χειρότερην ιδέα από κείνο που είνε. «Ο τάδε σε βρίζει, Καπετάν Γιάννη», μου λέγανε. Και σα με βρίζη; έλεγα από μέσα μου, πάλι καλά.

Κιαν δε μίσησα τη μητέρα μου, για την κακία που φανέρωναν τα λόγια της, πάντα θύμωσα πολύ γιαυτήν. Ως τόσο δε μπορώ να πω, ότι από τη λάσπη πούρριξε έμεινε αλέρωτη κιαπαραμόρφωτη η ζωγραφιά πούχα στην καρδιά μου. Αλλά κείνο που πρώτα πρώτα ένιωθα την ώρα κείνη ήτον ένας βαθύς πόνος για κείνο που μάθαινα, ότι την αγαπημένη μου περίμενε μια μεγάλη δυστυχία, να γεράση ανύπαντρη.

ΤΡΙΝΚ. Εδώ δεν είναι ούτε φυτό, ούτε δενδρούλι κανένα για να σκεπασθής από τον καιρό· και ολοένα βράζει και άλλη ανεμοζάλη· την ακούω, που τραγουδάει στον αέρα· εκείν' η μαυρίλα, κείνο το σύγνεφο το τρανό, μοιάζει έν' ασκί χαλασμένο έτοιμο να σκάση.

Γιατί την ιστορία την πήγες από κείνο το δρόμο ; Γιατί την ψυχή μου την περίμενες σ' εκείνη τη στροφή εκείνη τη νύχτα ; Το άστρο γιατί το γκρέμισες στο διάστημα ; Το λαό που πήγαινε γιατί τον σταμάτησες ; Πώς ξέρεις το δρόμο της καταστροφής ; Πώς βρίσκεις το μονοπάτι της σωτηρίας; Ω πέτρινη διάνοια, βουνό που στέκεις στα βάθη της Ανατολής, ω άγνοια! Γιατί; Γιατί; Γιατί;