Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
Μα τους θεούς, Φαίδων, βεβαίως σας συγχωρώ, διότι και εις εμέ τον ίδιον, ο οποίος τώρα σε ήκουσα, μου έρχεται να είπω εις τον εαυτόν μου κάτι παρόμοιον· εις ποίαν λοιπόν απόδειξιν πρέπει εις το εξής να πιστεύσωμεν; Διότι εκείνη η οποία ήτο πολύ πιστευτή, η απόδειξις δηλαδή την οποίαν ο Σωκράτης έλεγε, τώρα έπεσε τελείως και έγεινεν απίστευτος, διότι αυτός ο ισχυρισμός και τώρα και πάντοτε θαυμασίως εκυρίευσε την πεποίθησίν μου, ότι δηλαδή η ψυχή μας είναι κάποια αρμονία· και άμα ελέχθη μου υπενθύμισε τρόπον τινά ότι και εγώ ο ίδιος είχον προτήτερα την αυτήν ιδέαν.
Του μάγερά μας τη γλώσσα θέλω. Πρώτα πρώτα σαν πιο φρόνιμο μ' έρχεται να μιλούμε την ίδια γλώσσα, γιατί αν του μιλήσουμε άλληνα, άξαφνα μπορεί να μη μας καταλάβη και να μη βρούμε φαγί να φάμε· αν ο λαός δε μας καταλάβη, έτσι κι αφτή μας η φιλολογία θα πεθάνη από την πείνα.
Ώρα είνε και θα περάση, μουρμούριζε ο δύστυχος κ' ησύχαζε. Μετά πολλά πέρασε η άχαρη αυτή ώρα. Έρχεται ο Πανάγος με το τουφέκι στις έντεκα, και φωνάζει από μακριά το Μιχάλη. Ανοίγει η Μιχάλαινα την πόρτα, και καθώς ξεχύμιξε ο Πιστός και τον έγλειφε, του έλεγ' εκείνη πως ο Μιχάλης ξεκίνησε τώρα και μιαν ώρα και τον απαντέχει στο βουνό απάνω.
Έρχεται έπειτα ο θαυμάσιος μύθος περί του Φάνητος, όστις είνε αυτός ο Έρως υπό άλλο όνομα, καλούμενος ούτω, ότι πρώτος εν αιθέρι φαντός έγεντο . Ο έρως άλλως απαντάται υπό πολλά ονόματα μέσα εις το χάος των περί αυτού μύθων. Τον ευρίσκομεν ως Φάνητα, ως Μήτιν, ως Ηρικαπαίον, ως Διόνυσον, ως Ευβουλήα, ως Ανταύγην κλπ.
Σήκωσε τα μάτια και κοκκίνισε κοιτάζοντας αυστηρά κατά πρόσωπο τον Έφις∙ και οι άλλες δυο τον κοίταζαν. «Το καταλαβαίνεις; Έτσι, απλά, σαν να έρχεται στο σπίτι του!» «Τι λες;», ρώτησε η ντόνα Έστερ, βγάζοντας ένα δάχτυλο μέσα από τον κόμπο που έκανε το σάλι.
Και τότε ― τότε του έρχεται να γνωρίσει και τάλλα τα χωριά, και να κατεβεί στη χώρα, να ζυγώσει στη μεγάλη λίμνη με τ' αρμυρό νερό. Γνώρισε την πολιτεία, και αρχή αρχή του φάνηκε καλή. Σα να είναι πιο ελεύθερα τα πράματα εδώ. Χωράφια δε βλέπει, μήτε λιβάδια, μα βρίσκει καπηλειά πολλά, και πίνει κρασί με πολλούς συντρόφους. Και δεν ντρέπεται πολύ πολύ τους πολίτες, γιατί δεν τονέ γνωρίζουν.
Γευματίζω με τον κόμητα και μετά το τραπέζι περιπατούμε στη μεγάλην αίθουσα πάνω κάτω ομιλώ μ' αυτόν, με τον συνταγματάρχην Β . . . που έρχεται τυχαίως επίσκεψη και έτσι πλησιάζει ανεπαισθήτως η ώρα της εσπερίδος. Τίποτε δεν συλλογίζομαι μα τον Θεόν.
Έρχεται χειμώνας, βλέπεις, σα μπροστά ποιος ν' ανεβοκατεβαίνη με τα χιόνια. — Και ποιό 'νε το χωριό σας; Ο γέρος σήκωσε το χέρι του κι έδειξε ψηλά στο ξόγκωμα του βουνού τα λίγα σπιτάκια. — Απάνου!, να το!. Καρίτσα το λεν. — Και θ' ανεβήτε έτσι φορτωμένοι εκεί απάνω; — Τι να κάνουμε; Μεις, παιδάκι μου, βλέπουμε ζωντανό το χάρο με τα μάτια μας. Άη! οι κακομοίρηδες.
Και αμέσως παίρνω και άλλα δυο παιδιά μαζύ μου, και πηγαίνω κάτω 'ς την πόρτα του Νάρθηκα και στέκουμαι εκεί. Ύστερ' από λίγο, να κ' έρχεται ο Φαφάνας με το Μηναίον ανοικτόν, γεμάτο ασημένια νομίσματα, με το κηρίον αναμμένον.
Ετούτο το θηριώδες πτηνόν έρχεται και πέφτει με πολλήν βίαν εις το καράβι μας· και άρπαξε τον εχθρόν μας, που έστεκεν εις την πρύμην, και τον έφερεν εις τον αέρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν