United States or Pakistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του έλεγ' ακόμα πως θα τον έστελνα για πολύν καιρό στην Ευρώπη να γίνη εκεί πέρα τέλειος στην επιστήμη του. Μα αυτός μου ζητούσε «πραχτικά επαγγέλματα», μου ζητούσεακούς; — τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο να γίνη σιδεράς σαν και μένα.

Στις εκκλησιές χαρίσματα, στις ορφανές κοπέλλες προικιά, στους σακάτηδες μισθό κομμένο Πού θα πήγαινε η δουλειά; «Κράτα Μαστρο- Χαράλαμπε και για τα στερνά σου. Τα παιδιά σου συλλογίσου». Του λέγανε οι γνωστικοί. «Έχει ο Θεός. Ο Θεός είνε μεγάλος, έλεγ' εκείνος. Το καλό το βλέπει ο Θεός και το πληρώνει». Ώμορφα του το πλήρωσε. Με τον καιρό λιγοστέψανε οι δουλειές. Καράβια καινούργια τίποτε.

Τo ξυπνητήρι στην εταζέρα έλεγ’ εννιά !-δεν ξεκολλούσε πια το μάτι της η Βεργινία από 'κει πάνω Έλεγε η Κερά-Δημήτραινα, έκοβε, η γλώσσα της κ' έρραβε . . . Κι όλο για τα κορίτσια της που δε ματαγινήκανε στον κόσμο: «η σεμνότη τους κ' η υπακούητά τους, άλλο πράμα!-άγγελοι που τους λείπουνε μόνο τα φτερά-ζωή νάχουν !-Και μου τις ζητήσανε, να!

Τον έπαιρνε λοιπόν στην αγκαλιά της, και μέσ' στα χάδια τού λεγε και μέσα στα φιλιά της: «Όταν μεγάλος θα γενής, θα μου πηγαίνης τακτικά» μ' αμάξια σαν τον Μεγακλή, με ρούχα όλ' αρχοντικά». Κ' εγώ του έλεγ' από κει: «Αχ! να σε ιδώ μια μέρα ντυμένον του πατέρα »το αρνιακό, κι' όπως αυτός έτσι και συ τα ίδια »εις του Φελλέα το βουνό να πας να βόσκης γίδια». Όμως, αυτός δεν τάκουσε τα λόγια τα δικά μου, κ' η αλογοαρρώστια του μου τρώει τα χρήματά μου.

Ώρα είνε και θα περάση, μουρμούριζε ο δύστυχος κ' ησύχαζε. Μετά πολλά πέρασε η άχαρη αυτή ώρα. Έρχεται ο Πανάγος με το τουφέκι στις έντεκα, και φωνάζει από μακριά το Μιχάλη. Ανοίγει η Μιχάλαινα την πόρτα, και καθώς ξεχύμιξε ο Πιστός και τον έγλειφε, του έλεγ' εκείνη πως ο Μιχάλης ξεκίνησε τώρα και μιαν ώρα και τον απαντέχει στο βουνό απάνω.