Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Δύνανται δήλα δή ταύτα να αισθάνωνται διά δύο διαμέσων σωμάτων, του αέρος και του ύδατος. Διάφορον των δύο, αέρος και ύδατος, ή, κατ' άλλους σχολιαστάς, διάφορον των 5 στοιχείων αέρος, πυρός, ύδατος, γης και αιθέρος. Η κίνησις αντιληπτή ούσα υπό πασών των αισθήσεων χρησιμεύει ως μέσον προς αντίληψιν πάντων των κοινών. Αισθάνεται την μονάδα και επομένως τον αριθμόν, ο οποίος είναι ένωσις μονάδων.

Δοκίμασε να γελάση όταν αντίκρυσε τη μαϊμού, που είτανε γι' αυτόν το διασκεδαστικότερο απ' όλα όσα ήξερε και που τώρα πηδούσε απάνω κάτω στο οργανέτο, βροντώντας τη μικρή αλυσσίδα της, κ' έκανε κωμικούς μορφασμούς εκεί που προσπαθούσε να σπάση ένα καρύδι. Μα ο Σβεν δεν είχε δύναμη να τα δη όλα αυτά. Γινότανε μόνο όλο και σοβαρότερος κι όλο και βαρήτερος καθότανε στην αγκαλιά του μπαμπά.

Χωρίς να τηνέ ρωτήση τι έλεγαν οι γυναίκες, κύτταζε η Λιόλια, κύτταζε το παιδί, βούλιαζε τη ματιά της μέσα στην κερένια σάρκα του, λες κ’ ήθελε να βγάλη απομέσα κάποιο φριχτό μυστικό πούχανε δη εκείνες, ψηλαφούσε με τη ματιά της το προσωπάκι το χλωμό, σα νάθελε να μαζέψη αποπάνω του τα λόγια των γυναικώνε: μαυράδια που το λέρωναν. . κ' έξαφνα εκεί που κύτταζε πέρασε μπρος απ’ τα μάτια της ένα χλωμό φεγγάρι και φώτισε του παιδιού το πρόσωπο. . και τότε είδε. . και κατάλαβε κ' έβγαλε μια φωνή και λιγοθύμησε. . . Αυτή η ματιά του φεγγαριού ήτον πιο τρομερή απ’ όλες τις άλλες. . . Σαν ήρθ' ο Νίκος σπίτι, μεσημέρι περασμένο, ήτον κατακίτρινος: του τάχαν προφτασμένα οι γυναίκες τα γεννητούρια του παιδιού του και πως δεν ήτονε για ζωή, εφταμηνίτικο καθώς ήτον και καλύτερα, γιατί και να ζούσε δεν θα το χαιρόταν ούτ’ αυτός ούτ' η Λιόλια επειδής που μοιάζε πολύ της μακαρίτισσας.

Είμουνα μαζί εκεί μέσα, όπως δε θα έβλεπα ποτέ μόνος μου τον εαυτό μου κι όπως δε θα μπορούσε να με δη κανένας άλλος από αυτή. Κ' ενώ οι στοχασμοί μου γυρίζανε σε όλα όσα ζήσαμε μαζί, λησμόνησα τον εαυτό μου κ' έβλεπα μόνο αυτή.

ΛΟΓ. « Ληστής πάλαι πλήρης εν ασωτίαις » πίστει έλαβε τας κλεις της βασιλείας. ΑΝΑΤ. Ιστέκα, ιστέκα, — ιλιστής τι ντουλιά έχει εντώ πέρα για; ΛΟΓ. — Σίγα. — « Ούτος ο πτωχός........ ΛΟΓ. Αλλ' ιπιρτιβειης ω μιαρέκαι δη άκουε, είτα λέγε. ΑΝΑΤ. Ακούω αμμά γιατί λες ιψέματα; ΛΟΓ. Ούτος ο πτωχός Μουράτιος κραυγάζει. ΑΝΑΤ. Οχ.... Μουράτη γυιός ντεν ήτανε, πατέρα του Χατζή Γιορδάνη λέανε

Βήμα με βήμα ένοιωσα να μεγαλώνη μέσα μου η πιθανότητα μιας τέτοιας πεποίθησης κι όσα δοκίμασα τα τελευταία χρόνια θρέψανε στο αίστημά μου την πιθανότητα αυτή, που το λογικό μου δεν μπορούσε ούτε να την παραδεχτή ούτε να την αποκρούση. Ταυτόχρονα μου φαινότανε σα να έμενα μόνος σε όλα αυτά και σαν η γυναίκα μου να μην ήθελε ή να μην μπορούσε να δη τι γινότανε μέσα μου σ' αυτό το ζήτημα.

Τούτο και ενταύθα δυνάμεθα να διακρίνωμεν και δη ο μικρός Ρούντυ είναι ο μικρός Άνδερσεν· βρέφος πεσόν εις τον παράδοξον κόσμον του Παγώνος εις τας αγκάλας της μητρός του έχασε την αίσθησιν του γέλωτος, όπως ο μικρός Άνδερσεν διαρκώς έκλαιε εις την παράδοξον νεκρικής καταγωγής κλίνην· ήτο ρεμβώδες και αλλόκοτον ως αυτός παιδίον, φεύγον την συναναναστροφήν των παιδίων, ελκύον ως και εκείνος την προσοχήν· ο θείος του ήτο θαυμαστής του Ναπολέοντος, ενετρύφα και αυτός εις τας διηγήσεις, ετέρπετο εις τα φαινόμενα της φύσεως· αλλ' αντιθέτως αυτού ήτο ατρόμητος, μη φοβηθείς και να ριφθή υπέρ τας φάραγγας άνω της αβύσσου, μετέωρος, να αρπάση τον αετιδέα χάριν του έρωτός του· δεν έσπασε τον λαιμόν του, διότι &εκρατείτο στερεά&, αλλά και ο Άνδερσεν αυτό είχεν ως αρχήν του, μεταβάλλων μεν τας σειομένας σκιάς εις Πρόσωπα και φρικιών εις τους ήχους αλλά διά της επιμονής και καρτερίας του δρέψας την αθανασίαν.

Να πώς τέλειωνε το τραγούδι: «Σαν κατεβαίν' η Πούλια προς το βουνό, ας πετάξη το Ουρί της Αυγούλας ανάμεσα στις Ιτιές, κι ας ράνη με τη δροσιά του τα φτερά του αηδονιού που το λαχταρεί». Ιτιές εκεί άλλες δεν είχε παρά μερικές κοντά στο ποτάμι, λίγα βήματ' από τον πύργο. Στάθηκε μια στιγμή ο Ηλίας σιωπηλός, να δη αν είτανε θάνατος ή ζωή. Είτανε ζωή.

« τζάνουμ, Κύριε Ντιοικητή χέργια σου να φιλήσω, ποντάργια σου να φιλήσω, ισκυλί σου να γενώ, στείλε Αστρονόμο ένα ντιαταγή, να βγάνη ημάς όξου. » ΑΝΑΤ. Τι έγραψες; ΛΟΓ. Όξου. ΑΝΑΤ. Είδες τώρα; έτζι γράφουνε αναφορά όχι τροπάρι έγραψες εσύέι σώτηκε πγια. ΑΝΑΤ. Εγώ ντε ξέρω να γράψωεσύ γράψε όνομά μου. ΛΟΓ. Και δη πώς σε γραπτέον;

Αλλ' αν σας 'δή και δούλος κανένας του Υψίστου, πολύ φοβούμαι μήπως του φέρετε σπασμούς, μη 'στην οργή σας στείλη του μαύρου Αντιχρίστου, κι' από το στόμα βγάλη βαρείς αφορισμούς. Μα ίσως και κανένας γενναίος πατριώτης από θυμό αφρίση και σκούξη δυνατά: — Οποίος της πατρίδος ανίερος προδότης τα όσια του έθνους θαρρεί για χωρατά.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν