United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΦΙΛ. Ευχαρίστως, αφού από τώρα είμαι μετέωρος και κρέμομαι από τα χείλη σου και ανυπομόνως περιμένω το τέλος της διηγήσεως. Μάλιστα σε παρακαλώ να μη με αφήσης κρεμάμενον από τ' αυτιά εις το μέσον της διηγήσεως. ΜΕΝ. Άκουσε λοιπόν, διότι δεν είνε ευγενές ν' αφήση κανείς ένα φίλον του με το στόμα ανοικτόν και μάλιστα, όπως συ λέγεις, κρεμάμενον από τ' αυτιά.

Από εδώ παρετήρησε μέγαν γυπαετόν, ο οποίος έκαμε κύκλους εις τον αέρα και έμεινε μετέωρος επάνω από τον θείον- ήθελε πετώντας να τον κτυπήση με τας πτέρυγάς του και να τον ρίψη μέσα εις την άβυσσον, για να τον κάμη λείαν του.

Δίκαιον λοιπόν μήτε κατώτεροι να φανώμεν των πατέρων ημών, μήτε υποδεέστεροι της δόξης μας. Η Ελλάς όλη είναι μετέωρος και περιμένει επιθυμούσα ένεκα του κατά των Αθηναίων μίσους να κατορθώσωμεν όσα κατά νουν έχομεν.

Βλέπεις ότι όλοι κρέμονται από λεπτότατα νήματα• και ο μεν ένας έχει συρθή επάνω και μένει μετέωρος, μετ' ολίγον δε, όταν εκ του βάρους του θα κοπή η κλωστή, θα πέση και θα κάμη μέγαν κρότον• ο δε άλλος κρεμάμενος εις μικρόν ύψος και αν κρημνισθή θα πέση χωρίς κρότον και μόλις οι γείτονες θα πάρουν είδησιν από την πτώσιν του. ΧΑΡ. Πολύ αστεία αυτά, Ερμή.

Ενώ δε η λύρα έκρουε τας γοργοροτέρας στροφάς του πηδηκτού, ο Μανώλης ανεπήδα εις ύψος μέγα. Και ενώ ήτο μετέωρος, εκτύπα με την παλάμην, οτέ μεν την μίαν, οτέ δε την άλλην του κνήμην. Έπειτα ελύγιζε προς τα οπίσω το σώμα ή κάμπτων τα γόνατα και χαμηλώνων μέχρι του εδάφους ανεπήδα έπειτα με θαυμαστήν ελαστικότητα. Και άλλοτε μεν εξέπεμπε στεναγμούς, άλλοτε δε ουρλιαστικάς επιφωνήσεις ενθουσιασμού.

Το έρριψαν, και ευθύς μία φλόγα μετέωρος υψώθη προς τον αέρα και καπνοί από εκεί δυσώδεις την αποφοράν εξεπέμποντο· τα κύματα διεσχίσθησαν πάραυτα, και ο πυθμήν, με καχλασμόν ανέβρασε και εσχηματίσθησαν αίφνης βρασμώδεις σεισμικοί κρότοι και αι αναπεμπόμεναι σταγόνες ήσαν σπινθήρες καίοντες. Οι ναύται κατεπλάγησαν εκ του αιφνιδιαστικού αυτού κινδύνου. Το πλοίον ήρχισε να βυθίζεται.

Τούτο και ενταύθα δυνάμεθα να διακρίνωμεν και δη ο μικρός Ρούντυ είναι ο μικρός Άνδερσεν· βρέφος πεσόν εις τον παράδοξον κόσμον του Παγώνος εις τας αγκάλας της μητρός του έχασε την αίσθησιν του γέλωτος, όπως ο μικρός Άνδερσεν διαρκώς έκλαιε εις την παράδοξον νεκρικής καταγωγής κλίνην· ήτο ρεμβώδες και αλλόκοτον ως αυτός παιδίον, φεύγον την συναναναστροφήν των παιδίων, ελκύον ως και εκείνος την προσοχήν· ο θείος του ήτο θαυμαστής του Ναπολέοντος, ενετρύφα και αυτός εις τας διηγήσεις, ετέρπετο εις τα φαινόμενα της φύσεως· αλλ' αντιθέτως αυτού ήτο ατρόμητος, μη φοβηθείς και να ριφθή υπέρ τας φάραγγας άνω της αβύσσου, μετέωρος, να αρπάση τον αετιδέα χάριν του έρωτός του· δεν έσπασε τον λαιμόν του, διότι &εκρατείτο στερεά&, αλλά και ο Άνδερσεν αυτό είχεν ως αρχήν του, μεταβάλλων μεν τας σειομένας σκιάς εις Πρόσωπα και φρικιών εις τους ήχους αλλά διά της επιμονής και καρτερίας του δρέψας την αθανασίαν.

Ίσως αντιτείνετε εις ταύτα, ότι ο συγγραφεύς της Ι ω ά ν ν α ς, γελών αιωνίως, δεν αποφαίνεται πάντοτε μετ' αρκούσης σφοδρότητος κατά του κακού, ο δε αναγνώστης μένει πολλάκις μετέωρος περιμένων την λεγομένην κ ά θ α ρ σ ι ν τ ω ν π α θ ώ ν. Πιθανόν να συμμερίζεσθε, κ. εκδότα, την μετά πολλής ευφυίας χλευασθείσαν υπό του κ.

Και όλη η άλλη Ελλάς ήτο μετέωρος περιμένουσα την στιγμήν πού αι πρώται πόλεις ήθελον έλθει εις χείρας. Και πολλαί μεν προρρήσεις ελέγοντο, πολλοί δε χρησμολόγοι έψαλλον και εις τας μέλλουσας να πολεμήσουν πόλεις και εις τας άλλας. Ακόμη δε και η Δήλος ολίγον προ τούτων ησθάνθη σεισμόν, η οποία αφ' ότου οι Έλληνες ενεθυμούντο ουδέποτε πρότερον εσείσθη.