Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025


Ως κ' Εβραίοι κ' Εθνικοί πηγαίνανε για χάρη του στη Μητρόπολη. Απ' αυτού να νοιώσουμε τι πάει να πη Αντιόχεια. Ακούμε βαρβαρικές πλημμύρες και κατατρεγμούς, και φανταζούμαστε πως έπεφτε σε κάθε κόχη της χώρας ο μαύρος τους ίσκιος. Κι ως τόσο στην Αντιόχεια ο κόσμος τρελλαινότανε μ' ένα Χρυσόστομο, κι όχι από θεοφοβωσύνη όλοι τους, παρά και πολλοί από καλλιτεχνικό ενθουσιασμό.

Εξήλθομεν προς την μεσημβρινήν πλευράν του παλαιού μονυδρίου, και οι δύο ήρχισαν να επιθεωρούν επιμελώς την τοποθεσίαν. — Να ο μεγάλος βράχος, είπεν ο Νικολός, αυτός θα είναι. Να ο ήλιος, τώρα πρέπει να είναι δυο κοντάρια ψηλά. Να κι' ο ίσκιος, ως πού φθάνει.

Ευκίνητη πηγαίνει κι' όμως περίφοβη, κυττάζοντας σε κάθε βήμα μήπως πίσω από τα δέντρα προδότες είναι κρυμμένοι. Μόλις τη βλέπει ο Τριστάνος με τα χέρια ανοιχτά, τρέχει απάνω της. Τότε η νύχτα κι' ο φιλικός ίσκιος του μεγάλου πεύκου τους προστατεύουν. . ..

Την ώραν που βγαίνει ο ήλιος, καθώς θα κτυπήση την κορυφήν του σουβλερού βράχου, — τον λέγουν Μύτικα, — εκεί ακριβώς οπού πέφτει ο ίσκιος της κορυφής του Μύτικα, εκεί να σκάψουναχ! να μπορούσε ο γέρο-λεβέντης, οπού τάλεγε, να κάμη φτερά, να βρεθή ένα πρωί στο μέρος εκείνο· πλην τα φτερά του ήσαν κομμένα τώρακαι θα εύρουν άλλοι τα γρόσια.

Το καλοκαίρι ήτανε ίσκιος και την άνοιξη λουλούδια και το χυνόπωρο και σε κάθ' εποχή πωρικά. Απ' εδώ φαινότανε καλά ο κάμπος και μπορούσανε να βλέπουν αυτούς που έβοσκαν· φαινότανε καλά κ' η θάλασσα κ' έβλεπαν όσους ταξιδεύανε γιαλό-γιαλό. Κ' έτσι αυτά προσθέτανε στην ομορφιά του περιβολιού. Και καταμεσίς του περιβολιού στο μάκρος και πλάτος ήτανε ναός του Διόνυσου και βωμός.

Πώς θα εκδικηθή εκείνους που τον ατίμασαν!... Στον Κόκκινο Σταυρό, ηύρε το δασοφύλακα. «Τράβα μπροστά. Πήγαινέ με γρήγορα, γρήγορα, γραμμή». Ο μαύρος ίσκιος των δέντρων τους σκεπάζει. Ο Βασιληάς ακολουθεί τον κατάσκοπο. Έχει πεποίθησι στο σπαθί του που άλλοτε χτύπαγε τόσο καλά χτυπήματα! Α! Αν ξυπνήση ο Τριστάνος, ένας από τους δυο, ο Θεός ξέρει ποιος!, θα μείνη στον τόπο.

Καθρέφτης ο ίσκιος της. Και όταν αργά εσήκωσε τα μάτια επάνω του, το πικρό χαμόγελό της δεν ήθελε να ειπή αν έβγαινεν απρόθυμη από το νησί είτε αν της έδωσαν άντρα γέροντα. Μέσα στη γολέτα είμαστε όλοι και όλοι έξη νομάτοι. Ο καπετάνιος με τον γραμματικό του δυο· εγώ και το ναυτόπουλο άλλοι δυο και δυο ναύτες Μυκωνιάτες. Άλλος κανείς.

Στάσουάκουσες τίποτις από κει μεριά; Είδες τίποτις; Περμ. Άμε στο καλό και συ που είσαι απατή σου για το Μοναστήρι. Τι νακούσω και τι να δω! Πιπ. Καλέ κοίτα εκειδά κατά το μεγάλο το δρόμο! Δε βλέπεις εκεί μια φωτερή καταχνιά, και μέσα της ένας καβαλλάρης με γυναίκα στο πλάγι του; Σα μαύρος ίσκιος περνάει τις ιτιές κ' έρχεται κατά το χωριό.

Το δάχτυλό του βάφειτο αίμα πάφριζετη γη, σταυρόνει το κουφάρι Και χάνεταιτη λαγκαδιά... Καπνός ο πεζοδρόμος. Τρέχουνε πίσω του ξαγριωμένοι Πενήντα Λιάπιδες, τον κυνηγούν. Ο ίσκιος έφευγε, πετά, διαβαίνει... Η νύχτα επλάκονε, λυσσομανούν. 'Σ τη ράχη εμαύρισε σα συγνεφάκι... Αδειάζουν τάρματα... στέκουν να ιδούν Βροχή τα βόλια τους μεςτο δισάκκι Τον Αστραπόγιαννο ψόφια χτυπούν.

Ούτω, λόγου χάριν, έχει καλά πλευρά, τον επλεύρωσε . Επικρατεστέρα δε όσα εμφαίνουσι περιφρούρησιν της κεφαλής, εννοείται μεταφορικώς, ως ο ίσκιος «Καλό δένδρο τον ισκιάζει» , τουτέστι έχει τις ισχυρόν προστάτην. « Να ζήσω στον ίσκιο σου » και τα τοιαύτα.

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν