Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025


Έλεγε δε ιδιαιτέρως εις τον Ένδιον ότι θα ήτο εις αυτόν ένδοξον, αν δι' εκείνου απεστάτει η Ιωνία, εάν εγίνετο ο βασιλεύς σύμμαχος των Λακεδαιμονίων και εάν δεν άφηνε τον Άγιν να δοξασθή με το κατόρθωμα εκείνο· ήτο δε ο Αλκιβιάδης εχθρός του Άγιδος.

Άνοιξε το μέρος εκείνο· κατέβηκε ήλιος, φύσηξ' αέρας, ανάσανε η γης, φύτρωσε δίπλα σου μικρό κι ανεμοδαρμένο δεντρί. Ίσως μια μέρα αυτό το δεντρί σε φάη, ίσως όμως και μείνη σιμά σου χλωμιάρικο, αρρωστημένο, ανωφέλητο κούτσουρο. Έξω από κείνο το μέρος, έξω από τις ξερές εκείνες τις πέτρες, όλη η Ρωμιοσύνη είναι δική σου.

Τα κύματά της δεν αφρίζουν, και θλίψη παντοτεινή φωλιάζει μέσα στον ίσκιο που τη γεμίζει. Ποτές ο ήλιος δε θα την παρηγορήση. Παρηγοριά δεν έχει η ζωή μου, μα ο πόνος δε με τρελλαίνει, δε χτυπώ τα στήθια μου, δε φωνάζω. Μια στιγμή, ένα δέφτερο της στιγμής, νόμισα και γω πως θα χάσω τα λογικά μου· δεν είμουν όμως ποτέ σαν το καμίνι εκείνο· είμουν πάντοτες σαν τη λίμνη.

Η απόστασις δεν ήτο μεγάλη, διεκρίνετο δε και το «νταβούτι» ακόμη εις το οποίον ήτο κλεισμένος ο νεκρός. Ο ιμάμης επροπορεύετο κοντός κοντός με την σαρίκα του. Διά την Σαϊτονικολίναν ήτο διττώς ευχάριστον το θέαμα εκείνο· και διότι ωλιγόστευαν οι Τούρκοι κατά ένα και διότι ο Λαδομπραΐμης ήτο και προσωπικός εχθρός του ανδρός της.

Και η Σμάλτω εγνώριζε πολύ καλά το αύλημα εκείνο· δεν ήτο δυνατόν άλλος να παίζη τοιαύτην φλογέραν· δεν ήξευρε κανείς άλλος να δίδη εις τους ήχους της τόσην ζωήν, τόσην δροσερότητα, ώστε να γεμίζη τον αέρα πέριξ από μυρία συναισθήματα, από τόσους καϋμούς της γυναικείας καρδίας, τόσας εκφράσεις της ανθρωπίνης αδυναμίας!. . . Αυτά δεν τα γνωρίζουν όλοι, όπως δεν ψάλλουν και όλα τα πουλάκια με την φωνήν της αηδόνος.

ΑΜΛΕΤΟΣ Το ζωγράφημα τούτο ιδέ κ' έπειτα εκείνο· δύ' αδελφών έχομ' εδώ πιστήν εικόνα· εις το βλέφαρο αυτό θεώρησε τι χάρις εκάθιζε! του Φοίβου ταις πλεξίδαις έχει, του μεγάλου Διός το μέτωπο, το μάτι του Άρη, φοβερό την ώραν 'πού προστάζει, την στάσιν ως ο Ερμής, όταν το πόδι εγγίζει, εις κορυφήν 'πού τ' ουρανού φιλεί τον θόλον.

Την ώραν που βγαίνει ο ήλιος, καθώς θα κτυπήση την κορυφήν του σουβλερού βράχου, — τον λέγουν Μύτικα, — εκεί ακριβώς οπού πέφτει ο ίσκιος της κορυφής του Μύτικα, εκεί να σκάψουναχ! να μπορούσε ο γέρο-λεβέντης, οπού τάλεγε, να κάμη φτερά, να βρεθή ένα πρωί στο μέρος εκείνο· πλην τα φτερά του ήσαν κομμένα τώρακαι θα εύρουν άλλοι τα γρόσια.

Η μάννα του κι ο αδερφός του τώλεγαν «μη!». Η κυρά Πανώρια τον παρακαλούσε με δάκρυα στα μάτια. — Τι σου κάνει; τώλεγε· τι σου κάνει; λυπήσου τον. — Όχι! εκείνος· ποιος ξέρει τι θησαυρούς κρύβει στις ρίζες του. Όχι τον πλάτανο μα και το σπίτι αν χρειαστή θα το γκρεμίσω κι εκείνο· έλεγε. — Ας τονε, μωρέ παιδί μου, νάχης την ευκή του Θεού· παρακαλούσε η γριά.

Τα πνεύματα, τα οποία είνε πάντα πολλά υπήκοα, οπόταν ένας άνθρωπος ηξεύρει να τα επιτιμήση, εμίσευσαν, και ευθύς εγύρισαν με τόσον φως, που ήτον περισσότερον από την χρείαν, και που ημπορούσαν με αυτό να φωτίσουν δέκα σπήλαια παρόμοια ωσάν εκείνο· εγώ λογιάζω ότι θα επήγαν και θα έκλεψαν όλες τες κανδήλες και τα κερία της χώρας της Καρισμίας.

Λέξη Της Ημέρας

λογαριαστήκαμε

Άλλοι Ψάχνουν