Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Ήμουν ακόμη άρρωστος και με φοβερή εξάντληση. Έβγαινα λίγο, αλλά και δεν πήγαινα μακριά 'πό το σπίτι μας. Μια μέρα στο μέρος 'κείνο συνάντησε μια γειτονοπούλα μας, ένα πολύ νέο κορίτσι, και το ρώτησε για μένα. — Το ίδιο είνε, είπε το κορίτσι. Κάθα μέρα τόνε τινάσει και δεν απόμεινε ο εμισός. Ανέγνωρο γίνηκε το κακορρίζικο απού την αδυναμία. — Κείντα λένε πως έχει; — Χτικιό 'κουσα πως έχει.
Ένα σωρό βοτανικά, πού να τα συλλογιούμε; Τα συναπίσματα ευθύς, το μπάνιο, της αβδέλλαις. Σερβιτζιάλια, αίματα, γκόμα και καραμέλαις. Ο άρρωστος δεν είν' καλά κράξται κ' ένα μπαρπέρη. Πάρτε του αίμας γλήγωρα απ' το ζερβί το χέρι. Ο Αστυνόμος και ο Ιατρός.
Έπιναν, καθισμένοι στο ήσυχο δωμάτιο του ισογείου, με τα πόδια σταυρωμένα και τον αγκώνα στην άκρη του τραπεζιού. Και οι δυο, ο χοντρός και ο λεπτός, έμοιαζαν ικανοποιημένοι από τη ζωή. «Πιες, πιες!», είπαν και οι δυο προσφέροντας στον Τζατσίντο το κρασί τους, αλλά εκείνος αποποιήθηκε και τα δυο ποτήρια. «Άρρωστος είσαι; Γιατί δεν πίνεις;» «Άρρωστος είμαι, ναι»
Μόνο να, πρέπει να φύγω∙ έφτασε η ώρα.» «Πήγαινε τότε στο καλό.» Εκείνος έμεινε για μια στιγμή σκεφτικός: του φάνηκε πως κάτι ξέχασε, όπως όταν είναι να ταξιδέψουμε και διερωτόμαστε εάν τα έχουμε πάρει όλα. «Ντόνα Νοέμι, έχετε κάτι να με διατάξετε;» «Όχι, τίποτε. Μου φαίνεται μόνο πως δεν είσαι καλά∙ είσαι άρρωστος; Μείνε εδώ, θα καλέσουμε το γιατρό.
Δεν πρέπει όμως να του αποδώση κανείς κακή θέλησι σ' ό,τι κακό μπορεί να σου κάνη. Με την πλέον καλή θέλησι σ' εξαποστέλλει στον άλλον κόσμο, απαράλλακτα όπως θα έστελνε την γυναίκα του και τα παιδιά του και εν ανάγκη και τον εαυτό του. ΑΡΓΓΑΝ Αυτά τα λες, αδελφέ μου, γιατί τον μισείς! Ας έρθωμε επί τέλους στα πράγματα. Τι πρέπει να κάνη κανείς όταν είνε άρρωστος; ΒΕΡΑΛΔΟΣ Τίποτα, αδελφέ μου.
Κι άρχιζε πάλε τα γέλοια ο Τραμουντάνας, και τρίβοντας τα ροζωμένα του χέρια να τα ζεστάνη, προσκαλούσε τους διαβάτες ναγοράσουνε πωρικά. Έρχεται μια μέρα ένας κλητήρας με γραμματάκι και με προσκαλεί στο νοσοκομείο. Μπαίνω σ' αμάξι και πηγαίνω. Μου λέει ο επιστάτης πως είνε μέσα ένας γέρος πατριώτης μου πολύ άρρωστος, και στο βύθο του απάνω παραλαλεί στη γλώσσα του.
Ο Ευκράτης μου ένευσε να καθήσω πλησίον του εις το κρεβάτι και εχαμήλωσε την φωνήν του κατά τον τρόπον των αρρώστων όταν με είδε, αν και όταν έμβαινα τον ήκουσα να λέγη κάτι τι με φωνήν δυνατήν. Εγώ δε με πολλήν προσοχήν, μήπως εγγίσω τα πόδια του και με τας συνήθεις δικαιολογίας, ότι δεν εγνώριζα πως ήτο άρρωστος και ότι μόλις το έμαθα έτρεξα κ' επήγα, εκάθησα πλησίον του.
Ο Ματζούκας τάχα φταίγει, Του αρρώστου του άντα λέγει Να ρουφήση αυγό ψητό, Και ο άρρωστος πεθαίνει, Αφορμής παραχορταίνει Απ' αυγό σφιχτά βραστό; Αν τον αστενή διορίση Το καθάρσιο να στραγγίση, Κι' ο εμπαθής, να καταπιή Μη μπορόντας, το αφίνει, Και λαβαίνει κακοσύνη, Πιος του είπε να μη πιή!
— Κι είχαμε, κάμει κι ένα τάξιμο πέρυσι το Δωδεκάμερο, αλήθειά, παπαδιά; είπεν αίφνης, στραφείς προς την συμβίαν του ο ιερεύς. Η παπαδιά τον εκοίταξεν ως να μην ενόει. — Οπού ήταν άρρωστος αυτός ο Λαμπράκης, επανέλαβεν ο ιερεύς, δεικνύων τον δωδεκαετή υιόν του. Θυμάσαι το τάμα που κάμαμε; Η παπαδιά εσιώπα.
— Αυτό είνε παλαιόν, αγαπητέ . . . και πολύ φοβούμαι ότι ό,τι είχε να κάμη η σύμβασις το έκαμε. Αλήθεια, τι κάμνει ο άρρωστός σου; — Ας κάμη ό,τι τον φωτίση ο ύψιστος. Περαιτέρω άλλος διάλογος. — Μην αγοράζης πλέον, Δημήτρη! έλεγεν οινοπώλης τις εις εύσωμον οψοπώλην, ούτινος η μορφή ήτο πορφυρά ως βρασμένος αστακός. — Άφησέ με, που δεν θ' αγοράσω!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν