United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θε μου, δε λυπάσαι μπλειο τσοι χριστιανούς; Εξέχασές μας τσοι κακομοίριδες; Κιάρχισε κέκλαιγε. Σε λίγες ώρες απογέρασε από τη ψυχική του αγωνία. Και τόσο αποχυμένο και χλωμό ήτο το πρόσωπό του όταν το βράδυ γύρισε στο σπίτι, που η γυναίκα του νόμισε πως ήταν άρρωστος. — Όι, δεν είμ' αρρωστάρης, της είπε· μόνο εκουράστηκα.

Η ανοιξιάτικη αναστάτωσή της κάθε χρόνο δεν έπαυε με τον ερχομό του καλοκαιριού, αντίθετα κάθε μέρα και περισσότερο μια έντονη ανάγκη μοναξιάς την έσπρωχνε να κρύβεται για να παραδίνεται καλύτερα στο βάσανό της, όπως ένας άρρωστος που δεν ελπίζει πια να θεραπευθεί. Εκείνη την ημέρα ήταν μόνη.

Κ' είδες σ' άλλην οικογένεια, που είναι ποιος άρρωστος, ποιος αδύνατος, και κανείς δε δουλεύει, πόση γρίνια και δυστυχία σωριάζεται; Ο καθένας ρίχνει τα λάθη στου αλλουνού τη ράχη, και δε βοηθούνται αναμεταξύ τους, και μαλώνουν ατέλειωτα. Έτσι και το έθνος. Είναι μιαν οικογένεια από κοινότητες.

Διότι τοιαύτα δολώματα παρουσιάζει η Ηδονή προς τους ανοήτους και φοβερίζουσα με τον κόπον, προσελκύει τους περισσοτέρους, μεταξύ δε αυτών έκαμε και τον ταλαίπωρον εκείνον ν' αποσκιρτήση από ημάς. Και προς τούτο εξέλεξε τον καιρόν κατά τον οποίον ήτο άρρωστος• διότι ουδέποτε αν ήτο υγιής θα επείθετο εις τους λόγους εκείνης.

Εσώριαζε απάνω στη μνήμη του βαρειά και κοφτερά τ' αγκωνάρια της αρχαίας· ως που εκείνη πληγωμένη και άρρωστη έπεφτε κάτω σαν το βαρυφορτωμένο ζω. Τότε πιο άρρωστος εκείνος από τη μνήμη του ξαπλωνότανε στον καναπέ με το κεφάλι στα χέρια, ένας σωρός από κρέας και κόκκαλα. Στην ίδια κατάσταση βρίσκεται και σήμερα. Μα τώρα δεν είνε μόνος. Μαζί του κάθουνται τριγύρω στο τραπέζι και τρεις άλλοι κύριοι.

Και ο λυγμός του ήταν τόσο δυνατός που η νεωκόρισσα τον πλησίασε με τη σκούπα. «Έφις, τι έχεις; Είσαι άρρωστοςΓούρλωσε τα τρομαγμένα του μάτια και νόμισε ότι βλέπει ακόμη την Καλίνα με το λοστό να του φωνάζει: «Φονιά!». «Έχω πυρετό….. Μου φαίνεται θα πεθάνω.

ΜΙΚ, Τον βλέπω• δίπλα σ' ένα λυχνάρι διψασμένο που μόλις φέγγει. Είνε κατακίτρινος, αδύνατος και λυωμένος, από τις φροντίδες βέβαια• δεν ήκουσα να είνε άρρωστος. ΠΕΤ. Άκουσε τι λέγει και θα εννοήσης πως είν' έτσι.

Έχε ‘ς τον φούρνον Αγγελική, το 'μάτι σου· κι’ όλον τ’ αυγόν' ς την πήταν. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ν' αφήσης τα νοικοκυριά και πήγαινε ‘ς το στρώμα· φοβούμαι μήπως αύριον με το νυκτέρι τούτο θα ήσαι άρρωστος. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Εγώ; καθόλου. Να η ώρα! Πολλαίς φοραίς 'ξενύκτησα, και όχι διά τόσον, και δεν αρρώστησα ποτέ.

Τίποτε άλλο, παρά του ΓεροΜούρτου τον σκεπό που εκοκκίνιζε μακρυά μέσ' στα σπαρμένα. Σαν έφθασε κοντά, άρχισαν τα γόνατά της να τρέμουν κ' εκάθησε σε μια πέτρα. — Χριστός και Παναγιά, παιδάκι μου! Και πώς δεν μου το είπες πως ήταν ένας άρρωστος δωπέρα: — Αμ' τι να σε το πω! Μήπως είσαι γιατρός για να τον γιάνης; Εκείνο, ως και ο ΠαπαΔήμος, που τ' άκουσε, δεν επήγε να τον διη.

Εγώ πίστευα όσα ήκουα· αλλά συνάμα μου ερχότανε η απορία, τι ευχαρίστηση είχεν ο δαίμονας και με τόση επιμονή ήθελε να κατοικά στην κοιλιά ενός ανθρώπου, σένα μέρος τόσο στενόχωρο κεπί τέλους όχι καθαρό. Αν τουλάχιστον ο άρρωστος ήτο κανένα ώμορφο κορίτσι, θα τώνιωθα. Δεν έφτανα όμως σε κανένα συμπέρασμα απιστίας.