Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025
Και εβούισεν έως κάτω το βαθύ ρεύμα βοήν φοβεράν, ως εάν εβούισε τουφεκιά, καταπλήξασαν τα πτηνά, τα οποία εσίγησαν εις τας δροσεράς κρύπτας των. Η μεγαλητέρα, η Ελένη, 'σαν να ήκουσε την φωνήν την δευτέραν φοράν.
Διηυκόλυνεν εις τους δημίους το έργον των, εκτείνας ο ίδιος τους βραχίονας επί του σταυρού και τους οφθαλμούς ανατείνων εις τον ουρανόν, ήρχισε να προσεύχεται διαπύρως. Έβλεπε πέριξ του όλους επί των σταυρών. Προ του φρικιαστικού εκείνου δάσους των σταυρών, τα εξηπλωμένα σώματα, η σιγή εκείνη η νεκρική, αι φαιδραί κραυγαί του λαού εσίγησαν αιφνιδίως.
Τα άσματα εσίγησαν, ως και ο ήχος των αρπών. Ανησυχία κατέλαβε τους παρισταμένους. Μόνος ο Πετρώνιος δεν έδειξε την ελαχίστην συγκίνησιν και είπεν ως άνθρωπος ενοχλούμενος από συνεχείς προσκλήσεις: — Θα ηδύναντο να με αφήσουν να δειπνήσω ησύχως. Επί τέλους ας εισέλθη. Ο δούλος εξηφανίσθη όπισθεν του παραπετάσματος.
Οι λόφοι κύκλω, τα βουνά ομοίως, πάλλευκα και ακίνητα και μόνον εδώ κ' εκεί πενθίμως η λευκότης διεκόπτετο υπό μαύρων σκιών, των υψηλών δένδρων, άτινα σειόμενα υπό του ανέμου απέρριπτον από τους κλώνους των την χιόνα, κ' εμαύριζαν μέσα εις την τόσην λευκότητα τα πράσινα φύλλα των, ως κλαδιά μεγάλα, στολίσματα πένθιμα λευκής μανδήλας, υπό την οποίαν εσίγησαν παγέντα τα ποικίλα κελαδήματα των πτηνών και ο ηδύς ψίθυρος των πυκνών θάμνων.
Αυτά 'πε, και όλοι εσίγησαν, άφωνοι έμειναν όλοι· 320 και αργότερ' ο Αγέλαος Δαμαστορίδης είπε· «Ω φίλοι, οπόταν ειπωθή λόγος ορθός δεν πρέπει ενάντια να λογομαχή κανείς και να θυμόνη. τον ξένον μην υβρίζετε, μήτε κανέναν άλλον των δούλων εις τα δώματα του θείου Οδυσσέα. 325 και λόγον εγώ θά 'λεγα γλυκόν του Τηλεμάχου, και της μητρός του, αν έστεργαν να τον δεχθούν και οι δύο. όσον ελπίδ' απόμενε 'ς τα βάθη της ψυχής σας 'ς το σπίτι του ο πολύνοος να φθάση Οδυσσέας, καλώς τον περιεμένετε, και ακόμη τους μνηστήραις 330 'ς τα δώματ' είχετ', επειδή τούτο σας ωφελούσε, αν 'ς την πατρίδα εγύριζεν από τα ξένα εκείνος· αλλ' είναι τώρα φανερό 'που δεν θα γύρη πλέον· αλλά συ την μητέρα σου συμβούλευε να πάρη, κείνον οπ' είναι ανώτερος και πλειότερα χαρίζει, 335 εσύ να χαίρεσ' ήσυχος τα πλούτη του πατρός σου όλα, και κείνη του άλλου ανδρός το σπίτι να προσέχη».
Εις το Ευαγγέλιον του Αγίου Ιακώβου, το κοινώς γνωστόν υπό τον τίτλον «Πρωτευαγγέλιον», υπάρχει έν αλλόκοτον πραγματικώς κεφάλαιον εξιστορούν το πώς κατά την τρομεράν στιγμήν της γεννήσεως ο άξων του ουρανού εσταμάτησεν ακίνητος, και εσίγησαν τα πτηνά, και τα ποίμνια εσκορπίσθησαν καθ' όλας τας διευθύνσεις και εστάθησαν απολιθωμένα, και ανύψωσε την χείρα του ο ποιμήν διά να κτυπήση και η χειρ έμεινεν ανυψωμένη και αδρανής.
Μ' οργήν αυτά 'πε και έρριξε κατά την γη το σκήπτρο, 80 κ' έβγαλε δάκρυα• και ο λαός όλος αισθάνθη λύπη. και όλοι οι άλλοι εσίγησαν ουδέ κανείς ετόλμα σκληρή προς τον Τηλέμαχον απάντησι να δώση. και μόνος ο Αντίνοος απάντησέ του κ' είπε•
Το παν ήτο ήρεμον: οι κώδωνες των εκκλησιών εσίγησαν, οι τελευταίοι ήχοι εξηφανίσθησαν μαζί με την λάμψιν των ερυθρών νεφών. — Δικός μου είσαι! ήχει εις το βάθος. Είσαι δικός μου!» ήχει εκ του ύψους, εκ του Απείρου! . . . Θείον! από αγάπης εις αγάπην, από της γης εις τον ουρανόν να πετάξη κανείς. Μία χορδή έσπασε, πένθιμος ήχος ήχησε. Το παγερόν φίλημα του θανάτου ενίκησε το εφήμερον.
Αυτά 'πε και όλοι εσίγησαν, άφωνοι έμειναν όλοι• του Αρητιάδη βασιληά, του Νίσου ο λαμπρός γόνος άρχισε τότ', ο Αμφίνομος, που από το σιτοφόρο 395 χλωρό Δουλίχιον αρχηγός μνηστήρων είχεν έλθει• κ' ήσαν οι λόγοι του αρεστοί πολύ της Πηνελόπης, ότι καλοπροαίρετο το φρόνημ' είχ' εκείνος. τότε 'ς αυτούς ωμίλησε με καλήν γνώμη, κ' είπε• «Ω φίλοι τον Τηλέμαχον δεν ήθελα φονεύσει• 400 και γενεάν βασιλικήν είναι βαρύ να σβύσης• αλλ' όμως να ερευνήσουμε την θεία γνώση πρώτα• και αν του μεγάλου του Διός οι ορισμοί τον στέργουν, πρώτος εγώ φονεύω τον και όλους τους άλλους σπρώχνω. και, αν το εμποδίζουν οι θεοί, να παύσετε σας λέγω». 405
Και αφού οι τόνοι της θείας ταύτης προσευχής εσίγησαν, ο Ιησούς εξήλθε συν τοις μαθηταίς Αυτού πέραν του Χειμάρρου των Κέδρων, όπου ην κήπος, εις ον εισήλθεν Αυτός και οι μαθηταί Αυτού. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΝΖ'. Γεθσημανή. — Η Αγωνία και η Σύλληψις
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν