Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Τρίδιπλα τώρα πλέρωσα και σώθηκα, κι' αφτή είναι 80 η μέρα μου η δωδέκατη που γύρισα στην Τροία πολλά παθόντας· όμως νά, στα χέρια σου με ρήχνει μοίρα άστοργη ξανά ... Αχ θα πει με καταράστη ο Δίας που τώρα πάλι μ' έπιασες. Λιγόχρονο η Λαθόα η μάννα μου αχ με γέννησε, του γέροντα Άλτη η κόρη, 85 τ' Άλτη π' ορίζει τους γερούς Λελέγους κι' έχει πύργο μες στην ολόρθια Πήδασο στο ρέμα εκεί του Σάτνη.

Βούτηξε τότες στο γιαλό τ' όμορφο φως του ήλιου, 485 σκοτάδι απάνου σέρνοντας στη γης την καρποδότρα. Κι' έδυσε ο ήλιος άθελα των Τρώων, μα οι Αργίτες με πόθο μ' αναγάλλιαση τη σκοτεινή είδαν νύχτα. Τότε ο λεβέντης Έχτορας με το στρατό απ' τα πλοία τραβάει, και κάνει συντυχιά κοντά στο χόχλιο ρέμα, 490 σε λόφο απ' όθες φαίνονταν ως πέρα ο κάμπος όλος.

Τότες απάντησε ο βαθύς και ξεκουράστης Ύπνος «Ήρα μου, σεβαστή θεά, του Κρόνου θυγατέρα. έφκολα εγώ ναι αν άλλον πεις θεό μεγάλο αιώνιο σου τον κοιμίζω, κι' αν μου πεις του ποταμού το ρέμα, 245 του Ωκιανού, που πλάστηκε πηγή μες σ' όλους πρώτη· όμως το Δία εγώ, το γιο του Κρόνου, δεν αγγίζω, δεν τον κοιμίζω, εξόν αφτός αφτόθελα αν προστάξει.

Τότε ο τεχνίτης απαντάει θεός απ' τ' αργαστήρι «Τι λες, καλέ; Θεά 'ναι αφτή που σέβουμαι λατρέβω, που μ' έσωσε όταν έπαθαμε το να πέσω αλάργα395 από λωλιά της μάννας μου, που η σκύλα να με κρύψει ζητούσε, τι είμουνα χωλός. Θα σβούσα τότε ο έρμος, η Θέτη αν δε με δέχουνταν στα βαθιά κι' η Βρυνόμη, κόρες κι' οι διο τους τ' Ωκιανού με το πλατύ το ρέμα.

Μα αφτή δεν ήθελεόχεσκενα κάτσει, μον τους είπε «Δεν κάθουμαι, τι στ' Ωκιανού έχω να πάω το ρέμα, 205 στων Αιθιόπων τα χωριάπου των θεώνε σφάζουν άπειρα βόδιαεκεί κι' εγώ να φάω σφαχτό μαζί τους.

Ήρθαμε στην πηγή για να πιούμε, όχι να γείνουμε πλάτανοι και να ριζώσουμε δίπλα της. Τώρα πρέπει να κατεβούμε το ρέμα, να μπούμε στον ποταμό, να πάμε στο πέλαγο. Πρέπει να δούμε τη μεγάλη τη Ρωμιοσύνη. Την είδαμε, θα πης, χίλιες φορές με τα μάτια μας. Μα αυτό δε σημαίνει. Ο σκοπός είναι με &κλειστά μάτια& να τηνε δούμε, με το νου μας να τηνε δούμε τη Ρωμιοσύνη. Τα μάτια πλανεύουνε.

Είτανε μια από κείνες τις επικίντυνες ανοιξιάτικες βραδιές της Στοκχόλμης, που ο ήλιος πέφτει θερμός στα νιοβλαστημένα δέντρα, που οι δρόμοι είναι πλημμυρισμένοι κόσμο, σα για χαρά κι απόλαψη των ματιών, που τα εξοχικά κέντρα τραβούνε παλιά αντρόγυνα, νιόπαντρους ή αρρεβωνιασμένους, που ο ουρανός είναι γαλανός και στο ρέμα κυλούν χορεύοντας οι όγκοι του σπασμένου πάγου, που ο χειμώνας φαίνεται σα να έφυγε για πάντα κ' η άνοιξη προμηνά ένα καλοκαίρι τόσο ωραίο, όσο δε στάθηκε ποτέ ως τώρα.

Θάρρος, παιδιά! έλα ας μείνουμε μια στάλα ως που να δούμε, τάχα μαντέβει ψέματα ο Κάρχας ή κι' αλήθια. 300 Τι το θυμόσαστε καλά ακόμα αφτόμαρτύροι είστε όλοι εσείς που η συνοδιά δεν άρπαξε του χάρουσα χτες προχτές, τη σύναξη σαν είχαν τα καράβια μες στην Αβλίδα για να βγουν τους Τρώες να βαρέσουν, εμείς στους άγιους τους βωμούς, στο κεφαλάρι γύρω, 305 σφάζοντας βόδια απ' τους θεούς ζητούσαμε βοήθια στον ήσκιο ωραίας πλατανιάς, όθε έτρεχε καθάριο το ρέματότες φάνηκε μεγάλο 'να σημάδι.

Και πέφτουν μέσα βάρηχα, σαλαγοσπάει το ρέμα, οι οχτοί γύρω αντιβογγούν· και με φωνές οι Τρώες 10 κουβάρια μέσα εδώ κι' εκεί στους χόχλους κολυμπούσαν.

Απ' την Εφύρα 530 άλλοτες τάφερε ο Φυλιάς, απ' του Σελλή το ρέμα, και βλάμης τού τα χάρισε, ο βασιλιάς Εφήτης, που σαν κινάει για πόλεμο ναν τα φοράει μπροστήθι· όπως και τότες τούσωσαν το γιο του από το χάρο.

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν