Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Με ρωτάς τι θάλεγε ο Leonardo, αν κανένας του είχε πη για την εικόν' αυτή πως «όλες οι σκέψεις κ' η πείρα του κόσμου χάραξαν κ' ετύπωσαν εκεί 'πάνω ό,τι ήταν ικανό να εξευγενίση και να κάνη εκφραστική την εξωτερική φόρμα, το ζωισμό δηλ. των Ελλήνων, τη Ρωμαϊκή λαγνεία, τη ρέμβη του Μεσαιώνος με την πνευματική του φιλοδοξία και τους φανταστικούς του έρωτες, τον γυρισμό του ειδωλολατρικού κόσμου και τις αμαρτίες των Βοργιών»· θ' αποκρινόταν πιθανώτατα ότι δεν είχε υπ' όψει ο ίδιος τίποτ' απ' αυτά, μα κύτταξε μονάχα πώς να βάλη σε τάξη τις γραμμές και τις μάζες και φρόντισε για καινούριους και παράξενους συνδυασμούς του γαλάζιου και του πράσινου.

Μένων Μα ειξεύρω εγώ τουλάχιστον ότι κανένας ποτέ δεν τον εδίδαξεν. Σωκράτης Έχει όμως τας ιδέας αυτάς ή όχι; Μένων Φαίνεται, Σωκράτη, ότι κατ' ανάγκην πρέπει να τας έχη. Σωκράτης Εάν δε δεν έλαβε τας γνώσεις αυτάς κατά την παρούσαν ζωήν, δεν είναι προφανές, ότι τας είχε και τας έμαθεν εις άλλον χρόνον; Μένων Είναι προφανές. Σωκράτης Ό χρόνος δε ούτος δεν είναι εκείνος, καθ' ον δεν ήτο άνθρωπος;

Συχνά, πολύ συχνά μου φαινότανε σα να μιλούσε κάποιος άλλος με το στόμα μου, χωρίς να μπορώ να τα εμποδίσω. Έπρεπε όλο να μου δίνης εσύ και γω να παίρνω μόνο. Μα τώρα θαλλάξη το πράμα. Φτάνει μόνο να γίνω καλά. Την ησύχασα και την παρακάλεσα να μη μιλά πολύ. Είμουνα παραπολύ ευτυχισμένος και δεν μπορούσα να πω περσότερα. — Ναι, ναι, είπε. Σώπαινα σε σένα και μιλούσα σ' άλλους.

Και την ιδίαν στιγμήν που εμβήκεν εις αυτό γίνεται μία βοή και θόρυβος· και ύστερον από ολίγον γυρίζει η Αροούγια πολλά έντρομη λέγοντάς του Κατή· αφέντη, ημείς είμεθα χαμένοι· ένας σκλάβος μας σε είδε που εμβήκες εις το σπήτι μου, και επήγε και το είπε του ανδρός μου· ο οποίος θέλει να έλθη εδώ να ζητήση ανίσως και είναι αλήθεια· Εγώ επάσχισα με κάθε τρόπον να τον εμποδίσω, μα δεν ημπόρεσα να τον καταπείσω· και ούτως έστειλε και έκραξε τους εδικούς του και έρχονται μαζί διά να σε εύρουν, να σε θανατώσουν σήκω το λοιπόν ογλήγορα και έλα μαζί μου διά να μη μας καταλάβουν.

Φθάνοντας το λοιπόν η νύκτα, ηθέλησα να πάρω θέλημα από την Γαντζάδα διά να τραβηχθώ εις το κονάκι μου· μα αυτή με πρόσωπο κακιωμένο μου είπε· πώς το λοιπόν, ακόμη στοχάζεσαι διά να με παρατήσης, ύστερον αφού με εβεβαίωσες, ότι θέλεις κάμει εκείνο που εγώ θελήσω; δεν εκαρτερούσα να μου κάμης ποτέ αυτό το ζήτημα.

Ποίας ενεργείας είναι αυτό το σεκρέτον ερώτησα εγώ, μήπως και είναι εκείνο που μετατρέπουν το μολύβι και σίδηρον εις χρυσόν; Όχι, Βασιλέα μου, ετούτο είναι πολύ τιμώτερον από αυτό, ετούτο κάνει να αναζήση ένα κορμί αποθαμμένον, όχι πως να του επιστρέψω την ψυχήν, εις τούτο μονάχα ο Ουρανός ημπορεί να κάμη αυτό το θαύμα, μα κάνω και εμπαίνει η ψυχή μου εις κάθε νεκρόν σώμα, και το ανασταίνω.

Όχι μόνον έγινε καλά μα και πλέον όμορφη και γλυκειά και δροσερή από πρωτήτερα. Οι δύστυχοι γονέοι εκατάντησαν τρελοί από τη χαρά τους· δεν ήξευραν με τι τρόπο ν' αντιπληρώσουν τον γέροντα. Μα εκείνος δεν εφρόντιζε για τέτοια. Έτσι ήρθε· ήθελεν έτσι και να φύγη.

Ταθεόφοβο το παιδί, που πρέπει να πατήσω ένα ξεφωνητό και να τονέ διώξω, κι ως τόσο δε βαστάει η καρδιά μου! Σύρε, σύρε να μη σε νοιώσουν, κακόμοιρε, και μ' αφάνισες! Στέλνε όσα θες μηνύματα με τους προξενητάδες, μα μην πολεμάς από παράθυρα να μου ψέλνης αγάπες, κ' έχουν πίκρες τα κρυφογύρευτα τα φιλιά. Στεφ.

Μα σχοινί δεν ήταν πουθενά· η Χλόη όμως αφού έλυσε μια κορδέλα της τη δίνει στο γελαδάρη για να την ρίξη· κ' έτσι εκείνοι στεκάμενοι στην άκρη του λάκκου τραβούσαν κι' ο Δάφνης ανέβηκε κρατώντας την κορδέλα, που την έσερναν.

Την άλλη μέρα πάλι τα ίδια. Οι θέρμες δεν τον άφιναν. Όλοι οι γιατροί κ' οι γιάτρισσες πέρασαν από πάνω του· πήρε του κόσμου τα κινίνα, τις αψιθιές και τα μαντζούνια κατάλυσε και τις νηστείες, πήγε ναλλάξη και το αέρι του απάνω στο μοναστήρι του Προδρόμου μα τίποτε. Η θέρμη δεν τον ξεχνούσε. Κάθε δύο, κάθε τρεις μέρες σύγκρυο και ζέστη.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν