Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Δε λέω που ο μεταφραστής ή ο εγδότης δεν μπορεί να βάλη πού και πού τίποτις δικό του, να διορθώση ένα κόμμα ή να δώση ερμηνεία πιο σωστή για μια λέξη, κ' έτσι να μας βγάλη στη μέση, για το κοινό, καμιά καινούρια νοστιμάδα. Όσο θερισμένος κι αν είναι ένας κάμπος πάντα κατορθώνει κανείς να μαζέψη δυο τρία στάχια που έπεσαν καταγής. Απομεινάρια βρίσκουνται παντού.
Τρέχα να μη σου τα κάμω χρυσάφι τα μπούτια σου. Τρέχα, καψούλικο, τώρα που τόχουμε το φεγγάρι. Κουνήσου, ανάθεμά σε, ψοφήμι. Καλησπέρα, αφεντικό. — Στάσου, τσαναμπέτικο, στάσου! — Πώς σου φαίνεται το φεγγάρι, αφεντικό; Θα τόχουμε ώσπου να φέξη ή θα μας μαζέψη σύννεφα πάλε; — Στάσου που να σε πάρ' η κατάρα! Στεφ. Καλησπέρα, Κεριάκο. Μη φοβάσαι για τον καιρό. Κι α θέλη ο Θεός; Κερ.
Α' ΑΝΗΡ Οχι δα, τι άλλο λες να ξέρουνε, παρ' ότι ετοιμάσθηκαν τα χρήματα να φέρουνε; Β' ΑΝΗΡ Αν δεν ιδούν τα μάτια μου δεν πείθομ' ό,τι νάνε. Α' ΑΝΗΡ Μα όλο τούτο σήμερα στους δρόμους κοπανάνε. Β' ΑΝΗΡ Ας λένε! Α' ΑΝΗΡ Αλλά είπανε καθένας να μαζέψη το είναι του. Β' ΑΝΗΡ Ας λένε· μπα! Α' ΑΝΗΡ Κόσμο θα καταστρέψη μ' αυτήν την δυσπιστία του! Β' ΑΝΗΡ Αυτοί δεν θα πιστέψουν.
Ο Στάμος εφώναξεν «εμπρός!» και δοκιμάσας το μάνδαλον της θύρας τον αυλογύρου, είδεν ότι η θύρα ήτο ανοικτή. Εισώρμησε πρώτος και τα άλλα παιδία τον ηκολούθησαν. Η φωνή του Παλούκα συνωδεύθη, εκτός του δούπου της πτώσεώς του, και από άλλον κρότον, κρότον μεταλλικόν. Λεπτά του είχαν πέσει από την τσέπην. Ο Παλούκας δεν εγύρισεν οπίσω να τα μαζέψη.
Στο μεταξύ ο Ιουστινιανός, αφού δυνάμωσε τα οχυρώματα του παλατιού του, προσκάλεσε στην αίθουσα μεγάλο συβούλιο. Είταν ο Ιουστινιανός βυθισμένος σε μεγάλη θλίψη, και στην απελπισία του απάνω φαίνεται σα να μισαποφάσισε να μαζέψη τα πολύτιμά του και να φύγη στην Ηράκλεια της Θράκης, ίσως και κείθε μπορέση και ξαναπάρη την Πόλη. Αυτή είταν η γνώμη και του Καππαδόκη καθώς και του Βελισάριου.
Η δεύτερη μανία τον έφερε στην Ελλάδα για να βάλη σε δρόμο την πρώτη. Και το χερότερο, που Έλληνες τον πρωτοπαρακινήσανε να κατεβή στην Ελλάδα, να παραβγή στους Αγώνες, και να μαζέψη με τα δικά του χέρια τα στεφάνια που τούστελναν ως τότες από τα μακριά.
Κι ονειρεύοντάς το τανιστορούσε μ' όλες του τις ομορφιές, ομορφιές που τόσο τις λάτρευε, που να βασταχτή δεν μπορούσε, παρά ξεχείλιζε η καρδιά του με την ανιστόρηση μονάχη, άστραφτε η όψη του, το τραγούδι του καταντούσε κελάδημα, και γλέντι το γέλοιο του. Είταν όμως η κατάστασή του μπλεγμένη, κ' έπρεπε να γυρίση τα χωριά να μαζέψη τουλάχιστο μέρος πρι να ξεκινήση.
Άκου μ' εμένα που σου λέω ! Αλήθεια, να δης, Βεργινία μου, πούθελε σήμερις ναρθή μαζή μου κ' η Κυρία Ουρανία, η κόρη δα της σπιτονοικοκυράς μου μια μονάχη την έχει νάρθη λέει να μαζέψη λουλούδια στην Καλλιθέα, μα είχανε κάποιονα στο τραπέζι και δεν μπόρεσε να ξεφύγη δεν την άφησε η μητέρα της.
Να πάω να τους τα ξεμυστηρευτώ, πρι να τρέξουν και μας τουφεκίσουν και κανέν' άλλον Τούρκο και μας κατέβη τριπλή φουρτούνα. Έμεινε μονάχος του ο Δημήτρης. Πέρασε δεν πέρασε μιαν ώρα, και ροβολάει κατά την κάτω την άκρη του χωριού, τη Χριστιανική, ολότρεμη, σκιαγμένη, θειαφοκίτρινη η Ασήμω. Ό,τι ανέβηκε να μαζέψη στου Χουσεήνη, κι ακούστηκε στα μέρη της το δεύτερο το φονικό.
Κι ως τόσο ένας τους — ο Εξαποδός πρέπει να τονε σκούντηξε — βγήκε από το δρόμο του να μαζέψη για το ζω του χορτάρι. Και μαζεύοντας παίρνει το μάτι του το καλύβι! Ζυγώνει σιγανά σιγανά μην τύχη κ' είταν άντρες εκεί κοντά. Χτυπάει και ρωτάει ποιος κατοικούσε εκεί μέσα κι αν είχε άντρες. Πρόβαλε η γυναίκα από το παράθυρο κ' είπε όχι. Την προστάζει τότες να ξεμανταλώση την πόρτα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν