United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πέρασε τη νιότη του στο αίμα και στη φωτιά, τώρα πουλεί χαλβαδόπηττες και ζαχαρικά, επειδή στο αίμα και στη σφαγή έχουνε για την ώρα κισάτια. Έλα, ν' ακούσουμε τι τους λέει ο τρομερός Χουσεήνης. ς’ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΧΟΥΣΕΗΝΗ «Καλέ ψυχές μου, τζάνουμου! Ας τα πούμε τώρα που κανένας δεν είναι κοντά μας να μας ακούση.

Μ' όλη τους τη χολόσκαση που είχαν ανήμερα κιόλας θαμμένο το Χασάνη, τόσο τη χάρηκαν την πλερωμή αυτή της ζημιάς τους, που σκαρώσανε σωστό πανηγύρι τη βραδινή εκείνη στα δαδοφωτισμένα λημέρια τους. Ακούγουνταν οι ταρμπούκες και τα τραγούδια ως την κάτω την ενοριά, την ώρα που κάμανε γύρο κ' έβαλαν καταμεσής τη μαζώχτρα του Χουσεήνη, τη λυγερή την Ασήμω, και χόρεψε.

Πριν ακόμα νάρθουμε μεις, τη περίμενε τη Φράγκικη τη βοήθεια. Βλέπεις, με το να δουλεύη αυτός για τα μας, πόλεμο να μάθη δεν έχει καιρό. Θα κατεβούνε λοιπόν οι Φράγκοι, που πιστεύουν κι αυτοί Χριστό, και θα μας κόψουνε, ν' ανθρωπέψη ο τόπος του. Γεια σας, ρωμιόπουλά μου! Μπρος στη γνώση σας η σοφία του Κορανιού σκοτάδι γίνεται μοναχόΌμορφα τα είπες, χρυσόστομε Χουσεήνη!

Μωρέ Χουσεήνη, φωνάζει κάποιος δικός μας του ενός, που να τούβγαζες τάσπρο μαντίλι, μήτε στόνειρό σου δε θα τον έλεγες Τούρκο, μωρέ Χουσεήνη, τι 'ναι πάλε αυτά που ακούγω; Πήρες, λέει, την καλλίτερη μας μαζώχτρα, την Ασήμω, για τα δέντρα σου; Άιντε, χαλάλι σου. Κοίταξε μονάχα να μην την τουρκέψης, καημένε — — Στο διάβολο πια, κι αν τη τουρκέψη, λέει ένας άλλος.

Κ' η θεόλαμπρη ομορφιά της, καθώς τα μουρμούριζε αυτά μονάχη της ανεβαίνοντας στου Χουσεήνη το χτήμα, είταν αλλαγμένη καθώς αλλάζει ο ουρανός με τη συννεφιά. Έρχουνται ώρες που παίρνει τέτοια όψη η γυναίκα, που την ανιστορείς καθώς θα φαίνεται σα γεράση, ζαρωμένη, με δίχως δόντι και δίχως χάρη. Τέτοια θάρρειες και φαίνουνταν η Ασήμω εκείνη την ώρα.

Σκύβει και λέει της θειας της πως μεταγυρίζει στο λιομάζωμα, κ' ίσια στου Χουσεήνη το σπίτι. Ό τι γύριζε ο Χουσεήνης από το σπίτι του Χασάνη, που τον είχαν ξαπλωμένο στη μέση και ξεφώνιζαν οι γυναίκες του. Μαύρος από θλίψη κι από θυμό. Έτσι του ήρθε να τραβήξη το λάζο του και να τα σπαράξη της Ασήμως τα στήθια, σαν την πήρε η άγρια ματιά του. — Τονε βρήκα το φονιά! προφταίνει αυτή και του κράζει.

Από τη μια έμπαινε σπίτι με την ακριβή του Μιχάλαινα, κι από την άλλη οι παραφρενιασμένοι οι Τούρκοι έστελναν την Ασήμω να πάη και να μάθη ποιος την έπαιξε τη στερνή τη μπαλλοτέ. Έτρεξε η Ασήμω στης θειας της, κι απ' άκρες μέσες που άκουσε από τη γριούλα βρήκε πάλε μονομιάς το φταιξάρη. Λέει της γριάς πως πάει ναπονυχτερέψη με του Χουσεήνη το χαρέμι, πως τόταξε και πρέπει, αφού το ψωμί τους τρώνε.

Να πάω να τους τα ξεμυστηρευτώ, πρι να τρέξουν και μας τουφεκίσουν και κανέν' άλλον Τούρκο και μας κατέβη τριπλή φουρτούνα. Έμεινε μονάχος του ο Δημήτρης. Πέρασε δεν πέρασε μιαν ώρα, και ροβολάει κατά την κάτω την άκρη του χωριού, τη Χριστιανική, ολότρεμη, σκιαγμένη, θειαφοκίτρινη η Ασήμω. Ό,τι ανέβηκε να μαζέψη στου Χουσεήνη, κι ακούστηκε στα μέρη της το δεύτερο το φονικό.

Δέκα ως δώδεκα στρατιώτες από τους πιο διψασμένους του Χουσεήνη, μερικά βήματα μακριά στεκάμενοι στην αράδα, παραβγαίνανε στον αγώνα, ποιος να πρωτομπήξη το γυμνό του μαχαίρι στα στήθια του νέου.