Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Η Φαραζάνα ακουόντας αυτά τα λόγια του Αράπη εγέλασεν υπέρ το μέτρον. Αυτή εστοχάζονταν πως εκείνος θα της ωμιλούσε με αυτόν τον τρόπον, διά να την κάνη να στέκη χαρούμενη· εσύ έβαλες τέτοιους στοχασμούς επάνω εις εμένα, του είπεν· είμαι ευχαριστημένη που το έμαθα· Θέλω κυττάξει να φυλαχθώ εναντίον εις έναν άνθρωπον τόσον κακοποιόν καθώς είσαι εσύ.
Και εις εμέ λοιπόν ήρεσε και εις τον μύθον ο Προμηθεύς καλύτερα από τον Επιμηθέα· και κατά το παράδειγμά του εγώ κάμνων προμήθειαν δι' όλην μου την ζωήν, ενασχολούμαι εις όλα αυτά τα ζητήματα, και εάν συ έχης ευχαρίστησιν, το οποίον και εις την αρχήν έλεγα, μαζί σου θα εξήταζα αυτά με πολύ μεγάλην ευχαρίστησιν. — Και ο Πρωταγόρας είπεν·
Δεν τον απήγαγον μετά των άλλων. — Τι σκέπτεσαι να κάμης; — Να την σώσω ή να αποθάνω μετ' αυτής. Και εγώ είμαι χριστιανός. Ο Βινίκιος εφαίνετο ότι ωμίλει με αταραξίαν, αλλ' εις την φωνήν του έπαλλεν οδύνη τόσον σπαρακτική, ώστε η καρδία του Πετρωνίου εθλίβη. — Σε εννοώ, είπεν· αλλά πώς θα την σώσης;
— Και τώρα, πού να πάω; . . . Σαν έρθ' ο πατέρας σου; . . . Βασίλεψ' ο ήλιος . . . σουρούπωσε . . . θα νυχτώση. Η Μαρούσα εσκέφθη επί στιγμήν, είτα είπεν· — Εγώ έχω μεγάλην υποχρέωσι 'σε λόγου σου, θεια Χαδούλα . . . Πώς να το ξεχάσω! — Θυμάσαι; είπεν ακουσίως μειδιώσα η γραία. — Και μπορώ να τ' αστοχήσω; . . . Ό,τι μπορέσω να κάμω, θα κάμω για σένα. — Ας είσαι καλά.
Την άλλην ημέραν, ήτις ήτον η παραμονή του γάμου, ο γαμβρός υπέμνησε και πάλιν την απαίτησιν. Τότε ο Στάθης είπεν ότι δεν έχει πλέον χρήματα, επειδή όσα είχεν εις χείρας επήγαν όλα για έξοδα, και ας δώση τα χρήματα ο Θανάσης, αν θέλη. Αυτά είπεν εις τον γαμβρόν. Εις δε τον Θανάσην είπεν· — Αυτά να του τα δώσουμε για πανωπροίκι, να στεφανωθή, κ' ύστερα, τι λες κ' εσύ;
Η Φατμέ επάνω εις αυτό είπεν· επειδή και η αδελφή μου φαίνεται πως συγκλίνει διά να σε υπακούση, με τα όσα της έταξες, πρέπει να μας αφήσης, διά να πάμεν ετούτα τα σκουτιά εις εκείνους που μας τα έδωσαν, και υστερώτερα γυρίζομεν διά να σε ακολουθήσομεν.
— Τι παραγγελίαν; — Ένα γράμμα. — Αυτό γίνεται. Ο ξένος εξέβαλεν εκ του κόλπου του μικρόν φάκελλον και το ενεχείρισεν εις τον Τρέκλαν. Ούτος λαβών αυτόν είπεν· — Αύριον θα φροντίσω, ησύχασε. — Ω, να είξευρες πόσον καλόν θα μου κάμης! Και τω έδωκε δεύτερον νόμισμα. — Ω, ω, είπεν ο Τρέκλας, ήρχισε βλέπω να φέγγη. Και εστράφη κωμικώς προς ανατολάς, ως να εζήτει να ίδη αν υπέφωσκε πράγματι η ημέρα.
Ο Ορμώζ ωσάν τους είδε είπεν· ιδού τέλος πάντων που είμαι έτοιμος διά να πληρώσω το τάξιμόν μου· εσείς θέλετε διακρίνει αν εγώ με δίκαιον τρόπον σας είπα πως είμαι ο πλέον δυστυχής βασιλέας του κόσμου.
— Ο μεν Πρωταγόρας λοιπόν, αφ' ου με ήκουσε να λέγω αυτά, είπεν· Πρωταγόρας Όπως θέλεις, Σωκράτη. — Ο δε Πρόδικος και ο Ιππίας και οι άλλοι πολύ με παρεκίνουν να είπω εγώ. Εγώ δε είπον ως εξής· Σωκράτης Την γνώμην μου τουλάχιστον διά το τραγούδι αυτό θα προσπαθήσω να σας την εκθέσω.
Η σκιά έκαμε κίνημα, ως να απέσυρε κάτι, και είτα τραχεία φωνή ηκούσθη· — Ποιοι είστε; τι θέλετε; — Πέσαμε όξου, απήντησεν ο υιός του κυβερνήτου. Είμαστε θαλασσοπνιγμένοι. Μετ' ολίγας στιγμάς η φωνή είπεν· — Από 'δω ελάτε. Ο άνθρωπος ήναψε φανάριον, κ' έδειξε τον δρόμον εις τους τρεις ναυαγούς. — Κ' εγώ θάρρεψα, πως θέλετε να μου κλέψετε τα χέλια, είπε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν