Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Μετά μίαν στιγμήν ηκούσθη βήμα βαρύ και ρυθμικόν, και εις την αίθουσαν εισήλθεν ο εκατόνταρχος Άπερ, τον οποίον εγνώριζεν ο Πετρώνιος, φέρων σιδηρά όπλα και κράνος. — Ευγενή άρχον, είπεν, ιδού μία επιστολή του Καίσαρος. Ο Πετρώνιος ήπλωσε νωχελώς την λευκήν χείρα του, έλαβε την πινακίδα και ρίψας βλέμμα εις αυτήν, την ενεχείρισεν ατάραχος εις την Ευνίκην.

Ενεχείρισεν εις τον Κουμπήν έν μικρόν δέμα, εντός μεταξωτού προσοψίου, επίπεδον, κυκλοτερές. — Αυτό το ηύρα μέσ' τη βάρκα, είπεν. — Α! κ' εγώ τα ξέχασα, είπεν ο Κουμπής. Ήσαν στέφανα του γάμου, τα oποία ο Κουμπής είχε κατασκευάσει, φαίνεται λάθρα, και ιδιοχείρως την ώραν που η Κουμπίνα είχε κινήσει να υπάγη στον Άι-Προκόπην μαζί με την Λελούδαν.

Τι παραγγελίαν; — Ένα γράμμα. — Αυτό γίνεται. Ο ξένος εξέβαλεν εκ του κόλπου του μικρόν φάκελλον και το ενεχείρισεν εις τον Τρέκλαν. Ούτος λαβών αυτόν είπεν·Αύριον θα φροντίσω, ησύχασε. — Ω, να είξευρες πόσον καλόν θα μου κάμης! Και τω έδωκε δεύτερον νόμισμα. — Ω, ω, είπεν ο Τρέκλας, ήρχισε βλέπω να φέγγη. Και εστράφη κωμικώς προς ανατολάς, ως να εζήτει να ίδη αν υπέφωσκε πράγματι η ημέρα.

Τέλος, αφού περιέφερε βλέμμα εις τους τεσσάρας φράκτας και εις τας τέσσαρας γωνίας του κήπου, εστράφη προς το μαγγανοπήγαδον, έβγαλεν από την εσωτερικήν τσέπην του επενδύτου μικρόν φάκελλον και τον ενεχείρισεν εις τον μπαρμπα -Γιώργην τον Απίκραντον. Ο μπαρμπα-Γιώργης ο Απίκραντος έλαβε τον μικρόν φάκελλον και στραφείς προς τους δύο συντρόφους του, ήρχισε να διερευνά το περιεχόμενον.

Ο Πετρώνιος κατέβη και ηγόρασε κομψόν χειρόγραφον και το ενεχείρισεν εις τον Βινίκιον. — Σου το δωρίζω τω είπεν. Ευχαριστώ, απήντησεν ο Βινίκιος παρατηρών τον τίτλον: Το «Σατυρικόν»; Είναι νέον; Τίνος είναι; — Ιδικόν μου. Αλλά κανείς δεν το γνωρίζει και συ μη λέγης εις κανένα τίποτε περί αυτού.

Εις τοιαύτην περίπου κατάστασιν ευρίσκετο και η ημετέρα ηρωίς, ότε εσπέραν τινά, ενώ εκάθητο παρά το χείλος του ιχθυοτροφείου μοιράζουσα μελαγχολικώς το δείπνον της εις τους κυπρίνους, επλησίασεν αυτήν μυστηριωδώς ο κηπουρός της Μονής, και στρέψας κύκλω ανήσυχα βλέμματα, ενεχείρισεν αυτή μυστηριωδώς επιστολήν γεγραμμένην διά πορφυράς μελάνης επί λεπτού δερματος Θνησιγενούς αρνίου.

Ταύτα απετέλουν την ουσίαν της συνομιλίας, αλλ' αι ερωτήσεις του Πλατέα και αι λεπτομέρειαι του Λιάκου επαναλαμβανόμεναι αποκατέστησαν μακρόν τον διάλογον, ο δε ήλιος έδυεν, ότε οι δύο φίλοι επέστρεψαν εις την οικίαν διά να τιμήσωσι το δείπνον της Φλουρούς. Μόλις είχον απογευθή ότε η θύρα εκρούσθη, η δε Φλουρού εισελθούσα ενεχείρισεν εις τον Λιάκον επιστολήν.

Ορισμός σας, άρχων. — Τώρα, δος μοι την επιστολήν. — Ευθύς, άρχων. Ο Θεόδωρος ήνοιξε το περιστήθιόν του και εκβαλών εσφραγισμένον φάκελλον, ενεχείρισεν αυτόν εις τον άρχοντα. Ούτος τον έλαβε και υπό το φέγγος της σελήνης ανέγνω την επιγραφήν. — Έχει τις υμών δάδα; ηρώτησεν ακολούθως.

Ο Άουλος επανήλθεν εις τον οίκον του με μικράν ελπίδα. Καθησύχασε την Πομπονίαν και αμφότεροι ανέμενον νέα από τον Βινίκιον. Παρήλθον ώραι. Περί την εσπέραν ήκουσαν να κρούεται η θύρα. Είς δούλος εισήλθε και ενεχείρισεν επιστολήν εις τον Άουλον. Η επιστολή έλεγε τα εξής: «Μάρκος Βινίκιος Αούλω Πλαυτίω, Χαίρειν.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν