Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Πολύ ευχαριστήθηκαν σαν ν' άκουαν παραμύθι, όχι ιστορία· και ρωτούσανε τι είναι τέλος πάντων ο έρωτας· τι πράγμα, παιδί ή πουλί και τι δύναμη έχει; Πάλι λοιπόν ο Φιλητάς τους είπε: — Θεός είναι, παιδιά μου, ο έρωτας, νέος κι όμορφος και φτερωτός· και για τούτο του αρέσουν τα νιάτα κι αναζητάει την ομορφιά κ' ενθουσιάζει τις ψυχές.
Είναι κοινοί, ευτελείς και οχληροί. Όσο για την Εκκλησία, δεν φαντάζομαι τίποτε καλύτερο για την ανάπτυξη μιας χώρας από την παρουσία μιας ομάδος ανθρώπων, που το χρέος τους να είναι το να πιστεύουν στο υπερφυσικό, να κάνουν κάθε μέρα θαύματα και να βαστούν ζωντανή εκείνη τη μυθοπλαστική δύναμη, που τόσο απαραίτητη είναι για τη φαντασία.
Ακολούθησε βήμα βήμα τη γυναίκα, έβγαλε τον σκούφο για να τοποθετήσει με δύναμη το κομμάτι το ξύλο κάτω από την πόρτα και περίμενε πάλι με υπομονή να επιστρέψει η ντόνα Έστερ στο πηγάδι για νερό. «Δώστε, δώστε σ’ εμένα», είπε παίρνοντάς της τον κουβά από το χέρι και ενώ ανέβαζε το νερό κοίταζε μέσα στο πηγάδι, για να μην κοιτάζει κατά πρόσωπο την κυρά του, επειδή ντρεπόταν να της ζητήσει τα λεφτά που του χρωστούσε. «Ντόνα Έστερ, δεν βλέπω πια τα δεμάτια με τα καλάμια.
Το καζάνι της νέας ρωμιοσύνης έβραζε ακόμα, και χοχλακίζανε μέσα του ταρίθμητά της στοιχεία, πολιτισμένα και βάρβαρα· εκεί λοιπόν που πήγαινε ομπρός το εθνικό αυτό λαμπικάρισμα, ξεφύτρωναν ξεθυμασμένοι φιλόσοφοι και μας χύνανε νερό στη φωτιά. Τους χτύπησε ο Ιουστινιανός μ' όλη τη δύναμη του.
Έτσι πολύ εγώ κόπιασα, πολλά 'παθα για σένα, μ' αφτά στο νου, πως άκληρο μ' άφισε εμένα ο Δίας· μονάχα εσένα σ' έκανα, θεόμορφε Αχιλέα, παιδί μου, νάχω κάπιονε στα γερατιά προστάτη. 495 Όμως, παιδί μου, μέρωσ' τα τ' ανήμερά σου σπλάχνα, δεν πρέπει σου άσπλαχνη καρδιά· τι κι' οι θεοί οι μεγάλοι λυγούν, κιας έχουν πιο τιμή πιο δύναμη πιο αξία· κι' αφτούς με τα θυμιάματα και με σταλιές και τσίκνες και καλοπιάστρες προσεφκές τους μαλακώνει ο κόσμος 500 περικαλώντας, αν τυχόν τους φταίξεις κι' αμαρτήσεις.
Όπως την παράστησε η μητέρα μου, με κρατούσε στα γόνατά της καισθανόμουν ότι το σώμα της κάτω από τα φορέματα ήτο μόνο κόκκαλα, σκελετός άσαρκος. Το πρόσωπό της το αποσουρωμένο είχε του θανάτου το χρώμα. Φρίκη με κρατούσε κήθελα να φύγω από κοντά της, αλλά δεν είχα τη δύναμη. Τα χέρια της, πούσαν σα μεμβράνες ξερές και ζαρωμένες, με κρατούσαν σα σιδερένια μάγκανα.
Τον καιρό αυτό μπόρεσα να παρακολουθήσω κάθε λεπτομέρεια κ' ένας λόγος ή ένα βλέμμα είχαν τη δύναμη να με κάμουν να τρέμω ίσια με το βάθος της ψυχής μου, γιατί γνώριζα τι σημασία είχαν. Την είδα να λιώνη εμπρός μου και μπρος στα παιδιά και να μιλή με κάτι αόρατο.
Μ' αυτή ακριβώς την ατέλειά της η Τέχνη γίνεται τέλεια σε Ομορφιά κ' έτσι αποτείνεται όχι στη δύναμη της αναγνωρίσεως ούτε στο λογικό, μα στην αισθητικήν αντίληψη μονάχα, που ενώ παραδέχεται το λογικό και την αναγνώριση ως στάδια της κατανοήσεως, τα υποτάζει και τα δυο σε μια καθαρά συνθετική εντύπωση του καλλιτεχνικού έργου στο σύνολό του και παίρνοντας ό,τι ξένα στοιχεία, που συγκινούν, μπορεί το έργο νάχη, μεταχειρίζεται τη σύνθεσή τους αυτή σαν μέσο, με το οποίο μια πιο πλούσια αρμονία θα μπορούσε να προστεθή και στην τελικήν ακόμη εντύπωση.
Εμπρός τους λαβωμένη Εμούγκριζε η φοράδα του... Την ανακράζει ο Διάκος Κι' αυτή μ' ένα χλημήτισμα τον χαιρετάει και πέφτει. Εστάθηκαν να τόνε ιδούν... Τους φαίνεται σαν ψέμμα. 'Σ την Αλαμάνα ο πόλεμος δεν έπαψεν ακόμα, Το Χάνι το τοιμόρροπο σ έναν Κιοσέ Μεχμέτη Δε θέλει να παραδοθή. Απ' τη χαρά του ο Διάκος Νοιώθει βαθειά 'ς τα σωθικά την πρώτη δύναμή του Που αναγεννήθηκε με μιας...
'Σ τα κρύα τα χείλη μου στέκεται τώρα Σκύψε και πιέ τηνε μ' ένα φιλί.» »Λαμπέτη, χόρτασε τη δύναμή μου. Μέσα 'ς τα στήθια σου θέλω ναυρώ Στερνό λημέρι μου, θέλω η πνοή μου Ναυρή 'ς τα σπλάχνα σου τον ουρανό.» »Μόχτα κ' επλάκωσαν σαν άγριοι σκύλοι Για το κεφάλι μου... τι καρτερείς;... Φορτώσου τάρματα, το καρυοφύλλι, Κόψε με γρήγορα... μη μ' αρνηθής.»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν