United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μέσα σε χρόνια δίσεχτα, σε τετρακόσια χρόνια Σκλαβιάς και καταφρόνεσης, ένας λαός ακέρηος Την ωνειρεύθηκε βαθειάβαθειά με την ψυχή του, Μέσ' 'ςτό κρυφό λημέρι του την ωνειρεύθη ο κλέφτης. Τ' ώμορφο το βασιλόπουλο 'ςτή μάντρα που εκοιμάτο.

Μέσα στις πυκνές τις λαγκαδιές ήτανε το λημέρι του. Μα το βασιλόπουλο ήτανε καιρός τώρα που δεν είχε ρίξει τουφεκιά στο λόγγο. Οι πέρδικες πετούσανε άφοβα σιμά του, τα κοτσύφια του σφυρίζανε απάνω απ' το κεφάλι του, και τα μικρόπουλα μέσα στις φυλλωσιές δεν κόβανε το τραγούδι τους σαν περνούσε. Φτερό δε σήκωνε το τουφέκι του να κτυπήση.

»Ξύπν' Αστραπόγιαννε, γλυκοχαράζει, Γιατί εκοιμήθηκες τόσο βαρειά; Ξύπνα ο Λαμπέτης σου γλυκά σε κράζει Να ιδής τα φράξα σου, τα κρύα νερά.» »Τα μάτια σου άνοιξε, ψυχοπατέρα, Να ιδής πού σ' έφερα σε μια βραδειά. Μεςτο λημέρι σου μ' ηύρηκ' η μέρα, Τώχω, Αστραπόγιαννε, κρυφή χαρά

Κι' ανάμεσό τους φαίνεται ο γέρο πολεμάρχος Σαν περατάρης γερανός που σέρνειτα φτερούγια Τα χηλιδόνια του Μαρτιού δαρμέν' απ' την αντάρα. Μ' ανέλπιστη παρηγοριά ο πεθαμένος κόσμος Το πονεμένο το κορμί ραντίζει του Θανάση, Κ' επίστεψεν από μακρά ότ' είδε το λημέρι Που την ψυχή του επρόσμενε. Ερρίζωσε η καρδιά του Βαθύτερατα σωθικά, του φώλιασετα μάτια Γλυκειά της μάνας του η ευχή.

Και πολλάκις τη εξάψει της λατρείας των προς την λεβεντιάν, έψαλλον μετά μεγίστου πόνου το τραγούδι του Κουρκούμπα, το οποίον φέρει αυτόν και τον σύντροφόν του εις το λημέρι κατά το βράδυ βράδυ, όχι πλέον σκεπτομένους αγώνας και θριάμβους, αλλά κλαίοντας τα ντέρτια τους και τα παράπονά τους: τείν' το κακό που πάθανε τόρατα εβδομήντα που βγήκαν τα βελονωτά, του Σασεπώ τα όπλα. . .

Περνούν μεσάνυχτα κ' η Πούλια σβυέται, Τα πλάγια ασπρίζουνε, σιμόν' η Αυγή. Στέκει.. ακουρμένεται... δεν αγροικιέται Κανένα πάτημα... παντού σιγή. Ξύπνούν η πέρδικαιςτο χαραμέρι. 'Στο λόγγο ερρίχτηκε, γύρω θωρεί... Γνωρίζει ανέλπιστα παληό λημέρι, Τη βρύση εξάνοιξε πώτρεχ' εκεί. Πάλ' ακουρμαίνεται... γέρνει ταυτιά του.

τα κρύα τα χείλη μου στέκεται τώρα Σκύψε και πιέ τηνε μ' ένα φιλί.» »Λαμπέτη, χόρτασε τη δύναμή μου. Μέσατα στήθια σου θέλω ναυρώ Στερνό λημέρι μου, θέλω η πνοή μου Ναυρήτα σπλάχνα σου τον ουρανό.» »Μόχτα κ' επλάκωσαν σαν άγριοι σκύλοι Για το κεφάλι μου... τι καρτερείς;... Φορτώσου τάρματα, το καρυοφύλλι, Κόψε με γρήγορα... μη μ' αρνηθής