Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Εκεί εσήμαναν μεσάνυκτα, καιμπουμ! το σκέπασμα της ταμβακοθήκης ανοίγει διά μιας! Αλλ' αντί ταμβάκου είχε μέσα ένα μικρόν μαύρον διάβολον. Ήτο παιγνίδι και αυτό, και όχι καθ' εαυτό ταμβακοθήκη. — Στρατιώτη! εφώναξεν ο μικρός αυτός διάβολος. Γύρευε την δουλειάν σου και μη βλέπης την κοπέλαν ! Ο στρατιώτης εκαμώνετο ότι δεν ακούει. — Καλά, καλά! αύριον βλέπεις τι θα πάθης, είπεν ο διάβολος.

Μωρέ αυτό ήταν όλο! λέγει ο διάβολος τραβώντας τα γένεια του με αγανάχτησι. Επέρασε κάμποσος καιρός κ' επέθανεν ο ναύκληρος. Βέβαια πού αλλού θα επήγαινε παρά στην Κόλαση. Από τον καιρό που έγινε ο κόσμος ως τα σήμερα ναύτης δεν είδεν ακόμη την πόρτα της Παράδεισος. Η Κόλαση λέγουν πως είνε φοβερός και τρομερός ξερότοπος. Εκεί ποτέ δεν βρέχει, χλόη δεν φυτρώνει, πουλί πετάμενο δεν διαβαίνει.

Αφού έλεγε κατά κόρον ότι ήτο πτωχός, ίσως επεθύμει να κερδήση χρήματα. — Είσαι πτωχός, είπες; — Φτωχός... καθώς ο διάβολος, εψέλλισεν ο Τρέκλας. — Και θέλεις χρήματα; — Χρήματα; Ποιος τα έχασε; — Ορκίσου ένα πράγμα. — Τι; — Ότι δεν με είδες εκεί, είπεν αύθις μυστηριωδώς ο ξένος, και ότι δεν είσαι βαλμένος να μου πης ψέμματα.

Μωρέ τι λες! κάνει ο διάβολος με απορία μεγάλη· σαν τι τέχνη ξέρεις ; — Ξέρω μια. — Για ν' ακούσω. — Δε στη λέω. — Μωρέ αμάν, πες τη μου και ό,τι θέλεις, θες καράβια, θες χρυσάφι, καλούδια· τι θες να σου δώσω. Πες τη μου... Ο ναύκληρος έρριξε κάτω το κεφάλι, τάχα πως εσυλλογιζόταν τι να ζήτηση για πληρωμή. — Να σε βουλώσω θέλω· του λέγει άξαφνα. Άμα σταθής και σε βουλώσω σου τη λέγω.

Ο γέρων Φούρβης ήνοιξε την θύραν και ενεφανίσθη με το υποκάμισον εις το διάκονον αυτής. — Ποίος είσαι; Ποιος σ' έστειλε; Τι θέλεις; — Να μου ανοίξης την πόρτα. — Σου την άνοιξα. — Την πόρτα του μοναστηρίου. — Διά να φύγης; — Βέβαια. — Και διά πού; Ο διάβολος σ' έβαλε, τέτοιαν ώρα; — Να μου ανοίξης, επέμενεν ο ξένος. — Βέβαια, δεν είσαι εις τα λογικά σου, είπεν ο μπάρμπα Φούρβης.

Η τιμή δεν διαφεύγει τόσον εύκολα από τους όνυχας της γυναικός, όταν ευρίσκεται καλώς εδρεωμένη εκεί, όπου την έταξεν ο Θεός — ή ο διάβολος, διότι περί τούτου υπάρχουν και κάποιαι αμφιβολίαι. Είνε ιδέα· το να κλαπή δε μία ιδέα τόσον εύκολα, σημαίνει ότι δεν ευρίσκεται εντός του κρανίου, αλλά κυματίζει επάνω από τα πτερά του καπελλίνου.

Θ' ακούσης να λέγουν ότι ο Θεός είνε άνω, και ο Διάβολος κάτω· πλάνη· ρίψε έν βλέμμα εντός σου, και θ' ανακαλύψης τον ένα εκ τούτων κοιμώμενον, και τον έτερον αγρυπνούντα.

Διά να εκδικηθή τον Αποστόλην, ιδού τι τον εσόφισεν ο διάβολος να πράξη· την πρωινήν εκείνην ώραν του όρθρου της εορτής της 6 Δεκεμβρίου, ενώ ο Αποστόλης βαίνων από οικίας εις οικίαν, εχάραττε το μυστηριώδες σημείον του εις το πλάι εκάστης θύρας, ο Πέτρος ακολουθών αυτόν με προφύλαξιν, κρυπτόμενος εις τας γωνίας και τας ρύμας, ήρχετο κατόπιν του, ανεκάλυπτε την μαύρην γραμμήν, την οποίαν είχε χαράξει αρτίως ο Καλούμας, καθότι έφεγγεν ήδη αρκετά η ανατέλλουσα ημέρα, και με την κιμωλίαν επεσημείωνε και άσπριζε το μαύρον σημείον.

Εις την νίκην των Αράβων συνετέλει, πλην του ότι ήσαν πολυπληθέστεροι, ο θρησκευτικός ενθουσιασμός. Οι αρχηγοί των Αράβων έλεγαν έτι της μάχης προς τους στρατιώτας: «Εμπρός, δηλαδή εις την συμπλοκήν και τον πόλεμον, είναι ο παράδεισος και ο Θεός, οπίσω δε, δηλαδή εις την φυγήν, είναι η κόλασις και ο διάβολος

Ήθελα να τον έβλεπα τώρα όπου είμαι εις καλήν διάθεσιν. — Βέβαια, απεκρίθη ο μικρός Κλώσος. Η μαγισσά μου κάμνει ό,τι και αν επιθυμήσω. Δεν είναι αλήθεια; Και επάτησε τον σάκκον διά να τρίξη το δέρμα. — Μου λέγει ναι! Αλλά είναι άσχημος ο διάβολος και καλλίτερα να μη τον ίδης. — Ω! δεν φοβούμαι· ωσάν τι να ομοιάζη; — Θα είναι απαράλλακτος καλόγηρος.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν